Αλλά όταν γράφω, μ'αρέσει να έχουν αρμονία οι λέξεις... να συνδυάζω τις λέξεις... ώστε ο λόγος μου να έχει κάποιο ρυθμό όταν τον γράφω. | I try to combine the words, to ensure a cadence, a rhythm. |
Δεν είναι ακριβώς αυτό που ήθελα να κάνω, αλλά κατάφερνα να συνδυάζω τις δυο μου αγάπες, υποκριτική και πολεμικές τέχνες. | It's not exactly what I want to do, but... I get to combine two things I love the most - acting and martial arts. |
Δεν τυχαίνει συχνά να συνδυάζω την αγάπη για το μπάσκετ με τη δουλειά. | Well, it's not often I get to combine my love of basketball with my job. |
Είναι πολύ φυσικό να τα συνδυάζω. | It's only natural to combine them. |
- Μόνο με στιλ συνδυάζεις μια περιστρεφόμενη θερμαινόμενη... | - Only the In Styler combines a rotating heated... |
Έτσι γίνεται όταν συνδυάζεις | Well, that's the problem when you combine |
Όταν συνδυάζεις την ιδέα για τα σφυρίγματα τη νύχτα, ...την παρουσία της ομάδας των τσιγγάνων με τη φανερή συμφωνία του γιατρού, ...τον επιθανάτιο υπαινιγμό για τη διάστικτη κορδέλα, τότε, ...υπάρχει καλός λόγος να πιστεύω ότι το μυστήριο μπορεί να διαλευκανθεί με αυτά τα στοιχεία. | When you combine the ideas of whistles at night, the presence of a band of gypsies on intimate terms with the doctor, the dying allusion to a speckled band, well, there's good ground to believe that the mystery may be cleared along those lines. |
Αντιθέτως, τα συνδυάζεις και τα λες Δεν θα πρέπει να'σαι ανέντιμος. | Instead, you combine them and you call it, thou shalt not be dishonest. |
- Κάτι τέτοιο. Όμως, η τρίτη σκέψη συνδυάζει τα καλύτερα στοιχεία των δυο προηγούμενων. | But the third thought combines the best aspects of the two. |
Έτσι, για κάθε βιβλίο που εκδόθηκε, θέλουμε να έχουμε μια ιστοσελίδα που να συνδυάζει όλες τις πληροφορίες από τους εκδότες, από βιβλιοπώλες, από βιβλιοθήκες, από αναγνώστες και στη συνέχεια σας δίνει συνδέσεις που μπορείτε να το αγοράσετε, να το δανειστείτε, ή να περιηγηθείτε σε αυτό. | So for every book ever published, we want to have a web page about it that combines all the information from publishers, from booksellers, from libraries, from readers onto one site, and then gives you links where you can buy it, you can borrow it, or you can browse it. |
Έχει ένα τσιπ λογισμικού παρακολούθησης και το συνδυάζει με λογισμικό τεχνητής νοημοσύνης που έχουν και στην Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας. | It's got a carnivore chip and it combines NSA-level A.I. brain patterning software. |
Έχω μια ερώτηση που συνδυάζει τις δύο ειδικότητές σας. | I got a question that combines two areas of your expertise. |
- Τώρα απλά τις συνδυάζουμε όλες στη μέρα όλων των παρελάσεων και ξεμπερδέψαμε μ' αυτό. | Now we just combine them all into one big Parade Day Parade and get it over with. |
Έτσι, όταν συνδυάζουμε τις πληροφορίες αυτές με το μήκος του βίντεο που έχουμε συλλέξει από διάφορες επιχειρήσεις και τα προσωπικά κινητά τηλέφωνα, θα είμαστε σε θέση να εντοπίσουμε ο ύποπτος με υψηλό βαθμό βεβαιότητας χρησιμοποιώντας ψηφιακό πίνακα εγκλήματος μας. | So, when we combine this information with the video footage that we've collected from various businesses and personal cell phones, we'll be able to pinpoint the suspect with a high degree of certainty using our digital crime board. |
Όταν τα συνδυάζουμε, θα αποφεύγουμε τον διπλό κόπο. | When we combine, we'll avoid duplicating our efforts. |
Ακολουθούμε τους φυσικούς νόμους που κατέχουν τα πουλιά και το συνδυάζουμε με το σύστημα πηδαλίου των Ράιτ. | We follow the laws of physics mastered by the birds millennia ago and combine it with the Wright Brothers' steering system. |
