Greek
Afrikaans
Albanian
Arabic
Azeri
Basque
Catalan
Danish
Dutch
English
Esperanto
Estonian
Faroese
Finnish verbs
Finnish adjectives
Finnish nouns
French
German
Hawaiian
Hebrew
Hungarian
Icelandic
Indonesian
Italian
Japanese
Latvian
Lithuanian
Macedonian
Malay
Maltese
Maori
Modern Greek
Norwegian
Persian
Polish
Portuguese
Quechua
Romanian
Russian verbs
Russian adjectives
Russian nouns
Spanish
Swedish
Thai
Turkish
Vietnamese
Speak any language with confidence
Take our quick quiz to start your journey to fluency today!
Get started
Search
Προγευματίζω (μπερδεύω) conjugation
Greek
Conjugation of προγευματίζω
Translation
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
προγευματίζω
I μπερδεύω
προγευματίζεις
you μπερδεύω
προγευματίζει
he/she does μπερδεύω
προγευματίζουμε
we μπερδεύω
προγευματίζετε
you all μπερδεύω
προγευματίζουν
they μπερδεύω
Future tense
θα προγευματίσω
I will μπερδεύω
θα προγευματίσεις
you will μπερδεύω
θα προγευματίσει
he/she will μπερδεύω
θα προγευματίσουμε
we will μπερδεύω
θα προγευματίσετε
you all will μπερδεύω
θα προγευματίσουν
they will μπερδεύω
Aorist past tense
προγευμάτισα
I μπερδεύωed
προγευμάτισες
you μπερδεύωed
προγευμάτισε
he/she μπερδεύωed
προγευματίσαμε
we μπερδεύωed
προγευματίσατε
you all μπερδεύωed
προγευμάτισαν
they μπερδεύωed
Past cont. tense
προγευμάτιζα
I was μπερδεύωing
προγευμάτιζες
you were μπερδεύωing
προγευμάτιζε
he/she was μπερδεύωing
προγευματίζαμε
we were μπερδεύωing
προγευματίζατε
you all were μπερδεύωing
προγευμάτιζαν
they were μπερδεύωing
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
προγευμάτιζε
be μπερδεύωing
προγευματίζετε
μπερδεύω
Perfective imperative mood
προγευμάτισε
μπερδεύω
προγευματίστε
μπερδεύω
More Greek verbs
Related
Not found
We have none.
Similar
Not found
We have none.
Similar but longer
Not found
We have none.
Random
πετυχαίνω
succeed
πικροκαρδίζω
pique
πληροφορούμαι
be informed
πληροφορώ
inform
πουλώ
sell
προβοδίζω
μπερδεύω
προγραμματίζομαι
be planned
προοιωνίζω
portend
προπαγανδίζω
portend
προσαυξάνω
increase even more
Other Greek verbs with the meaning similar to 'μπερδεύω':
None found.