Jonas, μην μου μαλακώνεις τώρα. | Jonas, don't you go soft on me now. |
Έλα, μη μου μαλακώνεις.... | Oh, man, don't be gettin' soft on me. |
Μαμά, αρχίζεις να μαλακώνεις, μου φαίνεται. | Why, Mother, you're breaking down. |
Μη μαλακώνεις. | l don't know. l like him. |
Μη μού μαλακώνεις τώρα. | Well, don't you go soft on me, now. |
Δουλεύουν σαν μυρμύγκια αλλά αυτό δεν μαλακώνει τον ταγματάρχη καθόλου θέει να πάρει όλη την κοιλάδα για τα άλογα του... | They work hard but the officer does not care. Wants to have around valley for horses. |
Κάποιον που δε μαλακώνει κάθε φορά που κάνεις ματάκια; | Someone who doesn't go all mushy every time you bat your eyelashes? |
Δεν μαλακώνουμε τα κορμιά μας τοποθετώντας "βάτες". | We do not soften our bodies by... putting down a pad. |
Στρατηγέ, μην μαλακώνετε τώρα μπορούσατε να σκοτώσετε τον σκύλο αυτόν, τον Κλέϋ, αλλά τον αφήσατε. | General, do not come with smoothie. You could have caught the dog of Clay, but let him escape. |
Ίσως όντως μαλάκωσα. | Maybe I did lose my edge. |
Δεν ήθελα να νομίζουν ότι μαλάκωσα στο θέμα των κοριτσιών. | I just didn't want the guys to think... I'd gone soft on the girl issue. |
Γιατί μαλάκωσες έτσι ξαφνικά; Όπως λες, δεν το καταλαβαίνεις. | Boss didn't know my heart was soft that day. |
Πραγματικά μαλάκωσες όσο ήμουν.. Δεν τελείωσα μαζί σου ακόμα. | You really did go soft while I was in... Oh! F... |
"Αν το ατσάλι μαλάκωσε ή έλιωσε, σίγουραδενεπρόκειτογια αποτέλεσμα καυσίμων οποιουδήποτε τύπου..." | " If steel from those buildings did soften or melt, I'm sure we can all agree that this was certainly not due " " to jet fuel fires of any kind, let alone the briefly burning fires in those towers. " |
Ή η φυλακή σε μαλάκωσε σαν το τυρί; | Or did that year in juvie soften your cheese? |
Είχα μια συζήτηση με κάποιον, που όχι μόνο μαλάκωσε τον πόνο μου, αλλά με βοήθησε να καταλάβω οτι ο συζυγός μου δεν πέθανε μάταια, κάποιος που μου θύμησε οτι μόνο η ελπίδα και η εμπιστοσύνη μπορούν να μας γιατρέψουν, | I had a quiet conversation with someone who not only eased my suffering, but... who helped me understand that... my husband did not die in vain, someone that reminded me that only hope and trust can heal us, and that what we share with those we feared is far greater that anything that divides us... |
Οταν ο Μωυσής μαλάκωσε την καρδιά του Φαραώ, αυτό ήταν ένα θαύμα. | # But like he did so long ago in Jericho, God just made a wall fall down |
Πιστεύω πως ο φούρνος ήταν τόσο ζεστός που δεν έλιωσε μόνο το εξωτερικό πολυμερές του Γκλοκ αλλά μαλάκωσε και τη μεταλλική κάννη. | I think it was so hot in that oven that not only did it melt the polymer exterior of the Glock, but it also softened the metal barrel. |
φέτος, οι βροχές μαλάκωσαν το χώμα. Είναι έτοιμο για να σπείρουμε. | That wet winter we had sure did make the ground soft for planting'. |