Νομίζω πως, χημικά, δεν πρέπει να τις συνδυάζετε. | I think, chemically, you're not supposed to combine those. |
...μεταξύ των πιο πρόσφατων τεχνικών που συνδυάζουν τη χρήση μικροκάμερας, ρομποτικής και νέων τεχνιτών ινών κατασκευασμένων για την εξερεύνηση του διαστήματος και που μετατρέπουν την καρδιαγγειακή εγχείρηση, την μετεγχειρητική φάση και την επανεισαγωγή του ασθενούς στην κανονική του ζωή, όπως ήταν υγειής. | ... among these latest treatment techiniques we're verifying the use of techniques that combine micro videocameras robotics and the use of new artificial fibres designed for space exploration that will transform cardiovascular surgery post surgery period and the reinsertion of the patient into his normal life, in images of the past. |
Έτσι, το φως από τον ήλιο, συν χλωροφύλλης στα φύλλα, συν διοξειδίου του άνθρακα στον αέρα, συνδυάζουν στη φωτοσύνθεση να κάνει τα τρόφιμα για το εργοστάσιο. | So, light from the sun, plus chlorophyll in the leaves, plus carbon dioxide in the air, combine in photosynthesis to make food for the plant. |
Ήμουν γοητευμένος από την ικανότητα των κεντρο-Ευρωπαίων να συνδυάζουν την όμορφη φύση με το σχεδιασμό και τις αγορές. | I've been fascinated by the mid-Europeans' ability to combine beautiful nature with design and shopping. |
Όλοι συνδυάζουν τις λέξεις, με το δικό τους τρόπο. | Everybody combines words in their own way. |
Έβελιν, πες τους πόσα αναψυκτικά συνδύασα στο σινεμά. | Evelyn, tell them how many sodas I combined at the movie theater. |
Έγινα δημιουργικός και συνδύασα αυτά τα δύο. | So I got creative and combined the two. Bite me. |
Έγινε ολοφάνερο όταν συνδύασα... τα δεδομένα του Τζιν Έβανς με την μεθοδολογία του Ρόσμο που λέει ότι ο δολοφόνος είναι ένας καμουφλαρισμένος εγκληματίας. | It became apparent when I combined Gene Evans' data with Kim Rossmo's methodology that this killer is a stealth predator. |
Έκανα εικονικό και γλωσσικό σκανάρισμα σε κάθε επιτυχημένη αμερικάνικη πολιτική διαφήμιση και συνδύασα τις καλύτερες τεχνικές. | I did an image and language scan Of every successful u.S. Political ad, And I just combined the top techniques. |
Έλιοτ, συνδύασες τα δύο αγαπημένα μου πράγματα. | Elliot, you combined my two favorite things. |
Ή μπορεί να συνδύασες 2 αναμνήσεις μαζί. | Or maybe you've combined two memories together. No. |
Ο Χάινφετζ και ο Μπρόνκιν διαφέρουν ριζικά σε στυλ και τεχνικές, παρόλα αυτά τους συνδύασες επιτυχώς. | Heifetz and Bronkin have radically different styles and techniques, yet you combined them successfully. |
Όταν ο φον Φραουνχόφερ συνδύασε το πρίσμα με το τηλεσκόπιο και το έστρεψε στον ουρανό, έφερε τα αστέρια πιο κοντά μας. | When Joseph Fraunhofer combined a prism with a telescope and turned it toward the skies, he brought the stars much closer to us. |
Η Google συνδύασε όλη την πληροφορία που είχε συλλεχτεί για ένα άτομο από οποιαδήποτε υπηρεσία και την έβαλε σε ένα μόνο φάκελο. | Google combined l of the information Any of the services had collected about a person And put them into one ngle profile. |
Η συσκευή του "'σχημου" πρέπει να επανανεργοποίησε τα κελύφη. Τα συνδύασε κάπως σε ένα πλάσμα που μπορούσε να ελέγξει. | Ugly's device must have reactivated the husks... combined them somehow into a creature he could control. |
Ο Κάμερον συνδύασε τη θεραπεία-σοκ με την υπνοθεραπεία... επαναλαμβάνοντας στους ασθενείς του ηχογραφημένα μηνύματα. | Cameron combined shock therapy with sleep therapy. and the repeated playing of taped messages. |
Η ομάδα μου, μαζί με τον κ. ΜισώΝαΧάνωΣταΗλεκτρονικά από εδώ, συνδυάσαμε ένα νευροδραστικό τζελ ελέγχου του εγκεφάλου που αναπτύσσω... | My team, along with Mr. "Ooh, I hate losing at the video games" here, combined a neuroactive mind-control gel that I'm developing... |
