Παίρνεις το ποδαράκι του,αλείφεις το φάρμακο και το γατάκι τι κάνει? | You take the cat's paw, right ? You spread the medicine on it. |
Το αλείφεις στο τοστ ή στο σάντουιτς... ή... μπορείς να το πιεις. | You spread it on toast, put it in sandwiches, or... |
Το ξέρεις ότι αλείφεις με τυρί το iPhone; | You know you're spreading cream cheese on your iPhone? Oh. |
Ίσως να είναι ο τρόπος που αλείφει το φυστικοβούτυρο σε μια φέτα ψωμί. | Maybe it'll be the way He spreads peanut butter on a slice of bread. |
Έτσι, μ' αυτόν τον τρόπο, έτσι πρέπει να τ' αλείφουμε... από κάτω προς τα πάνω. | Like this, it has to be spread like this... from the bottom to the top |
Αρχίστε να αλείφετε φυστικοβούτυρο στο ψωμί. | What is everybody looking at? Start spreading peanut butter on bread. |
Δε μιλώ για το νόστιμο βούτυρο που αλείφετε στο ψωμί. | l'm not talking about the delicious spread you spread on the bread called the Miracle Whip! |
Εντάξει, Γουίνι, το άλειψα. | OK, Winnie, I'm spread. |
Πάρε, λoιπόν, τo φιστικoβoύτυρo και άλειψε αυτή πoυ έχεις εκεί πάνω και καλά να περάσετε. Λόρα. | So why don't you take your peanut butter... and spread it all over whoever you have up there... and have yourself a wonderful evening. |
Τώρα αλείψτε ο ένας τον άλλο. | Now spread it around on each other. |
Και δεν έχει τίποτα να αλείψει πάνω το τυρί του. | And doesn't have anything to spread his cheese on. |