Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Ανθοστολίζω (anthologize) conjugation

Greek
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
ανθοστολίζω
ανθοστολίζεις
ανθοστολίζει
ανθοστολίζουμε
ανθοστολίζετε
ανθοστολίζουν
Future tense
θα ανθοστολίσω
θα ανθοστολίσεις
θα ανθοστολίσει
θα ανθοστολίσουμε
θα ανθοστολίσετε
θα ανθοστολίσουν
Aorist past tense
ανθοστόλισα
ανθοστόλισες
ανθοστόλισε
ανθοστολίσαμε
ανθοστολίσατε
ανθοστόλισαν
Past cont. tense
ανθοστόλιζα
ανθοστόλιζες
ανθοστόλιζε
ανθοστολίζαμε
ανθοστολίζατε
ανθοστόλιζαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
ανθοστόλιζε
ανθοστολίζετε
Perfective imperative mood
ανθοστόλισε
ανθοστολίστε

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'anthologize':

None found.