Έχω σκοτώσει πολλούς έως τώρα και το ευχαριστιέμαι. | I'm going to enjoy this, Bigelow. I done jobs like this before. |
Το ευχαριστιέμαι με το πάσο μου και με το πάσο μου ... | And take the time to enjoy it. And then... I'll take the time... |
Τότε χαλάρωσα και άρχισα να το ευχαριστιέμαι. | Then I started to sit back and I actually began to enjoy myself. |
Έτσι κάπως άρχισα να ευχαριστιέμαι το διάβασμα | That's how I began to enjoy reading. |
Απλά δεν χρειάζεται να το ευχαριστιέμαι κάνοντάς το. | Just don't have to enjoy dong it. |
Δεν δείχνεις να το ευχαριστιέσαι και πολύ. | You don't seem to be enjoying it much. |
Φαίνεσαι να ευχαριστιέσαι να αψηφάς τους ανώτερους. | You enjoy defying your former officers. Those gunnysacks, for example. |
Γιατί δεν ευχαριστιέσαι τη ζωή σου; | Why don't you enjoy your life? |
Έχω σχεδόν ξεχάσει πως είναι να μένεις σε ένα μέρος και να το ευχαριστιέσαι. | I'd almost forgotten what it was like to stay in one place and enjoy it. |
Αλλά αυτό το συγκεκριμένο... το πέσιμο των κέδρων, γιατί το ευχαριστιέσαι; | But this particular operation, the cedar falls, why are you enjoying this? |
Ξέρεις πως όλοι μας ευχαριστιόμαστε να μας δίνουν σημασία και να μας εκτιμούν, σωστά; | Nothing delights us more than being enjoyed, appreciated or just plain liked by someone, right? |
Δε θα μπορούμε να το ευχαριστιόμαστε μέχρι τότε. | We may not be able to enjoy it by that time. |
Δεν ξέρουν πόσο πολύ ευχαριστιόμαστε να παίζουμε το παιχνίδι τους! | They don't know how much we enjoy playing these games. |
Θα περνάμε χρόνο μαζί και θα το ευχαριστιόμαστε, γαμώτο! | We are going to spend quality time together, And we're going to enjoy it, damn it! |
Γιατί σταματήσαμε να ευχαριστιόμαστε την πόλη; | Why did we stop enjoying the city one day? |
Αυτοί οι δύο ευχαριστιούνται τις κανιβαλικές τελετουργίες. | Mrs. Edwards and Mr. Brewer... ...seemto be enjoying these cannibaIistic rites, huh? |
Οι απλοί άνθρωποι χρειάζεται να χαλαρώνουν, για να ευχαριστιούνται την "καλή ζωή." | After all, common people need to relax once in a while, enjoy the"beautiful life." |
Εμείς περνάμε τη ζωή μας σαπίζοντας, αλλά τα παιδιά το ευχαριστιούνται. | Well, we're rotting our lives away, but the kids seem to enjoy it. |
Και διέταξέ τους να το ευχαριστιούνται! Έγινε. | - And order them to enjoy it! |
Νομίζω ότι όταν φοράνε μαγιώ στο πανηγύρι της Αναγέννησης μόνο οι τυφλοί το ευχαριστιούνται. | I'm thinking bathing-suit season at the Renaissance Faire is only enjoyed by the blind. |
"Στην πόλη του San Francisco, θα ευχαριστηθώ να σκοτώνω ένα άτομο ανά ημέρα, | "To the city of San Francisco, I will enjoy killing one person every day |
Μάλλον θα ευχαριστηθείς τις συζητήσεις μας. | I can see I will enjoy our conversations. |
Το ευχαριστήθηκα πολύ αυτό. | I've enjoyed this immensely. |
Κάπως ευχαριστήθηκα μιά περίοδο φλέρτ. | I kind of enjoyed the courting time. |
Το ευχαριστήθηκα πολύ. | I thoroughly enjoyed it. |
Το ευχαριστήθηκα, όταν άκουσα να λες ότι σε ενδιαφέρω. | I'd even enjoy hearing you say you were interested in me. |
Λοιπόν το έκανα και το ευχαριστήθηκα και μάλλον θα το μετανιώνω μια ζωή, γι'αυτό σκάσε! | I did! I enjoyed it and I shall probably regret it for life, so shut up! |
- Το ευχαριστήθηκες όσο κι εγώ. | - You enjoyed it as much as l did. |
Το ευχαριστήθηκες; | Did you enjoy it? |
To ευχαριστήθηκες κυβερνήτη; | Did you enjoy it, Captain? |
Ελπίζω να ευχαριστήθηκες, που έμαθαν όλοι για την παρουσία σου. | I hope you enjoyed yourself, letting everybody know you were here. |
Θα τις ευχαριστήθηκες αυτές τις υπερβολές. | You must have enjoyed all this immensely. |
Ο Καουαγκούτσιγια ευχαριστήθηκε πολύ από τη παράσταση. | Kawaguchiya enjoyed the performance very much |
Νομίζω ότι το ευχαριστήθηκε. | [Cawsey] Well, I thought he might enjoy it. |
Νομίζω ότι στο τέλος το ευχαριστήθηκε να με μισεί. | You know, there near the end I think she even kind of enjoyed hating me. |
Το ευχαριστήθηκε. | You enjoyedit. |
Και τα ευχαριστήθηκε επίσης. | And she enjoyed them too. |
Ο πατέρας σου κι εγώ ευχαριστηθήκαμε πολύ εκείνη την κουβέντα που κάναμε. | You know, your father and I enjoyed our little sit-down with him very much. |
Χαλάρωσε και ευχαριστήσου τα κάγκελα. | - [ Grunts ] - Hello. Sit back and enjoy the bars. |
Καλά, ευχαριστήσου το όσο μπορείς, Πράκτορα Ντινόζο, διότι αυτό είναι όσο κοντύτερα θα έλθεις. | Well, you enjoy it as long as you can, Agent DiNozzo because that's as close as you're gonna get. |
Υπομονή, ευχαριστήσου το. | Patience, enjoy it. |
Θα σου πω αυτό- ευχαριστήσου την τελευταία σκέψη που έχεις απο τον τύπο, γιατί θα κάνω τον Ντιέγκο κομμάτια. | I'll tell you this-- you enjoy the last thought you have of him, because l will rip Diego to shreds. |
Πέσε με τα μούτρα, ευχαριστήσου... χωρίς ενοχές. | Go forth,enjoy--guilt-free. |
Θα την ευχαριστηθείτε όλοι. | It's a good picture. You'll all enjoy it. |