-Πράγματι. Μπορώ να κρύβομαι αν θέλω αλλά να εξαφανίζομαι τελείως, είναι σπάνιο χάρισμα. | I can avoid being seen if I wish but to disappear entirely, that is a rare gift. |
Ύστερα από τόσα χρόνια που με υποτιμούσαν... βρήκα τη δύναμη να εξαφανίζομαι. | Finally, after years of being overlooked l found I have the power to disappear. |
Είναι σαν, χωρίς εσένα, νιώθω ότι αρχίζω να εξαφανίζομαι. | It's like, without you, I feel myself start to disappear. |
Θα μπορέσω να εξαφανίζομαι στον καθρέφτη κι εγώ; | Am I gonna be able to disappear in the mirror too? |
Μπορώ να κρύβομαι αν θέλω αλλά να εξαφανίζομαι εντελώς, αυτό είναι σπάνιο χάρισμα. | I can avoid being seen if I wish but to disappear entirely, that is a rare gift. |
"εξαφανίζεσαι από τη ζωή μου | "you disappear from my life |
'Aρνι, μην εξαφανίζεσαι. Μην εξαφανίζεσαι απ'τη μαμά. | Don't disappear like that again on me, okay? |
- Eίσαι πολύ παράξενος, τελευταία. Δεν βγαίνεις πολύ, μετά εξαφανίζεσαι... | You've been acting squirrelly for days now... sneaking around, disappearing. |
- Όχι εσύ εξαφανίζεσαι! | - I know, but you disappear. |
- Βρίσκεις μια και εξαφανίζεσαι. | - Find one and you disappear. |
Όταν λέω ότι "εξαφανιζόμαστε" | [ Man ] When I talk about "we" disappearing... |
Όταν φτάσουμε στη Jaffa γιατί δεν εξαφανιζόμαστε.. . εσύ κι εγώ μαζί; | When we get to Jaffa why don't we just disappear... you and me together? |
Απλά θα εξαφανιζόμαστε. | But just disappear into thin air. |
Αρπάζουμε τα παιδιά, τα βγάζουμε από το παράθυρο και εξαφανιζόμαστε στα δάση. | Grab the kids, get them back out that window, and we disappear into the woods. |
Δεν εννοώ ότι εξαφανιζόμαστε σωματικά. | I don't mean that we physically disappear. |
Ώστε εξαφανίζεστε όλοι όποτε θέλετε; | so all of you just disappear at will? What happened? I drowned. |
Εσείς εξαφανίζεστε... ... νόμιμα. | You disappear Legally. |
Εσύ κι αυτοί, από κοινού, φεύγετε, εξαφανίζεστε. | You and them, together, taking off, disappearing. |
Και η μπαζόλα φίλη της που τρώμε παρέα όταν εσείς εξαφανίζεστε. | And she's with her frumpy friend I always have dinner with when you two disappear. |
Κι εσείς οι δύο καραγκιόζηδες ξαφνικά εξαφανίζεστε; | And you two muppets suddenly disappear? Am I losing my touch? |
".. εδώ και 2 μέρες που είμαστε εδώ! Πράγματα εξαφανίζονται!" | Things disappear." |
"Αυτές οι ανεπιθύμητες επισκέπτες εξαφανίζονται τόσο γρήγορα όπως εμφανίζονται ... " | "These undesirable guests disappear as fast as it appears..." |
"Γιατί αυτοί και άλλοι σαν αυτούς εξαφανίζονται;" | "Why did they and others like them disappear?" |
"Σε μια αναστάτωση του χιονιού, δύο ανάσες του ανέμου ενώνονται και γίνονται μία, και μετά εξαφανίζονται." | "In a flurry of snow two breaths of wind unite... and become as one. And then disappear into each other." |
"Σκιέρς εξαφανίζονται χωρίς κανένα ίχνος" | "Skiers disappear" "Without a trace" |
"Συγγνώμη, εξαφανίστηκα". | "Sorry, disappeared. |
- Απλά εξαφανίστηκα. | - I just disappeared. |
- Απλώς εξαφανίστηκα όσο ήταν διακοπές και άφησα σημείωμα που έλεγε: | Snowden: I just disappeared when she was on vacation. Um, and I--I left a note saying, "Hey, |
- Δεν εξαφανίστηκα εγώ. | I'm not the one who disappeared. |
- Εμφανίστηκα και μετά εξαφανίστηκα. | - I appeared and then I disappeared. |
"Απλά εξαφανίστηκες." | You just disappeared. |
'λλαξες τα ποτήρια όπως απέδειξα στο πάρτι μου... ανακρίθηκες σύντομα από τον Συνταγματάρχη Matthew... μάζεψες τα πράγματά σου και εξαφανίστηκες για πάντα από το μυστικό πέρασμα στη βιβλιοθήκη. | Then went to the interrogation of Colonel Matthew. Packed his things, and disappeared forever by the secret passage in the library. |
