"Για να σε μυρίζω καλύτερα!" | "All the better to smell you with!" |
"Θέλω να μυρίζω τη σκοτεινή ύλη." | I want to smell dark matter. |
- Δεν θέλω να το μυρίζω όλη την ώρα. | I don't want to have to smell that all the time. |
- Πρέπει να μυρίζω έτσι; | - Do I have to smell like a tart? |
-Όχι, μ' αρέσει να μυρίζω το φαΐ μου. | I just like to smell my lunch. |
"Η ανάσα της βρωμάει" Ξέρω πως μυρίζεις όμορφα... αλλά έχω πείσει τον εαυτό μου πως βρωμάς. | "Her breath stinks." l know you smell good... but l've convinced myself that you stink. |
"Μίλισεντ, μυρίζεις τέλεια." | Millicent, you smell so good. |
"Ξυπνάς και είσαι στο βάλτο... και μυρίζεις τη γη. " | You wake in the bog, Burning with The smell of earth. " |
"Σπουδαίο πράγμα να μυρίζεις το αφτί σου." | Oh, I wish I were you to be able to smell your own ear! |
"Τζον τζον, μυρίζεις μπύρα και τσιγαρίλα". | Ken, you smell like beer and cigarettes. |
"Ένας χίπυς είναι κάποιος που μοιάζει με τον Ταρζάν... περπατάει όπως η Τζέην και μυρίζει όπως η Τσίτα". ΡΟΝΑΛΝΤ ΡΗΓΚΑΝ | A hippie is someone who seems Tarzan, runs as Jane and smells like Cheetah. |
"Δεν ξέρω που κυλίστηκες απόψε, αλλά σίγουρα μυρίζει υπέροχα! " | "I don't know what the hell you rolled in tonight, but it smells lovely!" |
"Η δική σας μυρίζει ακόμα πιο άσχημα." | "Yours smells even worse." |
"Κάτι μυρίζει υπέροχα". | "Something sure smells good." |
"Τίποτα στον κόσμο δεν μυρίζει έτσι. | "Nothing in the world smells like that. |
'Οπως βλέπετε δεν αργούμε ούτε μυρίζουμε όλοι σαν ουρητήρια. | As you can see, not all informers are late. And they don't all smell like a latrine. |
'Οπως όταν μυρίζουμε κάτι, γιατί η μυρωδιά... είναι μόρια που έχουν φύγει απ'αυτό το σώμα. | Because when you smell a smell it's not really a smell, it's part of the object that has come off of it... molecules. |
- Επειδή μυρίζουμε για σας; | It's because Vulcans think we smell bad, isn't it? |
- Μετά βίας μυρίζουμε κάτι, έτσι; | - I mean, we hardly smell anything, do we? |
- Ναι το μυρίζουμε. | - Yeah, so we smell. |
"Για να μυρίζετε καλύτερα." | "Would smell as sweet". |
#Θα σας κάνουμε να μυρίζετε σαν τριαντάφυλλο# | # We'll make you smell like a rose # |
'ντε, πάρτε μια τζούρα, το μυρίζετε; | Go ahead, take a whiff, you smell that? Huh? |
- Αγόρια, μυρίζετε σα λουλούδια. | - Gosh you boys smell like flowers. |
- Δεν το μυρίζετε; | Can't you smell that? |
" Μήπως αυτά τα λουλούδια πάντα μυρίζουν τόσο καλά;" | "Do these flowers always smell so good?" |
"Αγαπητέ κε Ντεβερό, οι κρίνοι μυρίζουν πολύ χειρότερα από τα ζιζάνια. | "Dear Mr. Devereaux, lilies that fester smell far worse than weeds. |
"Αν η μύτη σου τρέχει και τα πόδια σου μυρίζουν | "If your nose runs and your feet smell-- |
"Και μετά βάζω λίγο Μασκ, γιατί οι γυναίκες μυρίζουν τον φόβο". | And then I slap on some Musk, because women smell fear." |
"Κύριε, μπορείς να κατακτήσεις τους αιθέρες... "όμως τα πουλιά θα χάσουν την μαγεία τους... "και τα σύννεφα θα μυρίζουν βενζίνη." | "Mister, you may conquer the air, but the brids will lose their wonder and the clouds will smell of gasoline". |
- Αθόρυβα; Σε μύρισα από τις σκάλες. | I smelled you on the stairs. |
- Αν μύρισα τα χέρια του άνδρα σας; | Have I smelled your husband's hands? |
- Ναι, τον μύρισα με το που μπήκε μέσα. | Oh, yeah! I smelled that as soon as he walked in. |
- Νόμιζα ότι μύρισα καπνό. | I thought I smelled smoke. |
- Νόμισα πως μύρισα καπνό. | - Thought maybe I smelled smoke. |
- Με μύρισες. | - You smelled me. |
- Τον μύρισες; | You smelled him? |
-Το μύρισες αυτό; | - Have you smelled this? |
Ή δεν μύρισες ποτέ τη βρώμα; | Or are you gonna tell me you never smelled the stench? |
Ίσως άκουσες τις φωνές, μύρισες τη φωτιά. | Maybe you heard the screaming, smelled the burning. |
"Ο πατέρας του Πάτσι μύρισε μπελάδες." | Patchi's father smelled trouble. |
- Αυτός που την μύρισε, αυτός την σφύριξε. | - He who smelled it, dealt it. |
- Κάτι μου μύρισε. | - I smelled something. |
