Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Μπουκώνομαι (be stuffed) conjugation

Greek
9 examples
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
μπουκώνομαι
μπουκώνεσαι
μπουκώνεται
μπουκωνόμαστε
μπουκώνεστε
μπουκώνονται
Future tense
θα μπουκωθώ
θα μπουκωθείς
θα μπουκωθεί
θα μπουκωθούμε
θα μπουκωθείτε
θα μπουκωθούνε
Aorist past tense
μπουκώθηκα
μπουκώθηκες
μπουκώθηκε
μπουκωθήκαμε
μπουκωθήκατε
μπουκώθηκαν
Past cont. tense
μπουκωνόμουνα
μπουκωνόσουνα
μπουκωνότανε
μπουκωνόμασταν
μπουκωνόσασταν
μπουκώνονταν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
-
-
Perfective imperative mood
μπουκώσου
μπουκωθείτε

Examples of μπουκώνομαι

Example in GreekTranslation in English
Να σε βλέπω να μπουκώνεσαι με χοτ-ντογκ.Watching you stuff your face with hot dogs.
Σταμάτα να μπουκώνεσαι για λίγο και φτιάξε μου ένα πιάτο.Quit slopping down food for a second. Make me a plate.
Σταμάτα να μπουκώνεσαι.Stop wolfin9 it down. Fine, l'll stop teasin9 you.
Τέλειωσες να μπουκώνεσαι ενώ τα άλογα μένουν αφύλακτα;Are you done stuffing your face while the horses run wild?
Ανησυχώ για όλους εμάς που γινόμαστε σιγά σιγά γριές με το κεφάλι στο σεσουάρ και μπουκωνόμαστε με τα στημένα...Shut up. And they actually call it a takedown piece. That is so typically Brittany.
Ερχόμενοι στο κέντρο ελέγχου βάρους δεν είναι μια ευκαιρία να νιώσετε καλύτερα για εσάς, αλλά για να μοιραστείτε ώστε, αν για παράδειγμα, είστε σαν κι εμένα και δεν μπουκώνεστε για να αποφύγετε να πείτε τα οικογενειακά προβλήματά σας.Coming to Weight Watchers is not just a chance to feel better about yourself. It's a chance to share so that if, for example, you're someone like me, you don't stuff yourself just to keep from telling your family your problems.
Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί οι άνθρωποι αμέσως μόλις βρεθούν μαζί μπουκώνονται με φαγητό και νερόWhat I don't understand is why humans immediately begin... to stuff themselves with food and drink as soon as they meet.
- Γιατί μπουκώθηκες με τόσο πολύ φαγητό;Why did you stuff yourself like that? I don't know.
Παχουλά μου αδέρφια, μπουκωθείτε όσο θέλετε!My chunky brothers, gorge yourselves at the trough of freedom!

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'be stuffed':

None found.