Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Θεμελιώνω (found) conjugation

Greek
2 examples

Conjugation of θεμελιώνω

εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
θεμελιώνω
I found
θεμελιώνεις
you found
θεμελιώνει
he/she founds
θεμελιώνουμε
we found
θεμελιώνετε
you all found
θεμελιώνουνε
they found
Future tense
θα θεμελιώσω
I will found
θα θεμελιώσεις
you will found
θα θεμελιώσει
he/she will found
θα θεμελιώσουμε
we will found
θα θεμελιώσετε
you all will found
θα θεμελιώσουνε
they will found
Aorist past tense
θεμελίωσα
I founded
θεμελίωσες
you founded
θεμελίωσε
he/she founded
θεμελιώσαμε
we founded
θεμελιώσατε
you all founded
θεμελίωσαν
they founded
Past cont. tense
θεμελίωνα
I was founding
θεμελίωνες
you were founding
θεμελίωνε
he/she was founding
θεμελιώναμε
we were founding
θεμελιώνατε
you all were founding
θεμελίωναν
they were founding
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
θεμελίωνε
be founding
θεμελιώνετε
found
Perfective imperative mood
θεμελίωσε
found
θεμελιώστε
found

Examples of θεμελιώνω

Example in GreekTranslation in English
Βάλτε μία πέτρα για τον 'Αγιο Πέτρο... και θεμελιώνετε τη σωτηρία και την ευτυχία σας στον Παράδεισο."Lay a stone for Saint Peter's, "and you lay the foundation for your own salvation and happiness in heaven." How?
Ανήκω στην ίδια κατηγορία ανθρώπων όπως ο Γάλλος Υπουργός Μαζινό (Αντρέ Μαζινό, της ...γνωστής Γραμμής) που θεμελίωσε ένα είδος ENI.I belong to the same category of men as the French minister Maginot, who founded a sort of ENI.

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

εκθεμελιώνω
guarantee
ξεθεμελιώνω
unfold

Other Greek verbs with the meaning similar to 'found':

None found.