Όταν ήμουν παιδί, συνήθιζα να θάβω τα κατοικίδιά μας κάτω από την βεράντα, έως ότου το ανακάλυψε η μαμά μου. | Yeah. When I was a kid, I used to bury our pets under our porch till my mom found out. |
Δεν μου αρέσει να θάβω κανένα, αλλά την επόμενη φορά θα δώσω μια χείρα βοηθείας. | I don't like to bury anyone, but next time I'll lend a hand. |
Εδώ συνήθιζα να θάβω τα ζωάκια μου. | This is where I used to come to bury my pets. |
Θα έπρεπε να μ'αρέσει να θάβω κάτι πολύτιμο σε όλα τα μέρη όπου υπήρξα ευτυχισμένος. | I should like to bury something precious in every place where I've been happy. |
Ναι, Φρέντυ, ποιο; Θα θάβω τον εαυτό μου ζωντανό κάθε βράδυ, και κάποιος θα έρχεται να με ξεθάβει. Υπέροχο. | I am going to bury myself alive every night, and then someone will come along and dig me up. |
"Δύσκολο να θάβεις τον άντρα σου. | "To bury a husband was hard. |
"Θα αλλάξεις πολιτική και θα αρχίσεις να θάβεις και μαύρους;" | "you gonna change your policy... "and start burying black folk?" |
"Να θάβεις όμως το γιο σου, είναι ενάντιο στη φύση... | "To bury my son is against nature... |
'ρχισες να θάβεις αυτές τις μνήμες στο ασυνείδητό σου. | And so you began to bury the memory of what had happened in your unconscious. |
- Έχεις μια τάση να θάβεις τα λάθη σου. | You tend to bury your mistakes. |
"Το πλάσμα είναι τόσο πονηρό, που θάβει την καρδιά του. | Listen to this. "The creature is so crafty, it buries its heart." |
- Σας θάβει σε μικρολεπτομέρειες. | - It buries you in minutiae. |
Ένας τρελός αριστοκράτης θάβει ζωντανή την αδελφή του. | A mad aristocrat buries his sister alive in the family vault. |
Ένας τύπος που θάβει τρία κορίτσια στο χώμα, υποθέτω ότι είναι κατανοητό, σωστά; | Guy buries three girls in the ground, I guess it's understandable, right? |
Έχει κάθε ευκαιρία να πάρει πίσω αυτά τα χρήματα, αλλά τα θάβει μαζί τους. | He has every chance to take that money back, but he buries it with them instead. |
"Καθώς θα θάβουμε το σώμα του Ντάνυ Γκλικ, δέξου τον κοντά σου... | "As we bury the body of Danny Glick welcome him into Your presence... |
- Αν το λες εσύ. Νομίζω είναι καλύτερα να μιλάμε για πράγματα, αντί να τα θάβουμε μέσα μας. | I think it's best to talk about things, instead of burying them inside. |
- Η ουσία είναι ότι αυτά που θάβουμε στο παρελθόν δεν είναι πάντα τόσο τραυματικά όσο τα θυμόμαστε. | The point is... things we bury in the past are sometimes not as upsetting as we remember them. |
- Καλή μου, κλέβουμε από τους νεκρούς από τότε που τους θάβουμε! | Tradition? My dear, we've been stealing from the dead for as long as we've been burying them. |
-Μάλλον θάβουμε τη νύφη μου. Πεθαίνει. | We might bury my sister-in-law. |
Γιατί δεν τους θάβετε στο νεκροταφείο που φτιάξατε; | Why don't you bury them in that graveyard you made. |
Γιατί θάβετε όλους αυτούς τους θησαυρούς; | Why are you burying all this treasure? |
Δε θάβετε τους νεκρούς. | - You don't bury your dead. |
Είναι πολύ πιθανό, η προσπάθειά του να συγκαλύψει αυτό το έγκλημα, να κόστισε τη ζωή του ανθρώπου που θάβετε σήμερα. | It's very likely that his attempt to cover that crime cost the life of the man you're burying today. |
Είπε ότι σας είδε χθες βράδυ να θάβετε κάτι πίσω απ'το σπίτι σας. | He did say he saw you burying something behind your building last night. |
'Εβλεπες τα παιδιά να θάβουν τη γάτα. | You watched the children bury the cat. |
'Εχουν συνηθίσει να θάβουν τους δικούς τους στον κήπο. | They're used to just burying their loved ones in their backyards. |
- Όλοι θάβουν μετρητά. | - Everybody's burying cash. |
- Εδώ θάβουν ένα σερίφη τη βδομάδα. | They bury a sheriff about once a week out here. |
- Νεαρέ μου, όταν το πας αυτό στην υγειονομική ταφή υπόσχεσου μου οτι θα τους παρακολουθείς να το θάβουν. | - Young man, when you take this to the landfill promise me you'll watch them bury it. |
"Και έθαψα περισσότερες" | ♪ And buried more ♪ |
'Οταν μετακομίσαμε, έθαψα όλα του τα παιδικά ρούχα. | When we moved I buried all of his clothes in the garden. |
