Έπρεπε να αντλώ νερό, όπως και εσύ. | I had to pump water, like you. |
- Λες ότι αναπνέεις αντλείς αίμα διατηρείς τη θερμoκρασία. | - You say you're breathing, pumping blood, maintaining temperature. |
Όταν έρχεται, το αντλείς. | When it comes, you pump it. |
Απλώς το αντλείς, και τραβάς αυτό το πράγμα σαν σκανδάλη. | You just pump it a bunch, and you pull the trigger thing. |
Αυτό που αντλείς είναι σχεδόν καύσιμο πολλών οκτανίων. | What you pump out is almost hi-octane gas. |
Αυτό οδηγεί στην πηγή ρεύματος, αυτό είναι συνδεδεμένο με την αντλία, η οποία αντλεί το αίμα για σένα. | This leads to the power source, this one is connected to the pump that pumps your heart for you. |
Είναι χτισμένο γύρω από μια υδροθερμική διέξοδο , ένα ηφαιστειακό άνοιγμα στην Γη apos? S κρούστα ότι αντλεί από τα σύννεφα θειούχες χημικές ουσίες και νερό θερμαίνεται σε περίπου 300 βαθμούς Κελσίου. | It's built around a hydrothermal vent, a volcanic opening in the Earth's crust that pumps out clouds of sulphurous chemicals and water heated to nearly 300 Celsius. |
Εντάξει, το κέντρο επεξεργασίας αδρανοποίησης είναι αυτό που αντλεί τη μοβ γλίτσα μέσα στην Αποθήκη δημιουργώντας ένα πεδίο σταθερότητας. | Okay, the neutralizer processing center is what pumps the purple goo through the warehouse, creating a stability field. |
Η καρδιά αντλεί αίμα. | A heart pumps blood. |
- Το αντλούμε και το αποθηκεύουμε εδώ. | We pump it back out and store it there. |
Μέχρι να επιστρέψω... ο Μπόμπι θα έχει συνηθίσει να αντλούμε πετρέλαιο από το Σάουθφορκ κι όλα θα έχουν γίνει. | By the time I'm back, Bobby will have gotten used to oil being pumped on Southfork and the damage will be done. |
Ξεκινήσαμε να αντλούμε τα ρηχή αποθέματα. | We began by pumping out the shallow deposits. |
Τότε θα συνεχίσουμε να αντλούμε οξύ μέχρι η ενδοχώρα να πει να σταματήσουμε. | Okay, then we'll keep pumping acid until the mainland says stop. |
Οι περισσότεροι από εσάς πάντως θα καταλήξετε να αντλείτε φωταέριο ή να κόβετε μεταλλικά ελάσματα! | Most of you however will be pumping gas or cutting sheet metal! |
Το αντλείτε από το πλάσμα, το διοχετεύεται κάτω, το Τζάγκραφες μένει δροσερό και ζωντανό. | You pump it out the creature, channel it downstairs. Jagrafess stays cool, stays alive. |
Το νερό αντλείτε κανονικά. | Water's pumping normally. |
Tο έστρωσαν για να χτίσουν, μηχανές για να αντλούν μονοξείδιο, του άνθρακα. μέσα στην ατμόσφαιρα. | They paved it to build machines that pump carbon monoxide into the atmosphere. |
Επίσης τυχαίνει να μ'αρέσει όταν αυτές οι φεμινίστριες επιτίθονται σ'αυτές τις χοντρές νοικοκυρές οι οποίες πιστεύουν ότι δεν υπάρχει τίποτα άλλο στη ζωή απ΄το να κάθεσαι σπίτι με το τηλέφωνο στο χέρι, πίνοντας τον καφέ, να βλέπουν τηλεόραση και να αντλούν ένα μωρό κάθε εννέα μήνες. | I also happen to like it when feminists attack these fat ass housewives who think there's nothing more to life than sitting home on the telephone drinking coffee, watching TV and pumping out a baby every nine months. |
Ζούνε ακόμα? Ναι αμέ, παρουσιάζουν όλα τα αποκαλυπτικά σημάδια... τα νύχια τους μεγαλώνουν, η καρδιές τους αντλούν υγρά, όλο το πακέτο. | Sure, they exhibit all the telltale signs... toenails growing, hearts pumping fluid, the whole shmagoigle. |
Θ'αφήσω τις άλλες δύο μηχανές ν'αντλούν καύσιμα. | Try to keep the other two engines running the pumps, and hope. |
Ίσως ο δολοφόνος άντλησε το νερό με τον ίδιο τρόπο που φουσκώνουμε μπαλόνι. | Well, then, maybe the killer pumped the water the same way that you'd blow up a balloon. |
Αυτός άντλησε πρώτος το πετρέλαιο. | The oil belongs to whoever pumped it first. |
Μου το άντλησε. | She pumped it out of me. |
Σου άντλησε μαγνητικούς παλμούς. | Zuber pumped magnetic pulses through your brain. |
Κάψαμε ορυκτά καύσιμα και αντλήσαμε τόνους από διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα για περισσότερο από εκατό χρόνια. | We burned fossil fuels and pumped tons of carbon dioxide into the air for more than a hundred years. |
Το είπα στον Χάου χθες ότι ο Ζόριν αντλούσε θαλασσινό νερό. | I told Howe yesterday that Zorin was pumping sea water into his wells. |
Αντλούν κοντά στα 300.000 βαρέλια ημερησίως... στην ιδιοκτησία τους στο Καζανάρε, ή για να γίνω πιο συγκεκριμένος, αντλούσαν τόσο πολύ... μέχρι πριν περίπου δύο εβδομάδες. | They're pumping close to 300,000 barrels a day out of their field in Casanare, or, to be more specific, they were pumping that much until about two weeks ago. |
Δεν έχουμε αντλήσει ποτέ αντιύλη μέσω αυτών των εγχυτήρων πριν. | We've never pumped this much antimatter through the injectors before. |
Ακόμα και η υγιείς καρδιές είναι ήδη σε κατάσταση πανικού, αντλώντας πιο δύσκολα την παροχή οξυγόνου στους εγκέφαλους μας. | Even healthy hearts are already in panic mode, pumping harder to supply oxygen to our brains. |
Η καρδιά ελαττώνει την λειτουρ- γία της, αντλώντας λιγότερο αίμα. | The heart slows, pumping less blood. |
Οι πυροσβέστες έμειναν στη γέφυρα όλη τη νύχτα, αντλώντας βενζίνη. | The firemen stayed out all night on the bridge pumping up gasoline. |