Λύπη που δεν κατάφερα να προκαλέσω περισσότερο πόνο, να επιφέρω περισσότερη δυστυχία, και να προκαλέσω περισσότερο θάνατο. | Regret that I was not able to cause more pain... Inflict more misery, and bring about more death. |
Νεκρομαντεία, πώς να διώχνεις τον θάνατο, πώς να τον επιφέρεις 'ρα ο Ρόι χρησιμοποιεί μαύρη μαγεία για να ελέγχει το θεριστή. | Necromancy and how to push death away, how to cause it. So Roy's using black magic to bind the reaper. |
[Αφηγητής] Οι Sherpas πιστεύουν, ότι οι θεοί των βουνών... προστατεύουν αυτούς που τους σέβονται, αλλά ο εγωισμός και η αλαζονεία μπορούν, να εξοργίσουν τους θεούς... και να επιφέρουν μεγάλο πόνο, ακόμη και θάνατο. | [Narrator] The Sherpas believe the mountain gods... protect those who honor them, but pride and arrogance can anger the gods... and cause great suffering, even death. |
Αν και κάποια θα μπορούσαν να επιφέρουν δυσφορία ή εμετό κανένα δεν θα επέφερε τη διάβρωση που είδαμε στον κορμό. | While some are nasty and would have caused irritation and discomfort, and some vomiting, there's nothing that would cause the kind of corrosive action we've seen in the torso. |
Οι ενέσεις ινσουλίνης μπορούν να επιφέρουν κώμα... ή θάνατο. | Insulin injection could readily cause coma... or death. |
Υποπτεύομαι ότι οι δονήσεις του ήχου θα επιφέρουν κατάρρευση. | Exactly. Because I suspect that sound vibrations may be the ultimate cause of the collapse. |
'Ομως δεν θα ενδώσω, επειδή αυτό θα οδηγήσει απλώς σε καινούργιες επιπλοκές που θα επιφέρουν φρικτές πνευματικές διαταραχές, ψυχική και σωματική βία." | "But l won't give in, because that will only lead to new complications which will bring on terrible mental disturbances, physical and psychological acts of violence." |
Το ξέρω ότι κρίνομαι για το παρελθόν μου... ένα παρελθόν που προκάλεσα πόνο... ένα παρελθόν που επέφερα δυστυχία... ένα παρελθόν όπου... μέχρι και θάνατο έφερα. | I know I'm being judged for my past, a past where I've caused pain, a past where I've inflicted misery, a past where I've... Even brought death. |
Νομίζω ότι η χώρα θυμάται τον Λουίς Κάρλος Γκαλάν γι'αυτό γιατί επέφερε μια κάποια αλλαγή στον τρόπο σκέψης του κόσμου και είχε αντίκτυπο στη συλλογική συνείδηση της Κολομβίας. | I think the country remembers Luis Carlos Galan because of that, because he somehow brought about a change in the way people thought and caused an impact in Colombia's collective consciousness. |
Ο Στρατός επενέβη για να δώσει γρήγορα ένα τέλος... όσο το δυνατόν με πιό ειρηνικό τρόπο, στο χάος που επέφερε το Μαρξιστικό Καθεστώς. | The army has one mission: To quickly bring to an end... as peacefully as possible to the chaos caused by the Marxist regime. |
Αν και κάποια θα μπορούσαν να επιφέρουν δυσφορία ή εμετό κανένα δεν θα επέφερε τη διάβρωση που είδαμε στον κορμό. | While some are nasty and would have caused irritation and discomfort, and some vomiting, there's nothing that would cause the kind of corrosive action we've seen in the torso. |
Αυτό έκανε τον πληθυσμό να αμφισβητήσει τις θεότητες, επειδή ήταν κυρίως το ψυχολογικό πρόβλημα... που είχαν με τις θεότητές τους... που επέφερε την εγκατάλειψη και κατάρρευση του πολιτισμού των Νάζκα. | And this caused the population to doubt the deities, because it was mainly a psychological problem they had with their deities that brought about the abandonment and collapse of the Nazca culture. |