'λειψα με μύρα τη γυναίκα μου και την κόρη μου και τις έθαψα. | I anointed my wife and my daughter... And I-I buried them. |
- Όχι, τα έθαψα. | - No, I didn't spend it. I buried it. |
- Δεν ξέρω. Την έθαψα εδώ. | I buried her here. |
'Με έθαψες ζωντανή.' | 'So you buried me alive.' |
- Αλλά εσύ με έθαψες ζωντανή! | - But you buried me alive! |
- Δεν ξέρω! - Δεν ξέρεις πού την έθαψες; | - You don't know where you buried her? |
- Δεν τ' ανακάλυψα. Υπέθεσα ότι θα την έθαψες, όπως πάντα κάνεις. | But I figured you buried it like you always do. |
- Ετσι τον σκότωσες, νόμιζες, και τον έθαψες. | - So you clubbed him to death, you thought, and buried him. |
" Αφού δε νοιάζεται για μένα, γιατί είπε πού έθαψε το ασήμι;" | "So, if Gardy doesn't care about me... "then why would he tell me where he buried his precious silver?" |
"...είναι φανερό ότι έθαψε αποδείξεις εκ μέρους των Γκρέισον." | "it's clear that he buried evidence on behalf of the Graysons." |
"Η έκρηξη αυτού του ηφαιστίου έθαψε την πόλη της Πομπηΐας το 79 π.χ." | This volcano's eruption buried the city of Pompeii in 79 A.D." |
"Καθώς τον καβαλούσε, έθαψε το πρόσωπό της στην γυαλιστερή χαίτη του.. | "As she rode him, she buried her face into his shiny mane. |
'Ενας επίσκοπος που τα θεωρούσε αιρετικά... είπε στους καλόγερους να τα ξεφορτωθούν αλλά κάποιος παράκουσε και τα έθαψε. | and somebody disobeyed the bishop and buried them out by a cliff where they were found in 1945. |
# Τη θάψαμε στη χλόη # | # She's buried in the lawn # |
'Έχω να έρθω εδώ από τη μέρα που τον θάψαμε. | God... I haven't been here since we buried him. |
'Ακουσε. 'Ισως να μην ήταν νεκρός όταν τον θάψαμε. | Listen. Maybe he wasn't dead when we buried him. |
- Δεν είναι το τέρας που μόλις θάψαμε. - Ας ελπίσουμε ότι δεν θα γίνει. | - He's not the monster we just buried. |
- Εκεί που θάψαμε τον Λοκ. | Where we buried Locke. |
"Το λουλούδι που εσείς οι δύο θάψατε, μεταφυτεύτικε." | "The flower you two buried had to be transplanted." |
- Αυτός που θάψατε είναι ζωντανός. | - That body you just buried, it's still alive. |
- Με θάψατε, Ρότζερ. | You buried me, Roger. |
- Πες μου, ξανάρθες εδώ από τότε που θάψατε τα γράμματα? | - Tell me, have you been back here since you buried the letters? |
- Τη χρονοκάψουλα. Αυτή που θάψατε πριν πέντε χρόνια. | The time capsule that you buried five years ago. |
"έθαψαν αυτόν σε πάγωμα | "They buried him in frosting. |
'ρα η Φέντον σκοτώθηκε στο σπίτι των Κόνερ. Την έβαλαν στο πορτμπαγκάζ τους και την έθαψαν στο Ρεντ Ροκ. | So Ms. Fenton here was killed at the Conner house, then put in the back of their SUV, driven out to Red Rock and buried. |
- Oι Aπάτσι έθαψαν όλο εκείνο τον χρυσό; | - The Apaches buried all that gold? |
- Όχι, τον έθαψαν το πρωί. | No, they buried him this morning. |
- Αυτά τα αθωωτικά στοιχεία έθαψαν; | That's the exculpatory evidence you think they buried? |
Εκείνη τη νύχτα, καθώς έθαβα πτώματα, είχα άλλη μία μυστικιστική εμπειρία. | That night, as I was burying bodies, I had anothermystical experience. |
Επειδή έθαβα ρούχα, δε σημαίνει ότι ξέρω τι συνέβη στη Σούγκαρ. | Just 'cause I was burying clothes doesn't mean I know anything about Sugar. |
Και όταν... όταν έθαβα τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου, τις έβλεπα. | And when I was--- when I was burying' my wife and my boys, I was seein' their faces. |
Τον έθαβα. | I was burying him. |
Ή γιατί εμφανίστηκε όταν το έθαβες σε μια πανεπιστημιούπολη. | Or why it appeared you were burying the gun on a college campus. |
Το αγόρι που επιτέθηκες το βράδυ που έθαβες αυτή τη γυναίκα. | He was the boy you attacked the night you were burying this woman. |
"Ο Φονιάς του Πράσινου Ποταμού" έθαβε τα πτώματα στο Σιάτλ... ενώ η Αστυνομία έψαχνε μόνο στον Πράσινο Ποταμό. | Gary Ridgeway, the Green River Killer, was burying the bodies of his victims in the remote woods, outside Seattle. Investigators never thought to look there because they were too busy only looking in the Green River area. |