- Καλά μου μύρισε ασχετίλα. | Thought I smelled a little ham. You know what? |
- Μου μύρισε μαριχουάνα. | I smelled marijuana. |
Ήμαστε στο τρέξιμο εδώ και λίγες μέρες και μυρίσαμε το φαγητό σας. | We've been on the run a few days and we smelled your food. |
Η χήνα, την μυρίσαμε. - Έξω από του φούρναρη | The goose, we smelled it. |
Λοιπόν, νομίζω πως αρκετά μυρίσαμε τα λολούδια. | Well, I think we've smelled the flowers enough. |
Σε μυρίσαμε που ερχόσουνα. | We smelled you coming. |
- Εννοείται πως τον μυρίσατε; | - You mean you smelled him? |
Όλα αυτά επειδή μυρίσατε άρωμα κρέμας στην κουρτίνα; | All this because you smelled menthol cream on the curtains? |
Δε χρειάστηκε, μυρίσατε το άρωμα που έβαζε. | ! You didn't need to, you smelled the perfume Karima used. |
Θυμάστε τότε που μπήκατε στο δωμάτιο και μυρίσατε μαριχουάνα; | Mom, Dad you remember that time you walked in my room and smelled marijuana? |
Και μήπως προσπαθήσατε να του δώσετε μέντες για να καλυφθεί το γεγονός ότι μυρίσατε αλκοόλ σ' αυτόν; | And did you try to give him breath mints to cover up the fact that you smelled alcohol on him? |
Όχι, ευχαριστώ, με μύρισαν χτες. Δεν ήταν δική μου ιδέα. | No, thank you, I was smelled yesterday. |
Αυτός που τηλεφώνησε είπε οτι μύρισαν κηροζίνη. | ♪ The caller said they smelled kerosene. |
Γιατί; Επειδή μύρισαν δολάρια, να γιατί. | Because they smelled dollars, that's why. |
Δεν ξέρω, μας έδιωξαν επειδή μύρισαν κάποιου είδους αναθυμιάσεις. | I don't know, they kicked us out because they smelled some kind of fumes. |
Εάν η Σάντερς και η μαγείρισσα μύρισαν τον καπνό και την πυρίτιδα επάνω, ...τότε πρέπει να υπήρχε ένα δυνατό ρεύμα από αέρα. | If Saunders and the Cook smelled smoke and gunpowder upstairs, then there must have been a strong through draft. |
- Ναι, σε μύριζα. | - Okay, I was smelling you. |
Γι`αυτό μύριζα ποδαρίλα. | That's why I was smelling foot odor. |
- Ξέρεις τι μύριζε; | You know what I was smelling? |
Αλλά κάτι άλλο του μύριζε. | But that wasn't the smoke he was smelling. |
Θυμάμαι ότι πάντα χρησιμοποίησα για να σκεφτώ γι 'αυτό, όταν πήρα πίσω από το στρατόπεδο, ότι ήμουν μυρίζοντας τι μύριζε τους φίλους μου. | I remember that I always used to think about that when I got back from camp, that I was smelling what my friends smelled. |
Και μύριζε άλογο. | And she was smelling of horse. |
Φαινόταν σαν να της μύριζε σάπιο ψάρι ή κάτι τέτοιο. | She looked like she was smelling a dead fish or something. |
Αυτό πρέπει να μυρίζαμε. | Bet that's what we were smelling. |
'νθρωποι της υπαίθρου, μυρίστε τη μάχη στον αέρα! | Countrymen, smell the battle in the air! |
- Πραγματικά; - Τα πράγματα αλλάζουν. Χρειάζεστε ξυπνήστε και μυρίστε την πρόοδο. | You need to wake up and smell the progress. |
Έχω ακούσει ότι μπορεί μυρίστε για μίλια. | I've heard they can smell it for miles. |
Αγόρια, μυρίστε το χαμομήλι. | Boys, smell this chamomile. |
Απλά μυρίστε το. | Just smell it in. |
- Όχι, πρέπει να αλλάξω πρώτα. Δεν μπαίνω στο ΜακΛάρενς, μυρίζοντας ΝιουΤζερσίλα. | I am not walking into MacLaren's smelling like New Jersey. |
- Ξέρω τη δουλειά μου. Λένε ότι μπορείς να εντοπίσεις πουλί μυρίζοντας τον αέρα. Θα πάμε μαζί τους. | They say that you can track a bird by smelling the air we go with him |
Έρχεσαι στο κρεβάτι μυρίζοντας 'Ινγκλις Λέδερ και βλέπω παρανοικά όνειρα σχετικά με την Αγγλία. | You go to bed smelling like English Leather and I have freaky dreams about England. |
Έτσι ήταν το όνειρο μου να ζήσω μυρίζοντας την γη. | Like this, it was my dream to live smelling the earth. |
Όμως, μυρίζοντας ένα άρωμα από απόσταση είναι το φόρτε μου . | But smelling a scent from a distance is my forte |
'Εχεις μυρίσει την ανάσα του; | Have you smelled breath lately? |
'Εχεις μυρίσει τον καταυλισμό; | Have you smelled the campsite, Sol? |
- Έχεις μυρίσει ποτέ πτώμα; | Ever smelled a dead body? |
- Δεν το έχω να μυρίσει αυτό ξανά. | - Oh... shoot! - Never smelled that before. |
- Και την έχω μυρίσει. | -And smelled it. |