- Ώστε γι' αυτό εξαφανίστηκες! | - So that's why you disappeared. |
- Αυτό σημαίνει ότι εξαφανίστηκες. | - Meaning you disappeared. |
- Γι' αυτό εξαφανίστηκες. | - That's why you disappeared. |
"...κι ο ουρανός εξαφανίστηκε σαν ένα φλεγόμενο κρανίο γυρισμένο ανάποδα." | "Then the sky disappeared like a torn scroll curling up." |
"Έτυχε να δείτε κανένα παιδί κλπ;" Κανείς δεν τον είχε δει, επιθεωρητά, αλλά τώρα όλοι ξέρουν οτι το παιδί εξαφανίστηκε. | "Have you by any chance seen a kid etc.?" Nobody had seen him, Inspector, but now everyone knows the kid's disappeared. |
"Ακούμπησε στην πόρτα και μετά εξαφανίστηκε.". | "Leaned against the door and disappeared". |
"Η Erica Sakake εξαφανίστηκε.. ...μετά την αναχώρηση της από club λίγο μετά τις 2 μ.μ." Ω! | "Erika Sakaki disappeared after leaving a downtown club shortly after 2 a.m." |
"Ο Ουϊλιαμ O' Ρούρκ, εξαφανίστηκε στις 12 Ιουλίου, 1952... μετά απο απόπειρα αυτοκτονίας." | "William O'Rourke, disappeared July 12, 1952... after attempted suicide." |
Όλοι αυτό αφήσαμε όταν εξαφανιστήκαμε; | - So we all left one of these when we disappeared? |
Όταν εξαφανιστήκαμε, εκατομμύρια από οικόσιτα ζώα έπρεπε να παλέψουν ή να πεθάνουν. | When we disappeared, millions of domesticated dogs had to fight or die. |
Αλλά όταν εξαφανιστήκαμε, η άρδευση σταμάτησε. | But when we disappeared, the irrigation stopped. |
Αν εξαφανιστήκαμε, πώς θα μας βρει ο Άνταμ; | If we disappeared, then how could Adam find us? |
Αφότου εξαφανιστήκαμε, χιλιάδες τόνοι ραδιενεργών σωματιδίων απελευθερώθηκαν. | After we disappeared, thousands of tons of radioactive particles were released. |
(εκπνέει) Δεν ξέρω αν το γνωρίζεις, αλλά όταν εσύ και η Σάρα εξαφανιστήκατε, | I don't know if you know... but when you and Sara disappeared... |
΄Oτι εξαφανιστήκατε πριν από 30 χρόνια; | That you disappeared 30 years ago? |
Έχετε πολύ εντυπωσιακό φάκελο, παραγωγικό επίσης, εκτός από κανά-δυο χρόνια πριν... που εξαφανιστήκατε ξαφνικά για έξι μήνες. | You've got a very impressive record-- prolific, too-- except for a couple of years ago, when you suddenly disappeared for six months. |
Όλοι μας πίναμε και τότε εσείς οι δύο απλώς εξαφανιστήκατε, αυτό θυμάμαι, μετά υπάρχει χρονικό κενό. | We were all drinking-- all of us were drinking-- then you two just disappeared-- that's what I remember-- then there's a gap of time. Right. |
Όμως κύριε, εσείς εξαφανιστήκατε για χρόνια! | But, siryou just disappeared for years. |
" Jory , τρίτη σύντροφο μας , εξαφανίστηκαν εν μία νυκτί. | "Jory, our third mate, disappeared overnight. |
"Δυο μωρά εξαφανίστηκαν, τι σόι μητέρα ήταν αυτή? | "Two babies disappeared." "What kind of mother?" these whispers asked. |
"Και τα πράγματα που υπήρχαν στο μονοπάτι εξαφανίστηκαν κι αυτά." | The paths that weren't disappeared too |
"Πάνω από 30,000 γνωστοί... ..εξαφανίστηκαν όταν οι δικτάτορες τους επικαλέστηκαν στην δικαιοσύνη." | "Relatives of more than 30,000 who disappeared during the dictatorship ask for justice." |
"Συγγραφέας θεάτρου και η γυναίκα του εξαφανίστηκαν" | "Author of theater and his wife disappeared." |
Ένιωθα πως εξαφανιζόμουν... κάθε φορά που διέσχιζα το δρόμο. | I felt like I was disappearing every time I crossed the street. |
Ζούσα την επανάσταση μου, και εξαφανιζόμουν...μακριά. | I was savouring my revolution, I was disappearing... Far |
Ακόμα κι αν αυτός εξαφανιζόταν, υπήρχε πάντα ένα μικρό κομμάτι του Λόρενς που αγαπησα. | Even though he was disappearing, there was always a little bit of the Lawrence that I loved. |