Νομίζω ότι μόλις συνδυάσαμε του Αγίου Βαλεντίνου με την 4η Ιουλίου. | Well, I believe we just combined Valentine's Day with the Fourth of July. |
Ο Μπέλι κι εγώ κάποτε συνδυάσαμε ένα μικροσκοπικό κομμάτι του σύμπαντός μας με το εναλλακτικό σύμπαν, σε μια γυάλα με χρυσόψαρα, στο εργαστήριό μας. | Belly and I once combined a tiny portion of our Universe with the alternate Universe in a goldfish bowl in our lab. |
Οπότε συνδυάσαμε... τα πάντα. | So we combined... everything. |
Έχεις δίκιο, είναι καλύτερο. Όταν οι γονείς σου συνδύασαν το DNA τους οι πιθανότητες ότι θα δημιουργούσαν ένα άτομο με το γενετικό σου πρότυπο ήταν δέκα εκατομμύρια προς ένα. | When your parents combined their DNA, the odds that they would create a person with your precise genetic pattern were on the order of ten million to one. |
Με λένε Ντημς Τέηλορ, και έχω τη μεγάλη χαρά να σας καλωσορίζω εδώ, εκ μέρους του Γουόλτ Ντίσνεϋ, του Λέοπολντ Στοκόφσκυ, και όλων των καλλιτεχνών και μουσικών, που συνδύασαν το ταλέντο τους, για τη δημιουργία αυτής της ψυχαγωγικής ταινίας με τίτλο Φαντασία. | My name is Deems Taylor, and it's my very pleasant duty to welcome you here on behalf of Walt Disney, Leopold Stokowski and all the other artists and musicians whose combined talents went into the creation of this new form of entertainment, Fantasia. |
Οι κύριοι Μαγκουάιρ συνδύασαν τα σπέρματά τους. Οπότε και οι δύο είναι πιθανοί πατέρες. | Mr. and Mr. Maguire had their semen samples combined, so either one could be our baby's father. |
Ένας σιδηρούχος επιστήμονας Corp ήταν απαχθείς για έναν μήνα πριν από έναν ανταγωνιστή συνδυάστε. | A Ferrous Corp scientist was kidnapped about a month ago by a rival combine. |
Αλλά συνδυάστε αυτό το στυλ μουσικής που τραγουδούσαν το οποίο ήταν επηρεασμένο από ροκ έτσι έπρεπε να το κόψουν. | But combine that with the style of music they were making, which was rock-influenced, so they had, like, a little edge to it. |
-Ο πρώτος είναι κάποιος... που δημιουργεί συνδυάζοντας υπάρχοντα πολλαπλών χρήσεων αντικείμενα... και τα ενώνει. Αυτό κάνω. | Well, the first definition is "someone who creates by combining existing, very often diverse standardized parts and brings them together." That's what I do. |
Όταν το βίντεο γεμίσει... εγώ, μαζί με το βίντεο θα πέσουμε στο νερό... συνδυάζοντας τα ηλεκτρο-κάτι πεδία μας... και εγώ θα σταλθώ σε μια ιστορική αναδρομή! | When TiVo is full, both TiVo and I will be dropped into the water, combining our electrowhatever fields and sending me into a flashback of history! |
Όχι πραγματικά αγαπούσε συνδυάζοντας πάρτι γενεθλίων με Ralph. | No. I actually loved combining birthday parties with Ralph. |
Εξωθούσε τα όρια της επιστήμης, συνδυάζοντας συχνά την επι- στήμη με τα τεχνουργήματα. | Pushed the boundaries of science, and combining that science with artifacts. |
Κανείς δεν έχει συνδυάσει ποτέ την RB με την εκκλησιαστική μουσική. | Nobody's ever combined RB and gospel before. |
Κανείς δεν είχε συνδυάσει ποτέ τόσα στοιχεία σε μια κατάδυση σε τέτοια βάθη. | Nobody had ever combined this many elements into a single-dive operation before at these depths. |
Κι εγώ τη φοράω, αλλά την έχω συνδυάσει με τη μάσκα οξυγόνωσης για πλήρη χαλάρωση. | Actually, I'm also wearing that mask, except I've combined mine with a Scrub You Later oxygenation mask for complete relaxation. |
Λοιπόν, Γιόχαν, θα είχε συνδυάσει το DNA από αυτά τα πλάσματα, θεωρητικά με το ανθρώπινο DNA. | So, Johann, would have combined the DNA of these creatures, theoretically with human DNA. |