Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Πολεμώ (engage in war) conjugation

Greek
54 examples
This verb can also have the following meanings: fight, struggle against, oppose, engage

Conjugation of πολεμώ

εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
πολεμώ
I engage in war
πολεμάς
you engage in war
πολεμά
he/she engages in war
πολεμούμε
we engage in war
πολεμάτε
you all engage in war
πολεμούν
they engage in war
Future tense
θα πολεμήσω
I will engage in war
θα πολεμήσεις
you will engage in war
θα πολεμήσει
he/she will engage in war
θα πολεμήσουμε
we will engage in war
θα πολεμήσετε
you all will engage in war
θα πολεμήσουν
they will engage in war
Aorist past tense
πολέμησα
I engaged in war
πολέμησες
you engaged in war
πολέμησε
he/she engaged in war
πολεμήσαμε
we engaged in war
πολεμήσατε
you all engaged in war
πολέμησαν
they engaged in war
Past cont. tense
πολεμούσα
I was engaging in war
πολεμούσες
you were engaging in war
πολεμούσε
he/she was engaging in war
πολεμούσαμε
we were engaging in war
πολεμούσατε
you all were engaging in war
πολεμούσαν
they were engaging in war
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
πολέμα
be engaging in war
πολεμάτε
engage in war
Perfective imperative mood
πολέμησε
engage in war
πολεμήστε
engage in war

