Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Θημωνιάζω (nurse) conjugation

Greek
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
θημωνιάζω
θημωνιάζεις
θημωνιάζει
θημωνιάζουμε
θημωνιάζετε
θημωνιάζουν
Future tense
θα θημωνιάσω
θα θημωνιάσεις
θα θημωνιάσει
θα θημωνιάσουμε
θα θημωνιάσετε
θα θημωνιάσουν
Aorist past tense
θημώνιασα
θημώνιασες
θημώνιασε
θημωνιάσαμε
θημωνιάσατε
θημώνιασαν
Past cont. tense
θημώνιαζα
θημώνιαζες
θημώνιαζε
θημωνιάζαμε
θημωνιάζατε
θημώνιαζαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
θημώνιαζε
θημωνιάζετε
Perfective imperative mood
θημώνιασε
θημωνιάστε

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'nurse':

None found.