Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Αγκυροβολώ (anchor) conjugation

Greek
12 examples

Conjugation of αγκυροβολώ

εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
αγκυροβολώ
I anchor
αγκυροβολείς
you anchor
αγκυροβολεί
he/she anchors
αγκυροβολούμε
we anchor
αγκυροβολείτε
you all anchor
αγκυροβολούν
they anchor
Future tense
θα αγκυροβολήσω
I will anchor
θα αγκυροβολήσεις
you will anchor
θα αγκυροβολήσει
he/she will anchor
θα αγκυροβολήσουμε
we will anchor
θα αγκυροβολήσετε
you all will anchor
θα αγκυροβολήσουν
they will anchor
Aorist past tense
αγκυροβόλησα
I anchored
αγκυροβόλησες
you anchored
αγκυροβόλησε
he/she anchored
αγκυροβολήσαμε
we anchored
αγκυροβολήσατε
you all anchored
αγκυροβόλησαν
they anchored
Past cont. tense
αγκυροβολούσα
I was anchoring
αγκυροβολούσες
you were anchoring
αγκυροβολούσε
he/she was anchoring
αγκυροβολούσαμε
we were anchoring
αγκυροβολούσατε
you all were anchoring
αγκυροβολούσαν
they were anchoring
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
αγκυροβόλει
be anchoring
αγκυροβολείτε
anchor
Perfective imperative mood
αγκυροβόλησε
anchor
αγκυροβολήστε
anchor

Examples of αγκυροβολώ

Example in GreekTranslation in English
Μόλις επιστρέψουμε, αγκυροβολούμε κοντά στη νότια ακτή.Upon our return, we anchor the ship off the southern coast.
- Που αγκυροβόλησε το πλοίο;- Where's his ship anchored?
Εδώ είπε ο Κρέγκ ότι το κλουβί αγκυροβόλησε.This is where Craig said the cage was anchored.
Παρόλα αυτά, στοιχηματίζω ότι αγκυροβόλησε.- I bet he anchored, though.
Στον όρμο αγκυροβόλησε Ισπανικό πολεμικό.Spanish warship anchored in the bay.
Το πλοίο της Αρτεμισίας αγκυροβόλησε σε ουδέτερα ύδατα.Artemisia's ship is being anchored in neutral waters.
8 πλοία αγκυροβόλησαν στα χαμηλά του Βόρειου Ποταμού.Eight ships anchored in the lower North River.
Αλλά δεν μπόρεσαν να δουν τα πέντε πλοιάρια που αγκυροβόλησαν μπροστά τους.they somehow didn't even see these five galleons anchored in plain sight.
Αυτό το φορτηγό έχει αγκυροβολήσει τέσσερα μίλια από την ακτή.This freighter has been anchored four miles offshore.
Πιθανόν να... έχουν αγκυροβολήσει κάπου στο κανάλι.They... They're probably just anchored up the channel somewhere. We'll go find them.
Στο λιμάνι έχει αγκυροβολήσει Ισπανικό γαλιόνι!There's a Spanish galleon anchored in the harbor!
Παρακάμπτουν την απαγόρευση για τον τζόγο της Φλόριντα, αγκυροβολώντας στην θάλασσα.They get around Florida's ban on gambling by anchoring their ship offshore.

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'anchor':

None found.