Examples of πολεμώ

Example in GreekTranslation in English
Θα κάνω ότι η Ναύαρχος Σταρκ με εκπαίδευσε να κάνω να πολεμώ τις μάχες που οι άλλοι δεν μπορούν.i'll do what admiral stark trained me to do... fight the battles others can't.
Μόνο μού μένει νά πολεμώ μέ άλλους γιά τά λίγα πού έχω.Nothing for me to do but join up with men just like myself and fight for what little I've got.
" Έι, Ηβάν, όσο εσύ είσαι εδώ και πολεμάς την Δημοκρατία... ο Μπόρις στην πατρίδα σου γαμάει τη γυναίκα.""Hey, Ivan, while you're out here fighting' democracy... ol' Boris is back home doing your wife. "
"Δεν χρειάζεται να πολεμάς για να είσαι άντρας.""you don't have to fight to be a man."
'Oταν πολεμάς μέσα σε κτίριο να φράζεις με το σπαθί σου.When fighting indoors, choke up on your sword.
'Η το πολεμάς, ή κάνεις αυτό που κάνω εγώ.You either fight it, or you do as I do, you revel in it.
Απατεώνας ο αξιωματικός που δεν του αρέσει να πολεμά.An officer who doesn't like to fight is a crook.
Για κάποιον που δεν ξέρει να πολεμά πολέμησες καταπληκτικά.Well, well, well. For a kid that doesn't know how to fight, you sure know how to fight. Congratulations.
Δεν τον πολεμά με σπαθί.I mean, he doesn't fight him with a sword.
Και γνώριζαν ένα πράγμα... ότι μια πραγματικά μεγάλη χώρα... μπορεί να πολεμά και ταυτόχρονα... να φέρεται σα να μη το θέλει!And they knew one thing: that a truely great country can go to war, and at the same time, act like it doesn't want to.
Γιατί πολεμούμε μεταξύ μας για εκείνο και το άλλο κομμάτι γης;Why do we fight each other about this piece or that piece of land?
Δεν έχουμε φτερά, απλά πατινάρουμε γύρω-γύρω με τέλεια μαλλιά και πολεμούμε το έγκλημα.We don't have wings. We just skate around with perfect hair, fighting crime.
Δεν θα της κάνει κανένα καλό αν πολεμούμε με τους Χιρότζεν.It won't do B'Elanna any good if we get into a fight with the Hirogen.
Δεν πολεμούμε τους ανυπεράσπιστους ή τους αδύναμους.We do not engage the defenceless or the weak.
- Για ποιον πολεμάτε;- Who do you fight for?
- Γιατί δεν πολεμάτε τώρα;Why don't you fight back now?
- Μόνο του εαυτούς σας πολεμάτε! - Τι κάνεις;- What are you doing?
Έτσι πολεμάτε εσείς;Is that how you lot do your fighting?
'Οσοι λένε ότι πολεμούν τον εχθρό καλά θα κάνουν να μη μας εμποδίσουν.Those that claim to oppose the enemy would do well not to hinder us.
'λλοι για Εκείνον πολεμούν.Others do battle in His cause.
- Δεν αφορά εσένα, Σκάλι, εμένα πολεμούν.- They're doing this to "me." - "They're" not doing this.
- Οι μοναχοί δεν πολεμούν.Monks don't fight.
- Γιατί πολέμησα, αν δεν έχω δικαιώματα; Πείτε μου.Why did I fight for the Union if my rights aren't assured?
- θα καταλάβει ότι δεν πολέμησα.- he find out I didn't fight.
Όπα, εγώ δεν πολέμησα σε κανέναν πόλεμο.- Hey, I didn't fight no war.
Αν κάνεις μια αυτοψία σε εμένα τώρα, θα ξέρεις ότι πολέμησα σε αυτό τον πόλεμο.Mm-hmm. If you did an autopsy on me right now, you'd know that I fought in that war.
- Γιατί τον πολέμησες;- Why did you fight?
- Δεν πολέμησες;You didn't fight?
- Λύθηκες, γιατί δεν πολέμησες;- You freed yourself, why did you not fight? - Erm...
- Ναι. Πώς για τ'όνομα του Θεού μπορείς να μου λες ότι είσαι γέρος και αδύναμος όταν πολέμησες όπως πολέμησες στο Όχος;How can you tell me you're too old and feeble to fight when you fought as you did at Ojos?
- Ξέρεις ότι δεν πολέμησε στο Βιετνάμ.Yeah, you know she didn't fight in Vietnam, right?
- Τότε πολέμησε.I did!
Ήταν ο Doctor που πολέμησε στον Πόλεμο του Χρόνου, κι αυτή ήταν η μέρα που το έκανε - η μέρα που το έκανα.He was the Doctor who fought in the Time War, and that was the day he did it - the day I did it.
Ίσως ο Κόμης δεν είδε πόσο γενναία πολέμησε αυτός ο άντρας στο Μάρστον.Perhaps the earl did not see how bravely this man fought at Marston.
Γιατί πολεμήσαμε σε πόλεμο;What the hell did we fight a war for?
Γιατί πολεμήσαμε; Για αυτό;What did we fight for?
Γιατί πολεμήσαμε;What did we fight for?
Γιατί, λοιπόν, πολεμήσαμε αυτόν τον πόλεμο; Για τους γάλλους, ε; Ποιος ήταν ο εχθρός μας;What wrong did they do you, but throw out a cruel, corrupt and feeble regime and install a government that was truer to them and their needs?
Και πότε πολεμήσατε στον πολέμο της Κριμαίας;And where did you fight in the Crimean War?
Με ποιά τακτική πολεμήσατε... τους Βρετανούς; Με νύχια και με δόντια! Δοκίμασε το καποια φορά.Commander, sir, if I might presume, did you fight the Britons
'Οταν ήρθαν εδώ και πολέμησαν γι' αυτή την χώρα κι όργωσαν τους λόφους με άροτρα και μουλάρια, το έκαναν για να εξασφαλίσουν τα βασικά δικαιώματα των ελεύθερων ανθρώπων.When they came here and fought for this country and scratched up those hills with their ploughs and their mules, they did it to guarantee the basic rights of free men.
Όχι, αλλά κι αυτούς που δεν πολέμησαν, τους έφαγε.But she ate those who didn't as well.
Αλλά δεν ήταν οι μόνοι που δεν πολέμησαν.But they weren't the only ones who didn't fight.
Αν θυμάται η μεγαλειότητά σας, πολέμησαν κι οι Ουαλοί γενναία εκείνη την ημέρα.If your majesty is remembered of it, the Welshmen did good service that day.
Αν ήμουν εκδότης και αντιπαθούσα έναν πολιτικό... θα τον πολεμούσα σκληρά.If I owned a paper and didn't like the way somebody was doing things some politician, I'd fight him with all I had.
Αν δεν καταφέρνετε την εθνοφρουρά πώς θα πολεμήστε στρατό και Γάλλους;If you can't protect our supply lines against militia how do you intend doing so against the Regulars or the French?
Η πολεμήστε, ή μείνετε εδώ και περιμένετε να σας διώξουν!Either advance toward him sword in hand or else be kicked out of your kingdom.
Ο φόβος έδωσε μια δικαιολογία στους ανθρώπους μου για να κάνουν ότι κάνουν: πολεμήστε και κατακτήστε.Fear of the Dominion has given my people an excuse to do what they were born to do-- to fight and to conquer.
ή πολεμήστε.Τι είναι αυτό;"54, 40, or fight." What does that mean? - It's a slogan.
-Κι αν ο δειλός δε με πολεμήσει;lorek, I've done a terrible thing.
Έχεις πολεμήσει λιγάκι τους Ινδιάνους, σωστά;You've done a little Indian fighting, haven't you?
Αυτό ήταν το ρολόι του προ-πάππου σου στον πόλεμο... και το φορούσε κάθε μέρα, που ήταν στον πόλεμο και... και όταν εκτέλεσε το καθήκον του... πήγε σπίτι, στην προ-γιαγιά σου... έβγαλε το ρολόι, το τοποθέτησε σ' ένα παλιό δοχείο καφέ... και εκεί πέρα παρέμεινε until μέχρι που ο παππούς σου, ο Ντέιν Κούλιτζ... κλήθηκε από την πατρίδα του να περάσει τον ωκεανό και να πολεμήσει τους Γερμανούς ακόμα μια φορά.This was your great-grandfather's war watch, and he wore it every day he was in that war, and... when he'd done his duty, he went home to your great-grandmother, took the watch off, put it in an old coffee can, and in that can it stayed... until your granddad, Dane Coolidge, was called upon by his country... to go overseas and fight the Germans once again.
Και φανταστείτε... όλα αυτά γίνονταν... ενώ αυτές οι ίδιες κυβερνητικές υπηρεσίες... ξόδευαν εκατομμύρια δολάρια φορολογουμένων... προσπαθώντας να κλείσουν στη φυλακή τον Δρ Μπουρζίνσκι... για να μην μπορέσει να πολεμήσει... την εγκληματική κλοπή τής ανακάλυψής του.And imagine, all of this was being done while these same government agencies were spending millions of taxpayers' dollars trying to put Dr. Burzynski in jail so he could not fight the criminal theft of his discovery.
Ό,τι κι αν κάνεις, ελπίζω να δουλέψει, γιατί θα προτιμούσα να είχα πεθάνει πολεμώντας εκεί πάνωWhatever you're doing, I hope it works, because... I'd sure rather have died fighting up there

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'engage in war':

None found.