- Δε θέλω να σε σοκάρω, Πωλ... αλλά γνωρίζω πράγματα που δεν γνωρίζεις εσύ. | I don't mean to shock you, Paul, but I am privy to things that you're not. |
- Το ξέρω! Απλά προσπαθώ να σε σοκάρω για να αντιδράσεις. | I'm just trying to shock you into action. |
Όταν λέω στην τηλεόραση ότι πρέπει να αντεπιτίθεται κανείς, το λέω για να σοκάρω τους ανθρώπους. | If I say on television that you need to fight back, I say it to shock people. |
Όχι ότι μου φταίν' σε τίποτε βέβαια, αλλά μερικές φορές μου σπάν' τα νεύρα μωρέ και μιλά έτσι για να σοκάρω τον κόσμο. | It's not their fault but sometimes I hate them. I do it to shock them sometimes. |
Αν ήθελα να σε σοκάρω, θα σκεφτόμουν αυτό. | If I was trying to shock you, I'd have been thinking about this. |
"'Οχι αυτά τα σχέδια, θα σοκάρεις τους Αλγερινούς αγωνιστές. " | "Don't print that drawing" or "You'll shock real Algerian militants". |
'φησε την ήσυχη την σοκάρεις. | Leave her alone, you're shocking her. |
- Daniel, με σοκάρεις! | Daniel, I'm shocked ... |
- Θες να κάνουμε συμφωνία, με σοκάρεις. | You want a deal. How terribly shocking. |
- Με σοκάρεις, Ρήγκαν. | - I'm shocked, Reagan. |
"ας ροκάρουμε ας σοκάρουμε, ας είμαστε μαζί μέχρι τις 1!" | "Lets rock lets shock, Gonna be together till 1'o'clock!" |
Ας σοκάρουμε το δυτικό κόσμο μαζί. | Let's shock the Western World together. |
Δεν μπορούμε να τον σοκάρουμε. | We can't shock him. |
Δεν πρέπει να τον σοκάρουμε. | No shocks. |
Θα είναι ουσιαστικά αδύνατο να επικοι- νωνήσουμε μαζί της στο εγγύς μέλλον εκτός αν προσπαθήσουμε να τη σοκάρουμε για να βγει από αυτή την κατάσταση. | It's gonna be next to impossible to communicate with her in the near term unless we essentially attempt to shock her out of this state. |
Δεσποινίς Μάρκους, με σοκάρετε. | Miss Marcus, you shock me. |
Θα με σοκάρετε; | You're gonna shock me? |
Θα σου πώ. τι είναι ακόμα καλύτερο πολύς κόσμος, σοκάρετε όταν το αναφέρω, ...είναι....οι γωνίες της κάμερας. | I tell you what's even better- a lot of people are shocked when I say this - the camera angles. |
Κ. Σουίνι, σας αρέσει να συμπεριφέρεστε απρεπώς και να λέτε πράγματα για να σοκάρετε. | Mr. Sweeney, you enjoy being inappropriate, saying things intended to shock. |
Και αφού ένα κομμάτι του πολιτισμού σοκάρετε έρχεται πίσω στο Ριντίμερ. | And having a bit of culture shock coming back to Redeemer. |
"Μόλις έμαθα νέα που θα σοκάρουν τον κόσμο. | "Just got word that will shock the world. |
-Σε σοκάρουν; | - Does it shock you? |
Άνθρωποι του θεάματος. Άνθρωποι που ζουν προετοιμάζοντας σα- φείς και μερικές φορές φρικτές αλήθειες. Για να καταπλήξουν, να σοκάρουν. | Showmen, men who live by dressing up plain and sometimes brutal truths, to amaze, to shock. |
Έχεις δίκιο , είμαι σίγουρος ότι με έξι παιδιά πάρα πολύ λίγα πράγματα μπορούν να τη σοκάρουν. | You're right. I'm sure with 6 children there's very little that could shock your mother. |
Έχω νέα για την κόρη σας που θα σας σοκάρουν. | I have shocking news about Samantha. |
Αλλά αν είχα την αίσθηση ότι την σόκαρα, έστω και λίγο, | But if I'd felt I was shocking her, even a little, |
Με σόκαρε ! | It was shocking. |
- Όχι, δεν με σοκάρει. | Not shocked, no. |
- Γιατί δε με σοκάρει αυτό; | - Why am I not shocked? |
- Δεν με σοκάρει καθόλου. | Color me shocked. |
- Με σοκάρει που δεν με σταμάτησες. | Wow, I'm shocked you didn't stop me. |
- Σε σοκάρει αυτό; | - You shocked by that? |