Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Συσσωρεύω (accumulate) conjugation

Greek
24 examples
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
συσσωρεύω
συσσωρεύεις
συσσωρεύει
συσσωρεύουμε
συσσωρεύετε
συσσωρεύουν
Future tense
θα συσσωρεύσω
θα συσσωρεύσεις
θα συσσωρεύσει
θα συσσωρεύσουμε
θα συσσωρεύσετε
θα συσσωρεύσουν
Aorist past tense
συσσώρευσα
συσσώρευσες
συσσώρευσε
συσσωρεύσαμε
συσσωρεύσατε
συσσώρευσαν
Past cont. tense
συσσώρευα
συσσώρευες
συσσώρευε
συσσωρεύαμε
συσσωρεύατε
συσσώρευαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
συσσώρευε
συσσωρεύετε
Perfective imperative mood
συσσώρευσε
συσσωρεύστε

Examples of συσσωρεύω

Example in GreekTranslation in English
- Η εικασία μου είναι... καθώς συσσωρεύεις οπτικά δεδομένα, το πλεόνασμα αυτών, επανερμηνεύτηκε... απ' το νευρωνικό σου δίκτυο, σαν τυχαίες εικόνες.My guess is, as you accumulate visual data, the surplus can get reinterpreted by your neural network into random images.
Η ανικανότητα να συσχετίζεις πράγματα. να συσσωρεύεις εμπειρία και να την εξελίσσεις.the inability to relate things, to accumulate experience and to develop.
Όσο μεγαλώνει ο άνθρωπος, τόση περισσότερη γνώση συσσωρεύει, και τόσο πιο μιαρό βλέπει τον κόσμο. Το μυαλό σου είναι γεμάτο άχρηστα πράγματα που σου στερούν την αθωότητα.You see, the older a man gets, the more knowledge he accumulates that dirties his view of the world... a bunch of stuff you don't need in your head that takes away the innocence.
Βιρ, είναι η πικρή αλήθεια. Όσο κάποιος συσσωρεύει δύναμη, χάνει φίλους.Vir, it is a terrible truth... but as one accumulates power, one loses friends.
Είναι γενετικό. Το σώμα συσσωρεύει υπερβολικά πολύ χαλκό.It's genetic - the body accumulates too much copper.
Η εποχή μας συσσωρεύει εξουσίες και φαντάζεται τον εαυτό της ως ορθολογική.Our era accumulates powers and imagines itself as rational.
Παράξενο. Όσο γερνάμε, τείνουμε να συσσωρεύουμε τις τοξίνες.As we get older, we tend to accumulate toxins.
Συνηθίζουμε να συσσωρεύουμε πράγματα.Well, we accumulate things.
Αναγκαστικά ο τόκος συσσωρεύετε, αν δεν γίνεται εξόφληση.Interest is bound to accumulate if you're not making repayments.
Αυτό το μένος συσσωρεύετε στο μέρος που αυτό το πρόσωπο έζησε και γίνετε το "κάρμα" του.This grudge is accumulated in the place where that person lived and becomes its "Karma".
Γνωρίζουμε ότι με τη φρουκτόζη, έχετε την τάση να συσσωρεύετε περισσότερο λίπος στην περιοχή αυτή.We know that with fructose, you tend to accumulate more fat in this area.
Δεν μπορείτε να συσσωρεύετε, πρέπει να το αξίζετε, θυμάστε;You can't just accumulate, you need to deserve it, remember?
'Ισως δεν είναι σωστό αυτό που θα πω... ύστερα από όσα έχετε κάνει, αλλά... οι άνθρωποι συσσωρεύουν πάρα πολλά πράγματα όσο ζουν.It may not be proper to say this... after all you've done, but... human beings accumulate so many things during their life.
Ο μόνος τρόπος αξιοπρεπής να συσσωρεύουν πλούτο Είναι εκ γενετής.The only dignified way to accumulate wealth is by birth.
Οι άνθρωποι σε μια κοινωνία αφθονίας, όπου έχουν πρόσβαση σε πράγματα πραγματικά δεν θα θέλουν πια να αποθηκεύουν και να συσσωρεύουν πράγματα.People in a society of abundance, having access to things will really no longer begin to store and accumulate things.
Οι εργοδότες δεν μπορούν να έχουν παρα- γωγικότητα, ούτε να συσσωρεύουν κέρδη αν δεν έχουν την καλή πρόθεση των εργατών ή την συγκατάθεσή τους στην υλοποίηση αυτής της βιομηχανίας!The employers cannot carry out industry nor accumulate profits if they have not the goodwill of the workers, or their acquiescence in carrying out that industry!
Όχι γι' αυτό, αλλά για τα πλούτη που συσσωρεύσαμε.No, but for the wealth we have accumulated.
'Οπως έλεγα, Στήβενσον, σύμφωνα μέ τίς πληροφορίες μας... καί έχουμε άξιόπιστες πηγές... άπό τότε πού διακόψατε τή συνεργασία μαζί μας... ..συσσωρεύσατε ένα μεγάλο στόκ έμπορεύματος... ..άπό τό όποίο μπορέσατε νά διαθέσετε μόνο τό ένα-τρίτο.As I was saying, Stevenson, according to our information... and we have accurate sources... since you decided to disassociate yourself from us... you've accumulated quite a stock... of which you have been able to dispose of only one-third.
Πρώτα, θα χρειαστούμε μια καταμέτρηση όσων συσσωρεύσατε για μένα.First, we'll need an accounting of all you've accumulated for me.
Όταν ήσουν βρέφος, τα δόντια που δεν θα σου έπεφταν αργότερα, αναπτύσσονταν βαθιά στο οστό του σαγονιού σου, συσσωρεύοντας συγκεκριμένα ισότοπα απ' το περιβάλλον που ζούσες.When you were an infant, your permanent teeth were developing deep in your jaw bone, accumulating specific isotopes from the environment where you lived.
- Γιατί ασχολούμαστε με γνωστούς παράγοντες. Με γνώσεις που έχουμε συσσωρεύσει ως τώρα.Because we deal with known quantities, with knowledge we've accumulated up to now.
Έχεις συσσωρεύσει τρεις μήνες αδείας.Look, you've got about three months of leave accumulated.
Από George Washington στο William Jefferson Clinton... Ο πρώτος πρόεδρος μέχρι και το 42ο πρόεδρο, έχουμε συσσωρεύσει 5,6 τρισεκατομμύρια δολαρίων στο σύνολο του χρέους.From George Washington to William Jefferson Clinton... the first president to the 42nd president, we accumulated $5.6 trillion in total debt.
Ας ακούσουμε το δηλητήριο που έχεις συσσωρεύσει.Let's hear the poison you've accumulated. I pity you.

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'accumulate':

None found.