Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Υπομένω (endure) conjugation

Greek
40 examples

Conjugation of υπομένω

εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
υπομένω
I endure
υπομένεις
you endure
υπομένει
he/she does endure
υπομένουμε
we endure
υπομένετε
you all all endure
υπομένουν
they endure
Future tense
θα υπομείνω
I will endure
θα υπομείνεις
you will endure
θα υπομείνει
he/she will endure
θα υπομείνουμε
we will endure
θα υπομείνετε
you all all will endure
θα υπομείνουν
they will endure
Aorist past tense
υπέμεινα
I did endure
υπέμεινες
you did endure
υπέμεινε
he/she did endure
υπομείναμε
we did endure
υπομείνατε
you all all did endure
υπέμεινα
they did endure
Past cont. tense
υπέμενόμουν
I was enduring green
υπέμενόσουν
you were enduring green
υπέμενόταν
he/she was enduring green
υπέμενόμαστε
we were enduring green
υπέμενόσαστε
you all all were enduring green
ύπεμενόνταν
they were enduring green
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
υπομέισου
you endure!
υπομείνετε
you all be enduring green!
Perfective imperative mood
να υπομένεις
you be enduring green!
υπομένετε
you all be enduring green!

Examples of υπομένω

Example in GreekTranslation in English
Πώς νομίζεις ότι αισθάνομαι ... όταν αναγκάζομαι να υπομένω αυτές τις πρωτόγονες συνθήκες;How do you think I'm feeling... being forced to endure these primitive conditions?
Τόσο πικρό να υπομένω που ο ίδιος ο θάνατος θα ήταν λίγο χειρότερος.So bitter to endure that death itself would be but little worse.
Εγώ έχω μάθει να υπομένω.My way is to endure.
'λλος ένας σαν αυτόν, και θα με αναγκάσετε...να υπομένω τον Χριστιανισμό.One more like that, and you will force me... to endure Christianity.
Από τότε που μπήκα στην Ακαδημία, έπρεπε να υπομένω τους ανθρώπους.Ever since I entered the Academy, I've had to endure the egocentric nature of humanity.
Πρέπει να είναι πολύ στενάχωρο, να έχεις κάποιον άγνωστο να ψαχουλεύει τα προσωπικά σου αντικείμενα, να υπομένεις τέτοια...That must be so violating to have... some absolute stranger pawing through your personal belongings... and to endure that sort of... Wait!
Αγαπημένη μου κόρη πρέπει να μάθεις να υπομένεις τον πόνο.My dearest daughter you have to learn to endure the pain
~Ο πόνος που υπομένεις αντί για εμένα ~♬ The pain that you endure through instead of me ♬
Ξέρεις πως είναι να υπομένεις, αυτή την βρωμιά;Do you know what it's like to endure this kind of filth?
Όταν κοιμάσαι έξω, είναι δύσκολο να υπομένεις τέτοιες θερμοκρασίες, οι οποίες είναι... καταραμένα κρύες.Sleeping outside, it's hard to endure such temperatures, which are... damned cold.
Θα το υπομένουμε.We shall endure.
Τότε πως το υπομένουμε;Then how do we endure it?
Δεν μπορείτε να καταλάβετε το τίμημα που έπρεπε να πληρώνουμε γι αυτό που είμαστε. Ο πόνος που έπρεπε να υπομένουμε.You can't possibly understand the price we've had to pay for what we are, the suffering we've had to endure.
Οι ισχυροί θα εκδιωχθούν από τις παρακμιακές φωλιές τους... και θα εξοστρακιστούν στον ψυχρό κόσμο που ξέρουμε και υπομένουμε!The powerful will be ripped from their decadent nests and cast out into the cold world that we know and endure!
Αλλά υπομένουμε... Επειδή στο τέλος της μέρας, δεν θέλουμε να το περάσουμε μόνοι μας.but we endure... because at the end of the day, we don't want to go it alone.
Δεν μπορεί να υπάρξει ειρήνη... όσο υπάρχουν κάποιοι που υπομένουν τόσο πόνο.There can be no peace... while others endure such pain.
'Η ίσως οι γυναίκες έπρεπε να γίνουν ηρωίδες λόγω του πόνου που έπρεπε να υπομένουν στη ζωή.Or maybe women had to be their own heroes because of the pain they had to endure in life.
'Η είναι αυτή η λέξη ένα ναρκωτικό, που χρησιμοποιούν οι εξευτελισμένοι για να υπομένουν τη ζ ωή τους;Or is that word a drug, which the humiliated use so as to be able to endure?
Θα σας εκπλήξει να μάθετε ότι κάποιοι από τους μεγαλύτερους ηγέτες έπρεπε να υπομένουν μεγάλες αποτυχίες.It might surprise you to know that some of history's greatest leaders have had to endure some pretty great failures.
