Μ' έκανε μέλος της αντίστασης. Mε δίδαξε πώς να τους εμποδίζω από το να διαβάζουν τις σκέψεις μου. | She recruited me in the Resistance, taught me how to block them from reading my thoughts. |
Με στρατολόγησε στην Αντίσταση, μου έδειξε πώς να τους εμποδίζω να διαβάζουν το μυαλό μου. | She recruited me in the Resistance, taught me how to block them from reading my thoughts. |
'Οποιος κι αν είσαι, εμποδίζεις το δρόμο ενός ρωμαίου πολίτη. | Whoever you are, you are blocking the path of a citizen of Rome. |
- Γι αυτό... - Πως τολμάς να εμποδίζεις το δρόμο μου! | How dare you block my passage? |
- Με εμποδίζεις. | - You're blocking me in. |
- Μην εμποδίζεις τη σειρά. | -Don't block the line! |
"Σύνολο βράχων εμποδίζει τη διαδικασία "ποντικής" μείωσης..." | "Fixation blocks offset pontic rebation |
"Σύνολο βράχων εμποδίζει... τη διαδικασία ποντικής μείωσης..." | "Fixation blocks offset pontic rebation |
'ρα, εμποδίζει την πήξη στα θύματα των κουνουπιών. | So, it blocks coagulation in the mosquito's human victims. |
- Το πλέγμα εμποδίζει το σήμα. | - No, the grid blocks. |
- Κυρία, εμποδίζουμε την κίνηση! | We're blocking traffic. That's all right. You can go back. |
Ο άντρας μου κι εγώ... εμποδίζουμε ο ένας τον άλλο με θανάσιμο τρόπο. | My husband and l block each other in some deadly way. |
Οπότε, εμποδίζουμε την ανάπτυξη της Κάθριν μέχρι να γυρίσει ο τροχός, και προσπαθήσουμε και πάλι εμείς. | So we block Catherine's development until the wheel turns and we get another shot. |
- Συγγνώμη, εμποδίζετε τη θέα της. | - Well... Excuse me, but you're blocking her view. Oh, sorry Kirk, sorry. |
Άκρη, με εμποδίζετε. | Move! You're blocking me. |
Έχετε άδεια να εμποδίζετε αυτό το πεζοδρόμιο; | Have you got a license to block this sidewalk? |
Όταν χτύπησα, εμποδίζετε. | When I hit, you block. |
'κου, άνοιξα τον θώρακα, αλλά με εμποδίζουν τα πλευρά. | Chet: Listen, I got the chest open, but I hit a road block at the rib cage. |
- Ακριβώς. - Μ' εμποδίζουν. | - They just block me from it. |
Ένας αντικατοπτρισμός δεν έχει όρια, τα σύννεφα που διαβαίνουν εμποδίζουν τον ήλιο. | A mirage has no bounds, rolling clouds block the sun. |
Ίσως δεν εμποδίζουν το σήμα από το εσωτερικό της βάσης. | Maybe they're not blocking the signal from inside the base? |
Απλά το εμπόδισα. | I just blocked it out. |
Αφού εμπόδισες την τελευταία ευκαιρία να εμποδίσουμε το θάνατό της. | Since you blocked the last chance we had to prevent her death. |
Η Γουόλερ με εμπόδισε. | Waller blocked me. |
Με εμπόδισε εσκεμμένα τώρα. | Briggs blocked me intentionally this time. |
Μετά από καιρό, πήγα στην κατακόμβη για να την βρω, αλλά με εμπόδισε ένας τοίχος. | When hours became days,I went into the catacombs to look for her,but a wall blocked my path. |
Ο Ρίτσαρντ Σέλμπι, Ρεπουμπλικάνος στην Επιτροπή Οικονομικών της Γερουσίας, εμπόδισε τον διορισμό του οικονομολόγου, Πήτερ Ντάιαμοντ σε μία κενή θέση στο Συμβούλιο Ομοσπονδιακού Ταμείου, λέγοντας: | Richard Shelby, the ranking Republican on the Senate Banking Committee, blocked the appointment of MIT economist Peter Diamond to a vacant seat on the Federal Reserve Board. |
Εκτός απ' το ότι μ' εμποδίσατε να βάλω κάτω μια νεράιδα... και το ότι ετοιμάζομαι να χάσω το στέμμα μου στη μάχη... επειδή αποδεκατίστηκε ο στρατός μου; | Apart from the fact that you blocked me from banging a fairy, and I'm about to go lose my crown in battle, thanks to my army being decimated? Yeah. |
