Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Βρίζω (curse) conjugation

Greek
40 examples
This verb can also have the following meanings: swear, insult

Conjugation of βρίζω

εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
βρίζω
I curse
βρίζεις
you curse
βρίζει
he/she curses
βρίζουμε
we curse
βρίζετε
you all curse
βρίζουν
they curse
Future tense
θα βρίσω
I will curse
θα βρίσεις
you will curse
θα βρίσει
he/she will curse
θα βρίσουμε
we will curse
θα βρίσετε
you all will curse
θα βρίσουν
they will curse
Aorist past tense
έβρισα
I cursed
έβρισες
you cursed
έβρισε
he/she cursed
βρίσαμε
we cursed
βρίσατε
you all cursed
έβρισαν
they cursed
Past cont. tense
έβριζα
I was cursing
έβριζες
you were cursing
έβριζε
he/she was cursing
βρίζαμε
we were cursing
βρίζατε
you all were cursing
έβριζαν
they were cursing
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
έβριζε
be cursing
βρίζετε
curse
Perfective imperative mood
έβρισε
curse
βρίστε
curse

Examples of βρίζω

Example in GreekTranslation in English
Γιατί να κάνω το κόπο να βρίζω μια γυναίκα.... με την οποία κρατήθηκα από το χέρι και έφαγα μαζί της μια φορά;No, thanks. There's no need to curse out a woman whom I've only held hands and dined with once.
Δε βρίζω, γιατί όταν βρίζω, τσούζουν τα εκζέματά μου, αλλά κατάλαβες τι λέω.I don't want to curse, because it flares up my eczema, but you know what I mean.
Δεν είμαι πουριτανός, μου αρέσει να βρίζω.I'm no shrinking violet, I like to curse myself.
'ρτι, μη βρίζεις.Artie, please don't curse.
- Γιατί πάντα βρίζεις τόσο πολύ;Why you curse so much?
- Δεν πρέπει να βρίζεις το μωρό. - Αλήθεια;- You shouldn't curse around the child.
- Δεν σ' έχω ξανακούσει να βρίζεις.I never heard you curse before.
Εάν ο κόσμος βρίζει και ορκίζεται, δεν το καταλαβαίνουν.If the crowd curses and swears, they won't understand.
Είναι λίγο αγενής και βρίζει συνέχεια. Και κάποιες φορές τον έχω δει ξύνει τα εξωγήινα... αρχίδια του.I mean, he's kind of rude, he curses a Iot, and a couple times l've seen him scratch his spaceman balls.
Και ο ίδιος τον εαυτό του βρίζει.And he curses himself
Λοιπόν, απλώς ενημέρωσέ με αν ξεπεράσει τα όρια αν σε βρίζει μέσα απ' τα δόντια του αν σου βγάλει γλώσσα αν αργήσει έστω και ένα λεπτό.Well, you just let me know if he steps out of line... if he curses you under his breath, gives you any lip, if he's late by a single minute.
- Δεν χρειάζεται να βρίζουμε.I don't think we need to curse.
- Ναι αλλά δεν βρίζουμε εδώ.You can't curse here, though.
Δεν πρέπει να βρίζουμε.We're not supposed to curse.
- Μην με βρίζετε αύριο το πρωί.- Don't curse me tomorrow morning.
Μη βρίζετε, το μισώ.Don't curse. I hate that.
Marcel ανάγκασε μια μάγισσα για να τους βρίζουν έτσι θα ήθελα να είναι παγιδευμένοι σε μορφή λύκος.Marcel forced a witch to curse them so they'd be trapped in wolf form.
Έχω διδαχθεί να αγαπώ τους εχθρούς μου, και να ευλογώ εκείνους που με βρίζουν.I've been taught to love my enemies, to bless those who curse me.
Ήταν επειδή δεν σου άρεσε να ακούς να βρίζουν την Τσον Σονγκ Γι;Was it really because you didn't like hearing the Cheon Song Yi like being cursed at?
Όλοι όταν πονάνε τόσο πολύ, προσεύχονται ή... τουλάχιστον βρίζουν αλλά... μάλλον σου πήραμε και από 'σένα τον Θεό.Anyone in this much pain prays, or At least curses, but We take god from you, too.
Σαν να βγήκα στη σκηνή και να έβρισα και να έφυγα.Like I just walked out on-stage and cursed and left.
- Γιατί; Γιατί τον έβρισες.'Cause you cursed at him.
Δεν μπορώ να πιστέψω ότι έβρισες μπροστά στον Πιρς Μόργκαν.I can't believe you just cursed at Piers Morgan.
Πριν από λίγο με έβρισες, τώρα μπορώ να βρίσω και 'γω;You cursed at me earlier, can I curse, too?
- Με έβρισε.- He cursed at me.
- Ο γιος μου δεν έβρισε ποτέ.My son has never cursed before.
Eκείvoς έβρισε.I laughed. He cursed.
Όταν της είπα ότι δεν μπορεί επειδή γίνεται η Θεία Λειτουργία, με έβρισε.I told her now is the Holy Liturgy and it's not possible. And she cursed me.
'Ισως σε τόπο όπου πολλοί άνθρωποι έζησαν και εργάστηκαν, μίλησαν, έβρισαν, αμφέβαλαν.It just moves in different ways. These maybe places where people once worked... talked in confusion and cursed.
Δεν έβριζα εσένα, την κυρία έβριζα.I was cursing at the lady, not you.
Οι φύλακες γελάγαν με μένα και γω τους έβριζα.Them guards all laughing at me and I was cursing back at them.
- Δεν ξέρω. Αλλά αυτός ο τύπος έβριζε τη Δρ. Κόσγουεϊ, για πολλή ώρα.I don't know, but this guy was cursing Doc Cosway out big-time.
- Μα, έβριζε.- He was cursing.
Ο Ρόρι έβριζε τον Κέβιν.Rory was cursing Kevin.
Σε έβριζε.He was cursing you.
- Έρχεσαι πίσω βρωμώντας, βρίζοντας.You come back stinking, cursing.
...βρίζοντας μάταια προς τον ουρανό.... cursing the heavens in futility.
Έτρεξε μακριά σαν νυχτερίδα από την κόλαση βρίζονταςHe ran off like a bat out of hell cursing a blue streak.
Είναι νευρικός, πικραμένος, πεπεισμένος δεν θα λειτουργήσει τώρα, βρίζοντας τους πάντες.He's nervous, bitter, convinced it won't work now, cursing everybody.
Εγώ δε σε έχω βρίσει ποτέ.I've never cursed you.

More Greek verbs

Other Greek verbs with the meaning similar to 'curse':

None found.