Είσαι μια επιπλοκή της λαχτάρας του Χένρυ που εκείνοι υπομένουν.You are a complication of Henry's lust that they endure.
Αλαΐς, υπέμεινα τη μακροζωΐα που μου έδωσες με κενό στην καρδιά μου, ένα κενό που εξαπλώθηκε μέχρι που ξεπέρασε την ίδια την καρδιά.Alais, I have endured the long life you gave me with emptiness in my heart, an emptiness that has spread until it became bigger than my heart itself.
Και για να τους γλυτώσω από τον πόνο, υπέμεινα μια αγωνία χειρότερη από τον θάνατο.And to spare them pain, I endured an agony worse than death.
Καταλαβαίνεις ότι εγώ υπέμεινα μια φρικτή γέννα και θάνατο... για να γεννήσω το παιδί που κρατάς.You do realize I had to endure horrendous labor and actual death birthing the child that you're holding.
Όταν διάλεξε εσένα για αφέντη της, το υπέμεινα.When she picked you as master, I endured it.
Αν υπέμεινα ένα μαστίγωμα για κάθε θάνατο στη συνείδησή μου, 40 δεν θα ήταν αρκετά.If I'd endured a lash for each death on my conscience, a 40 wouldn't have begun to cover it.
Φυσικά, όταν φαντάζομαι τι υπέμεινες...Of course, when I imagine what you've endured...
Ειλικρινά δεν νιώθεις τίποτα γι' αυτό το κορίτσι... που είχε τη μοίρα να ζήσει την ίδια ζωή που υπέμεινες εσύ;Do you honestly feel nothing for this girl, a girl fated to live the same life that you've endured?
Το μόνο που υπέμεινες εσύ είναι ένα δυσάρεστο ειδύλλιο και άγχος εξετάσεων στην νομική.All you've endured is an unhappy love-affair and law-exam anxiety.
Κι εσύ, αγαπητή μητέρα, υπέμεινες τα περισσότερα.And you,dear mother, endured it most of all.
- Για όλα όσα υπέμεινες, νομίζαμε, νόμιζα ότι απέδρασες μέσα από τις σήραγγες εκείνο το βράδυ.- Everything that you endured, we thought... I thought that you escaped through the tunnels that night.
Ο Τζορτζ Ουάσινγκτον έχασε όλες τις μάχες που έδωσε. Αλλά υπέμεινε!but he endured.
Αφού οι Βερασίτες ανέπτυξαν την εξαιρετικά πολυπόθητη τεχνολογία τους για την αλήθεια σχεδόν πριν από πέντε αιώνες ο πολιτισμός υπέμεινε ριζικές αλλαγές σε κοινωνικές συμπεριφορές και φιλοσοφίες.actually, harper does have a point. after the verasites developed their highly coveted truth technology nearly five centuries ago, the culture endured radical shifts in social behaviors and philosophies.
Κι η φρίκη που υπέμεινε.And the horror she's had to endure.
Ήμουν στο πλευρό του, ενώ θρηνούσε για την απώλεια του, ενώ υπέμεινε δίκη, την κακοδικία και την επανάληψη της δίκης ότι αδίκως καταδικάστηκε για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε.I was at his side while he grieved over his loss, while he endured trial, mistrial and the retrial that wrongfully convicted him of a crime he did not commit.
Μετά κοίταξα αυτό το μέρος και το χάος που υπέμεινε... τον τρόπο που προσαρμόστηκε, κάηκε, λεηλατήθηκε... ξανακτίστηκε, και πήρα μια διαβεβαίωση.Then I looked around in this place, at the chaos it's endured the way it's been adapted, burned, pillaged then found a way to build itself back up again, and I was reassured.
Και μετά υπομείναμε περίπου 20 λεπτά από αυτό.And then we endured about 20 minutes of this.
Όλοι έχουμε τις ιστορίες μας και υπομείναμε πολλά επιδρομείς, επιδημίες, πλημμύρες.We all have our stories, and we've endured a lot: Raiders, epidemics, floods.
Κι οι δυο υπομείναμε τον πατέρα μας.We both endured our father.
Αφού υπομείναμε τόσο πόνο και βάσανα, έμοιαζε... ασφαλής επιλογή.After having endured so much pain and suffering, he seemed a safe choice.
- Επειδή όλη αυτή η περιπέτεια κάθε σταλιά πόνου και μαρτυρίου που υπομείναμε όλοι μας ήταν το αποτέλεσμα μιας τραγικής και βασικά περίεργης παρεξήγησης. Την οποία σκοπεύω να διορθώσω.- Because this entire affair, every ounce of pain and suffering that all of us have endured has been the result of a tragic and, frankly, mysterious misunderstanding... one I intend to correct.

More Greek verbs

Other Greek verbs with the meaning similar to 'endure':

None found.