"
να ακούω τα προβλήματά σου, και να προσπαθώ να σε καταλαβαίνω". | "I promise to listen to your problems "and to do my best to understand. |
"Σήμερα, αρχίζω να καταλαβαίνω τι πρέπει να'ναι η αγάπη..." "αν υπάρχει αγάπη." | "Today I begin to understand what love must be, if it exists. |
'Ισως, μ' αυτόν να μάθαινα να καταλαβαίνω. | Through him, maybe I'd learn to understand. |
'Οταν άρχισα να το καταλαβαίνω αυτό | Once I began to understand that, |
" Όχι, αδερφέ, δεν καταλαβαίνεις. | "No, bro, you don't understand. |
" Αν κρατάς την ψυχραιμία σου όταν όλοι γύρω σου τη χάνουν... δεν καταλαβαίνεις τίποτα. " | "...you don't understand the situation. " That's Kenny Strout right now as he takes another strike. |
" Δε μπορούσα να υποφέρω εκείνο το θέαμα, καταλαβαίνεις;" | "It was horrible, don't you understand?" |
" θα καταλαβαίνεις τον πόνο του χωρισμού." | "you will understand the pain of separation" |
"Ένας ξένος σε μια ξένη γη με καταλαβαίνει..." | "A stranger in an alien land understands my feelings..." |
"Δυστυχία μου κανείς δεν με καταλαβαίνει." | "Poor me. Nobody understands me." |
"Κανείς δεν καταλαβαίνει την μοναχική ζωή ενός ήρωα καλύτερα από έναν άλλο υπερήρωα"; | "No one understands a hero's life of solitude better than a fellow cape"? |
"Κανείς δεν καταλαβαίνει τι συμβαίνει εδώ." | "Nobody understands what's going on here. |
"Όταν ωριμάζουμε, καταλαβαίνουμε" | In age we understand." |
"Απ' ότι καταλαβαίνουμε έγινε και δεύτερη έκρηξη στον δεύτερο Πύργο." | " We understand now there has been a secondary explosion on Tower 2. " |
"Δεν καταλαβαίνουμε τον εαυτό μας. | "We do not understand ourselves. |
"Μιλάνε άλλες γλώσσες μα τους καταλαβαίνουμε. | "They speak different languages, but we understand. |
" Ελπίζω να καταλαβαίνετε, | "I hope you understand, |
"'lσως δεν καταλαβαίνετε τη ζωή μια πλoύσιας χήρας... | "I know you children may not understand the sad life of a dowadg..." |
"Ίσως καταλαβαίνετε γιατί θέλω να παραστώ στη δίκη 'ιχμαν. | "You will perhaps understand why I want to attend Eichmann's trial. |
"Ακριβώς ό, τι μέρος του" Να το κάνει " δεν καταλαβαίνετε, Τσαρλς;" | "Just what part of "Get it done" do you not understand, Charles?" |
" Θα καταλαβαίνουν αγγλικά εντάξει; | "Will they understand English okay? |
"Έχω μια Lancia", Αν δεν είσαι στη Βρετανία, γιατί εδώ πάνω, για λόγους δεν καταλαβαίνουν πραγματικά, αυτό badged και πωλείται ως Chrysler. | "I have a Lancia", unless you're in Britain, because over here, for reasons we don't really understand, this is badged and sold as a Chrysler. |
"Αυτοί που παίζουν, δεν καταλαβαίνουν... " | "Those who play, do not understand..." |
"Δε φαίνεται να καταλαβαίνουν τι τους συμβαίνει." | They do not seem to understand what has happened to them. |
"Έκανε λες και κέρδισε το λαχείο και κατάλαβα ... "πως δεν μπορώ να του ζητήσω τίποτα άλλο. | Filippo was able to get on the day shift lt seemed as if he'd won the lottery, he was so happy and I understood that I can't ask more of him right now |
"Όπως αναμφίβολα θα θυμάσαι, η Σπίλραιν είναι η περίπτωση πους μας έφερε τον ένα κοντά στον άλλο... γι' αυτό το λόγο την έβλεπα πάντα με ξεχωριστή ευγνωμοσύνη και τρυφερότητα μέχρι που κατάλαβα ότι συστηματικά αποσκοπούσε στην αποπλάνησή μου. | "As you will not doubt recall, Spielrein was the case that brought you and me together, for which reason I've always regarded her with special gratitude and affection... until I understood that she was systematically planning my seduction. |
"Επειδή κατάλαβα τελικά οτι έχουμε ένα σκοπό, 'ένα θεϊκό σκοπό που πρέπει να εκπληρωθει. | 'Because I finally understood we have a purpose, 'a divine purpose that must be fulfilled. |
"Ναι, κατάλαβα". | I also said: "Yes, I have understood". |
"...εφόσον κατάλαβες... | "that you should so readily have understood... |
"Ή το κατάλαβες;" | Or yöu have understood? |
- 'Οχι, δεν κατάλαβες τίποτα. | - No, you haven't understood a thing. |
- 10 λεπτά, στο δυνατό, κατάλαβες; - Σας ευχαριστώ. | Ten minutes, absolute max, understood? |