Δεν είχες ιδέα ότι εξαφανιζόταν τα βράδια; | You had no idea she was disappearing at night? |
Εντάξει, ερευνήστε το και ας μά- θουμε πού εξαφανιζόταν ο Ζάλμαν. | Okay, you guys look into that, and let's find out where Zalman was disappearing to. |
Την έβαλαν στο Δημόσιο Νοσοκομείο, κι όταν πέθανε, η Μαμά είπε πως η οικογένειά της... εξαφανιζόταν μπροστά απ' τα μάτια της. | They shifted her to the City Home hospital, and when she died, Mam said that herfamily... was disappearing before her very eyes. |
Την ίδια στιγμή, ο ύποπτος εξαφανιζόταν μέσα στο θέατρο από την πίσω πόρτα. | At the very same moment our suspect was disappearing through the back door of the theater... |
'νθρωποι εξαφανίζονταν.. | People were disappearing. |
΄΄Το σπίτι ταρακουνήθηκε και σωριάστηκε.΄΄ ΄΄Τα μικρά ανθρωπάκια είδαν...΄΄ ΄΄...ότι εξαφανίζονταν μέσα στον στρόβιλο των φύλλων.΄΄ | "The house shuddered and collapsed, and then the little people discovered that they were disappearing into a swirl of leaves." |
Άκουγα παράξενες ιστορίες για ζώα και ανθρώπους που εξαφανίζονταν στους λόφους. | I started hearing strange stories about these animals and people that were disappearing in these hills. |
Ένας προς ένας, ο Ιrahim και η οικογένεια του εξαφανίζονταν από το σπίτι ανεξήγητα. | One by one, Irahim and his family were disappearing of this house without explanation. |
Αλλά πώς μπορούσα να μην κάνω τίποτα... όταν οι φίλοι μου εξαφανίζονταν κάθε μέρα; | But how could I do nothing when my friends were disappearing every day? |
'δειασε τα μετρητά από το ντουλάπι της αποθήκης.. ..κι εξαφανίσου. | Empty the cash out of the storage locker and disappear. |
- Μπράιαν, εξαφανίσου. | - Brian, disappear. |
... "Ο άντρας σου αγαπάει άλλη, νεότερη από σένα,Φύγε, εξαφανίσου!" | ..."Your husband loves another, younger than you. Go away, disappear!" |
Tότε φύγε από τη Γαλλία, εξαφανίσου και μην επιστρέψεις ποτέ. | Then leave France, disappear, and never return. |
Ήμουν θυμωμένη του στυλ "αγνόησέ τον για δύο ώρες"... όχι "εξαφανίσου για δεύτερη νύχτα στη σειρά". | I was "ignore him for a couple of hours" mad. Not "disappear for the second night in a row" mad. |
"Πάρτε τα 5.000 δολάρια κι εξαφανιστείτε. | "Take the $5,000 and disappear. |
- Όχι! - Κι από αύριο πρέπει να εξαφανιστείτε! | Starting tomorrow, should disappear. |
- Σημαίνει... πως καλό θα ήταν να σκεφτείτε να εξαφανιστείτε. | - Meaning... we're suggesting that you consider disappearing. |
- Χρόνο για να εξαφανιστείτε. | You'll be given time to disappear. |
Scavengers, εξαφανιστείτε! | Scavengers, disappear! |
Είσαι ο πιο εξαφανισμένος άνθρωπος τού Ντιτρόιτ! | You´ve been Detroit´s most famous disappearing act since white flight. |
Να δω μια χανούμισσα, εξαφανισμένος αφέντης... | Saw a harem girl, disappearing master. |
Ο Νταν συνέχιζε ν' αναλαμβάνει μυστικές αποστολές με ναρκωτικά, εξαφανισμένος από εμάς. | Dan just kept doing deep-cover drug assignments, disappearing on us. |
"Λοιπόν, το πλήρωμα έχει εξαφανιστεί..." "- εκτός από έναν." | Well,the crew has disappeared... except for one. |
"Οι αντάρτες απελευ- θέρωσαν τρεις 'γγλους που είχαν εξαφανιστεί νωρίτερα φέτος ενώ προσπαθούσαν να διασχίσουν τη ζούγκλα." | "The guerrilla captors released three Englishmen who disappeared earlier this year while trying to cross the jungle." |
"Οταν πήγα στη Bryn Mawr για να βρω την Pam, είχε εξαφανιστεί." | OLDER DOUG: When I went to Bryn Mawr to find Pam, she had disappeared. |
"ειχαν εξαφανιστεί. | "disappeared. |
# Αχ γιατί , αχ γιατί, αχ γιατί Αχ γιατί έχει εξαφανιστεί # | # Oh why, oh why, oh why Oh why has he disappeared # |