Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Αγρυπνώ (stay awake) conjugation

Greek
This verb can also have the following meanings: keep watch, be sleepless, guard, stay, keep
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
αγρυπνώ
αγρυπνάς
αγρυπνά
αγρυπνούμε
αγρυπνάτε
αγρυπνούν
Future tense
θα αγρυπνήσω
θα αγρυπνήσεις
θα αγρυπνήσει
θα αγρυπνήσουμε
θα αγρυπνήσετε
θα αγρυπνήσουν
Aorist past tense
αγρύπνησα
αγρύπνησες
αγρύπνησε
αγρυπνήσαμε
αγρυπνήσατε
αγρύπνησαν
Past cont. tense
αγρυπνούσα
αγρυπνούσες
αγρυπνούσε
αγρυπνούσαμε
αγρυπνούσατε
αγρυπνούσαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
αγρύπνα
αγρυπνάτε
Perfective imperative mood
αγρύπνησε
αγρυπνήστε

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'stay awake':

None found.