- Έρχονται όταν χαλαρώνεις. | They come when your guard is down. |
- Και χαλαρώνεις... | - And drop your guard... |
-Πω πω! -Ποτέ μην χαλαρώνεις την άμυνά σου, ψάρακα. | - Never let your guard down, poozer. |
Άκουσα πως εσείς οι δυο, είχατε μια τέλεια βραδιά και χαίρομαι που μαθαίνω πως χαλαρώνεις τις άμυνές σου κάπου κάπου. | I heard you two had a perfectly lovely evening and... Nice to know you can let your guard down once in a while. |
Όταν είσαι ευάλωτος, χαλαρώνεις τις αντιστάσεις σου. | When you're vulnerable, you let your guard down. |
Δεν πρέπει να χαλαρώνουμε. | We can never let our guard down. |
Δεν χαλαρώνουμε. | Let's not let our guard down just yet. |
Μην χαλαρώνετε καθόλου. | Don't let your guards down! |