"Έχει καπνίσει, αλλά κατάλαβε ότι ο καπνός είναι δηλητήριο." | And true. Yes he smoked,... but he soon understood, that smoking brings on the worst of poisons... |
"Η καρδιά μου κατάλαβε." | "My heart understood". |
"Τώρα κατάλαβε ότι η γέννησή μας στον ανθρώπινο κόσμο είναι μόνο η πρώτη μας γέννα, και οπωσδήποτε όχι η πιο σημαντική. | "Now he understood that our birth into the world of the body is only our first birth, and by no means the most important. |
"δεν μπορώ πλέον να ζω μαζί σου." και το κατάλαβε. | "I can not live with you," and understood it. |
- Μην ανησυχείς, καταλάβαμε... | -Don't worry, we understood... |
-Το καταλάβαμε αυτό. | We understood this. |
-Φτάνει, καταλάβαμε. | Okay, we understood. Giovanni! |
Όλοι καταλάβαμε αμέσως τι εννοούσε ο Bερν. | We all understood what Vern meant right away. |
'Οχι, δεν καταλάβατε. | Sorry, l misunderstood you. |
- ... θα σας τραβήξω έξω, καταλάβατε; | I'm pulling you both out, understood? |
- Δεν καταλάβατε πολύ καλά φίλε μου. | -You've misunderstood, my friend. |
- Μάλλον δεν καταλάβατε | - I think you misunderstood. |
'Ολοι κατάλαβαν. | - Everyone has understood. |
'ρα, δύο άνδρες, ανεξάρτητοι μεταξύ τους, κατάλαβαν λάθος ότι θέλεις να σκοτώσεις την γυναίκα σου; | So, two men, independently of each other, both misunderstood that you wanted to have your wife killed? |
- 'Οταν, τι; - όταν έμαθα το στωικισμό στα παιδιά σου; και τον κατάλαβαν; | - When l taught your children about the doctrine of stoicism and they finally understood it |
- Για να μην τους αδικήσω... Ποτέ δεν με κατάλαβαν. | To be fair to them... they simply never understood me. |
"Αιτία Προσπαθώ να διαχωρίσετε τον εαυτό μου από τις αμαρτίες της οικογένειάς μου, και θα ήθελα να πιστεύω ότι από όλους τους ανθρώπους θα καταλάβετε τι σημαίνει να καθορίζονται από αυτούς. | 'Cause I'm trying to separate myself from my family's sins, and I would think that you of all people would understand what it means to be defined by them. |
"Από αυτή την άποψη φίλοι, το μηνιαίο περιοδικό με τίτλο "Η καθαρή αλήθεια"... βοηθά να καταλάβετε και να μάθετε... και να ακολουθήστε το δρόμο που θα σας μεταφέρει στο επιθυμητό στόχο... και να σας επιτρέπει να έχετε όλα όσα χρειάζονται στη ζωή." | "In this respect, friends, his monthly magazine entitled" The plain truth"... help them understand how to know... and follow the road that will take you to the desired goal... and let them have everything they need in life." |
"Για λόγους που σύντομα θα καταλάβετε," "αποφάσισα ν'αποφύγουμε την προσωπική συνάντηση." | For reasons that you will soon understand I have decided to spare us both the discomfort of a personal meeting. |
"Θέλω να καταλάβετε ότι δε θα τη σκότωνα αν ήξερα ότι ήταν έγκυος". | "Please understand. I would never have killed her "if I had known she was pregnant..." |
"Εάν μου είχε ανοιχτεί, θα είχα καταλάβει. | If she had gone openly, I would have understood. |
"ότι έχεις διαβάσει και καταλάβει γιατί αυτή η γραπτή επίπληξη εκδόθηκε." | "that you have read and understood why this written reprimand was issued." |
# Έχω καταλάβει της κυράς μου την αγάπη. | I've understood my lady love. |
'Ισως είχε καταλάβει κάτι. | Maybe she understood something. |
- Να χτίζεις σχέσεις, καταλαβαίνοντας ποιοι είναι οι άνθρωποι σε αυτή την κοινότητα, τι θέλουν, πως συνδέονται. | It's building relationships, understanding who the people in this community are, what the want, how they're connected. |
Έτσι, καταλαβαίνοντας αυτό καταλαβαίνεις τον εαυτό σου. | And by understanding that, you'll understand yourself. |
Απορροφάει τα πάντα, καταλαβαίνοντας τι χρειάζεται για να νικήσεις έναν μεγάλο αγώνα, τώρα. | He's absorbing everything, understanding what it takes to win at a big race now. |
Αυτό σχετίζεται με ένα εντελώς διαφορετικό σύνολο αρχών που εμπλέκονται και με κανέναν τρόπο, καταλαβαίνοντας το νερό, δεν πρόκειται να καταλάβεις τη δημιουργία κυμάτων. | That is a different sort of set of principles that are involved, and no way by understanding water are you gonna understand wave formation and execution. |