Υπάρχει μόνο ένα πράγμα το οποίο μπορεί να τον θεραπεύσει και εσείς το εμποδίσατε. | There's only one thing that can heal him and you've blocked it. |
Βλάκες σαν κι εσάς εμπόδισαν την πρόοδο ανά τους αιώνες. | It is fools like you who have blocked progress throughout the ages. |
Γερμανικό συνδικάτο εγκλήματος. Επανειλημένα μ΄ εμπόδισαν να αγοράσω στη Ζυρίχη ένα ξενοδοχείο Εκβιάζοντάς με. | They are a German crime syndicate, and they've repeatedly blocked my attempts to buy hotel in Zürich through intimidation and blackmail. |
Η VISA και η MasterCard συνεχίσαν την συνεργασία τους με την Κου Κλουξ Κλαν... και για παρόμοιες οργανώσεις, σε όλο τον κόσμο, αλλά εδώ... σταμάτησαν, αβάσιμα και χωρίς τίποτα να το δικαιολογεί... και όχι μόνο αυτό, αλλά εμπόδισαν και τους ελεύθερους συνεργάτες τους να συνεχίσουν. | VISA and MasterCard will happily process payments for the Ku Klux Klan, for all kinds of organizations around the world, and yet this one, with no charges, no warrants, no nothing, they've not only blocked it themselves, they won't let any intermediaries do it. |
Οι φίλοι του Τόαντ, προσπάθησαν να τον βοηθήσουν όμως πάντοτε τους εμπόδισαν. | Toad's friends tried to help him, but were always blocked. |
Με εμπόδιζες να μπω στη Σκότλαντ Γιαρντ. | You were blocking my way at Scotland Yard. |
Έβαλα να το πάρει ο γερανός, εμπόδιζε την λωρίδα της πυροσβεστικής. | Oh I had it towed; it was blocking a fire lane. |
Έπρεπε να μετακι- νήσουν το αμάξι σου επειδή εμπόδιζε. | Listen, Philip, they've had to move your car because it was blocking people in, we're going to have to wait. |
Ήθελα να μπω στο σπίτι, και αυτός ο κύριος με εμπόδιζε. | I climbed over the wall. I was eager to get up to the house and this gentleman was blocking the path. |
Αληθεύει πως στα νιάτα του... σαμποτάρισε έναν αγωγό που εμπόδιζε τη μετανάστευση των καριμπού; | Is it true that when he was younger he sabotaged a pipeline that was blocking... - Migratory caribou? |
Είχε θρόμβους που εμπόδιζαν το ενδοσκόπιο. | He had clots, which were blocking my scope. |
Αυτό ελέγχεται από έναν συνδιασμό ηλεκτροχημικών αντιδράσεων στον εγκέφαλο, εμποδίζοντας τις νευρικές απολήξεις με τη συνεργασία ορισμένων τοξίνων, με αποτέλεσμα να προκαλούνται παραισθήσεις, ασφυξία και παράλυση. | This is controlled by a combination of electrochemical signals in the brain. The blocking of neurotransmitters by certain toxins... has been proven to cause hallucinations, asphyxiation, and paralysis. |
Είσαι εμποδίζοντας την κυκλοφορία . | You're blocking traffic. |
Η μάχη συνεχιζόταν, γρονθοκοπώντας και εμποδίζοντας και σπρώχνοντας και κλοτσώντας, κλοτσώντας, κλοτσώντας! | On and on the fight went, punching and blocking and thrusting and kicking, kicking, kicking! |
Πιέζει τις αρτηρίες στο χέρι σου, εμποδίζοντας τη ροή του αίματος. | It's compressing the arteries in your arm, blocking your blood flow. |
Έχεις εμποδίσει τα σχέδια του πολλές φορές. | You've blocked Hacker time and again. |
Εάν έχει εμποδίσει, θα διακόψει τη δύναμή της. | If it's blocked, it'll interrupt her power. |
Και έχουν εμποδίσει τις φήμες για να μην βγουν στις ειδήσεις. Δεν πιστεύω τέτοια άτομα. | And they blocked the rumors so that it can't go out in the news. |
Μπόρεσε να εμποδίσει απόλυτα την διέξοδο του, ώστε να μην μπορέσει να κάνει πίσω. | He perfectly blocked off his own exit to make it impossible to undo |