- Ποιος σε έθαβε ξέρεις; | - Who was burying you know? |
Ήμασταν εκεί έξω στην έρημο, και εκείνος έθαβε το γυμνό μου σώμα στην άμμο... | And we were just out there in the desert, and he was burying my bare body in the sand. |
Από τον τρόπο που έπεσε ο ήλιος στο ραβδί του κ. Έκο την ώρα που τον έθαβε ο Τζον. | Because of the way the sunlight hit Mr. Eko's stick when john was burying him. |
Μπορεί να την έχασε όταν έθαβε το πτώμα. | I think he could've lost that when he was burying the body. |
Και θα θάβαμε τους δικούς μας στο Άρλιγκτον... και δεν ήμουν σίγουρος αν θάβαμε ολόκληρο το πρόγραμμα Apollo... ή τρεις... από τους φίλους μας. | And we're burying our guys at Arlington and I wasn't sure whether we were burying the entire Apollo program or three... of our buddies. |
Το έκλεψαν ενώ θάβαμε τους νεκρούς μας. | Vultan stole it while we were burying our dead. |
Σκάψτε, σαν να θάβατε το αγαπημένο σας κόκκαλο. | Dig as if you were burying your favorite bone. |
Το παιδί που έθαβαν ήταν μόνο 22 ετών. | The kid they were burying was only 22. |
"Μην ανησυχείς, μόνο θάψε με με την υπόληψή μου". | Never worry, just bury me along with my currency." |
"Μην ανησυχείς, μόνο θάψε με" | # Never worry, just bury me # |
# Σκέπασέ με με το μαστίγιο και την κουβέρτα μου... # και θάψε με βαθιά... # όπου τα ντίγκο και τα κοράκια δεν θα με βρίσκουν... # πέρα εκεί στους ευκάλυπτους. | * Wrap me up with my stockwhip and blanket * And bury me deep down below * Where the dingoes and crows can't molest me |
- Πηγαίνε και θάψε τη νύφη σου! | - Go and bury your bride. |
- Σκότωσέ με και θάψε μ' αυτή τη μηχανή. | - Kill me and bury me with that bike. |
"Όταν πεθάνω, θάψτε με στο μαγαζί με τα Γκούτσι... | ♪ When I die bury me inside the Gucci store ♪ - True. |
'Οσο για τους υπόλοιπους μαζέψτε και θάψτε τους. | As for the rest of them take up their limbs and bury them. |
'Οταν φύγω, θάψτε με στη γη. | When I go,bury me in the earth. |
- Οτιδήποτε ανιχνεύσιμο, θάψτε το! | Bury the cargo. - Anything traceable, bury it. |
Mάξ και Σάρια,θάψτε τους. | Max and Saria, bury them. |
Έχει θάβοντας τα συναισθήματά του . | He's burying his feelings. |
Ή θα κάνουμε ένα ωραίο σταθερό τούνελ,... που θα μας δώσει αέρα και ένα αρκετά μεγάλο κενό για να περάσει ο ασύρματος,... ή θα ρίξει το ήδη ασταθές ταβάνι στο κεφάλι μας, θάβοντας μας ζωντανούς. | Either we create a nice, sturdy shaft that will give us some much needed air and provide a big enough gap for the radio signal to get through, or it will bring the already unsteady ceiling down on us, burying us both alive. |
Είσαι θάβοντας Aiden εδώ. | You're burying Aiden here. |
Καθώς ανέβαινα στα βουνά και διέσχιζα τους ποταμούς, θάβοντας τα παρατημένα στα χόρτα και τα ρέματα πτώματα, η καρδιά μου βασανιζόταν από ερωτήματα. | As I climbed mountains and crossed rivers, burying the bodies left in the grasses and streams, my heart was racked with questions. |
Και οι Νορβηγοί Βίκινγκς περιελάμβαναν πλοία στις νεκρώσιμες τελετές. Μερικές φορές θάβοντας τους νεκρούς τους με αληθινά πλοία, αλλά πιο συχνά σκαλίζοντας το σχήμα πλοίου... με μεγάλους βράχους πάνω από τον τάφο. | The Norse Vikings also incorporated boats into their funeral rites, sometimes burying their dead with actual boats, but more often forming the shape of a boat with large rocks above the grave. |
"Παρουσιάσατε αποδεικτικά στοιχείο ότι η Αστυνομία του Σικάγο είχε κρύψει ή θάψει αποδείξεις. | "You presented evidence that the Chicago PD had pitted-- "or buried-- evidence, is that right"" |
"την καλύβα όπου είχε θάψει τις δύο μεγαλύτερες αδελφές της, | "The shed where he had buried her two older sisters |
- Έτσι εξηγούνται τα παρανοϊκά πράγματα που έκανε. Όπως το να θάψει το ανδρεί- κελο στο δάσος. | No wonder Richie was paranoid and buried that dummy in the woods. |
- Έχω θάψει τρεις Πάπες. | -I have buried three popes. |
- Όχι θάψει. | No not buried. |