Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Διερευνώ (investigate) conjugation

Greek
27 examples

Conjugation of διερευνώ

εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
διερευνώ
I investigate
διερευνείς
you investigate
διερευνεί
he/she does investigate
διερευνούμε
we investigate
διερευνείτε
you all all investigate
διερευνούν
they investigate
Future tense
θα διερευνήσω
I will investigate
θα διερευνήσεις
you will investigate
θα διερευνήσει
he/she will investigate
θα διερευνήσουμε
we will investigate
θα διερευνήσετε
you all all will investigate
θα διερευνήσουν
they will investigate
Aorist past tense
διερεύνησα
I did investigate
διερεύνησες
you did investigate
διερεύνησε
he/she did investigate
διερευνήσαμε
we did investigate
διερευνήσατε
you all all did investigate
διερεύνησαν
they did investigate
Past cont. tense
διερευνούσα
I did investigate
διερευνούσες
you did investigate
διερευνούσε
he/she did investigate
διερευνούσαμε
we did investigate
διερευνούσατε
you all all did investigate
διερευνούσαν
they did investigate
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
διερεύνα
you investigate!
διερευνείτε
you all investigate!
Perfective imperative mood
διερεύνησε
you investigate!
διερευνήστε
you all investigate!

Examples of διερευνώ

Example in GreekTranslation in English
Δεν είναι η δουλειά μου να διερευνώ την μοιχεία.It's not my job to investigate adultery.
Δεν θα ήθελα να διερευνώ εσένα όλη την ώρα.I would hate to investigate you all the time.
Πόσο καιρό διερευνείς την υπόθεση;How long did you investigate the case?
Αλλά όταν αυτό συμβαίνει, το διερευνούμε διεξοδικά.But when it does occur, we like to investigate thoroughly.
Βέβαια, και σε αυτή την περίπτωση, χρειάζεται να είμαστε ανοιχτόμυαλοι καθώς διερευνούμε τις λύσεις.Now, again, a certain amount of cultural openness is required as we investigate solutions.
Τώρα απλά κάνουμε ότι διερευνούμε.Now we're just pretending to investigate.
Έχουμε τόσους φόνους εδώ, που μετά βίας διερευνούμε τις αυτοκτονίες.We have so many murders here, we hardly investigate the suicides.
Εξερευνούμε, διερευνούμε και τιμούμε κάθε άποψη του Ναού και τον ρόλο που διαδραμάτισε στην πνευματική ευμάρεια όλων των εθνών του κόσμου.We explore, investigate, and celebrate every aspect of the Temple and the central role it fulfilled in the spiritual well-being of all the nations of the world.
Στη Νέα Υόρκη, οι επιθεωρητές που διερευνούν τέτοια εγκλήματα, απαρτίζουν την επίλεκτη Μονάδα Ειδικών Θυμάτων.In New York City, the dedicated detectives who investigate these vicious felonies are members of an elite squad known as The Special Victims Unit. These are their stories.
Έχω κανόνες και για τύπους που με διερευνούν.I have rules about guys that investigate me, too.
Και οι δύο διερευνούν, αλλά τι μπορούν να κάνουν;They both investigate, but what can they do?
Αν μπορέσετε να νικήσετε τον Δάσκαλος Λι τότε θα είστε από την οικογένεια chen και θα διερευνήσω την υπόθεση για σαςIf you can defeat Master Li then you are really from the Chen family I will investigate the case for you
"Ήδη εν ενεργεία, μια ειδική ομάδα του FΒΙ με επικεφαλής τον Πήτερ Κηζ θα διερευνήσει το εμπόριο ναρκωτικών ουσιών.""Effective immediately, a federal task force under Special Agent Peter will investigate criminal activities involving the trafficking of
Η επιτροπή θα διερευνήσει συμβάντα βασανισμένων και φόνων... που έγιναν μεταξύ 1975 και 1980... κατά τη διάρκεια της χούντας.The commission will investigate acts of torture and murder... that took place between 1975 and 1980... under the military junta.
Ποιος Αξιωματικός θα διερευνήσει αυτή την υπόθεση στη θέση σας;Which officer will investigate this case in your place?
Το διερεύνησα.We'd it investigated.
Ναι, αλλά στο Σαν Πάολο άκουσα για το άγαλμα, και το διερεύνησα.Yes, but in Sao paulo I heard about the statue, so I investigated.
Είδα κάτι ασυνήθιστο να συμβαίνει, έτσι το διερεύνησα.I saw something unusual going on, so I investigated. I didn't mean to hurt...
Όταν ήρθα στο Εφ Μπι 'ι, αυτή ήταν μία απ'τις πρώτες υποθέσεις που διερεύνησα μαζί με τον Τζον.When I joined the F.B.I., this was one of the cases John and I investigated together.
- Τα διερεύνησα όλα- What did you find out? - I investigated it all
Δεν είπες τίποτα. Δε διερεύνησες ένα νέο μέρος του εξοπλισμού - που ξαφνικά εμφανίστηκε στο Κέντρο Επιχειρήσεων.You didn't say anything, didn't investigate a new piece of equipment that just appeared in CIC?
Δεν διερεύνησες τον θάνατο ενός από τους σμηνίτες σου;You didn't investigate the death of one of your own airmen?
Ο Ειδικός Πράκτορας Εν Πλω Ρίτσαρντ Όουενς διερεύνησε την κλοπή του '94.NCIS Special Agent Afloat Richard Owens investigated the robbery in '94.
Θέλω να μάθω ποιος από εδώ διερεύνησε την υπόθεση.I want to know who here investigated the case.
Η CIA διερεύνησε ακραίες τεχνικές όπως ... η ύπνωση και ακολούθως την Πεντοθάλη Νατρίου... και αργότερα το ηλεκτροσόκ.The CIA investigated exotic techniques such as ... hypnosis and then Sodium pentothal with ... and later with electric shock.
Ο αδελφός μου ήταν στην ομάδα έρευνας, που διερεύνησε το ατύχημα.My brother was on the n. t.s. b.team That investigated the accident.
Εκείνος που διερεύνησε λόγω της μαύρης Παρασκευής σκάνδαλο του χρυσού στην αγορά του 1869, όταν χρηματοδότης Jay Gould και άλλοι στριμώξει την αγορά χρυσού προκαλώντας άγρια ? διακυμάνσεις στην τιμή.He investigated it because of the black friday gold-market scandal of 1869 when financier Jay Gould and others cornered the gold market causing wild fluctuations in the price.

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

εξερευνώ
explore

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'investigate':

None found.