Άρχισα να βγάζω τα ρούχα μου. | I began to take off my clothes. |
Θα βγάζω ό,τι μου λες εσύ να βγάλω; | Do you think I'm gonna take off anything you tell me to take off? |
Και δεν έχω αρχίσει να βγάζω τα ρούχα μου ακόμα. | I didn't even have to take off my top yet. Speech. |
Τέλος πάντων, πήρα άδεια μασάζ, για να μην βγάζω τα ρούχα μου μεσημεριάτικα για ξαναμμένα αγόρια που δίνουν χάλια φιλοδώρημα. | Anyways, so I got my massage license so that I wouldn't have to take off my clothes at lunch for these horny guys that give crappy tips. |
"πάντα να βγάζεις..." "πάντα να βγάζεις..." | "always take off..." "always take off..." |
- Γιατί δε βγάζεις τα παπούτσια σου; | - Why don't you take off your shoes? |
- Γιατί δεν βγάζεις τον επίδεσμό του; | Why don't you take off his bandage? |
- Γιατί δεν τα βγάζεις, λοιπόν; | So why don't you just take off your underwear? |
"Είναι γλώσσα που βγάζει το σακκάκι της..." | "is language which takes off its coat, |
"Κοίτα Πιλάρ, είναι ευγενικός βγάζει το καπέλο του για μια γυναίκα σαν κι εσένα". | He takes off his hat for a woman like you!" |
'Και μετά μου βγάζει το παλτό και μου λέει.. | And then he takes off my coat and says: |
- Μπορούν και το κάνουν αυτό; - Ο Χάρολντ θα δείξει ότι μπορούν. Μετά βγαίνει στο πεζοδρόμιο σταματά, κατεβάζει το καβαλέτο, βγάζει το κράνος και είναι μια γυναίκα. | And then he gets out on the sidewalk, stops, kicks down the kickstand, takes off the helmet, and he is a she, California blonde. |
- Τώρα, βγάζουμε τα ρούχα σου. | -Now, we take off your clothes. |
-Θα τον κουρέψουμε... του βγάζουμε τα γυαλιά και ο Τζο Σίμπσον είναι ο Έντι Κάντορ. | All right, we'll cut his hair a little bit, take off those glasses and presto, Joe Simpson is Eddie Cantor. |
Oύτε να βγάζουμε τα παντελόνια όταν κάνει ζέστη. | And we can't take off our pants when it gets real hot. |
Γιατί δεν βγάζουμε αυτά τα κράνη και να σε χτυπήσω στο λαιμό; | Why don't we take off these helmets and I'll punch you in the throat? |
- Γιατί δεν βγάζετε το παλτό σας; | Why don't you take off that coat? |
Για αρχή, γιατί δεν βγάζετε τις μάσκες; | All right, for starters, how about you take off your masks? |
Γιατί βγάζετε τα ενδύματά σας; | Why do you take off your clothes? |
Γιατί δεν βγάζετε τις στολές σας και να΄ρθείτε μαζί μας; | Why not take off your silly uniforms and jump in with us? |
Έφτασα με λευκό φράκο... για να δω δύο μπάτλερ με περούκα... που άρχισαν να μου βγάζουν το παντελόνι. | I arrived in white tie and tails to be met at the entrance by two bewigged butlers who very quietly proceeded to take off my trousers. |
Όταν ένας άντρας και μια γυναίκα βγάζουν τα εσώρουχα και πέφτουν στο κρεβάτι. | It's when a man and a woman take off their underpants and then get into the bed. |
Είναι η πρώτη ζεστή μέρα της χρονιάς, κι οι γυναίκες αρχίζουν να βγάζουν τα χειμωνιάτικα... | It's the first warm day of the year, and women are starting to take off their winter clothes... |
Επειδή βγάζουν τα πουκάμισα... κι αρχίζουν να... | I think it's because they take off their shirts. Then they start to make funny noises- |
- Δεν σε άκουσα που μπήκες. - Επειδή έβγαλα τις γόβες μου. | That's because I took off my heels. |
Έβγαλα ένα παπούτσι, και έβγαλα τη μια κάλτσα, και στραγγάλισα τον Δρ. Μilano με αυτή, και μετά την ξαναφόρεσα. | I took off a shoe, and i took off one of my socks, and i strangled dr. milano with it, and then i put the sock back on. |
Έβγαλα το ένα παπούτσι, και έβγαλα μια κάλτσα, και με αυτή στραγγάλισα τον Δρ. Μilano. | but i took off a shoe, and i took off a sock, and i strangled dr. milano with it. |
Έτσι έβγαλα το καινούριο κόκκινο εσώρουχο μου και το έβαλα στα λευκά του. | So l took off my new red panties and popped them in with his whites. |
- Σίρλεϊ έβγαλες την βέρα σου! | The Rise of Taj, and look. Shirley, you took off your wedding ring. |
- Του έβγαλες τις χειροπέδες; | You took off his cuffs? |
Άρα τότε μπήκες μέσα και έβγαλες τα γάντια σου. | So then you came inside and you took off your gloves. You took off your jacket. And you got warm. |
Όταν έβγαλες τα ρούχα σου, έδειξαν τα τηλέφωνα. | When you took off your clothes, they cut to the phone banks. |
'κουσα ότι ο εισαγγελέας πίεζε για ισόβια, και όταν ο δικηγόρος με έβγαλε με εγγύηση απλά έφυγα και δεν κοίταξα ποτέ πίσω. | I heard the D.A. was pushing for life, so when my lawyer got me bail... I just took off and never looked back. |
'λλα αντί να βάλει θερμόμετρο, της έβγαλε το παντελόνι και την εξέτασε γυναικολογικά. | But instead of taking her temperature, this doctor took off her pants and gave her a pelvic exam. |
- Όχι. Ήρθε εκεί και έβγαλε τα ρούχα του. | He came in there and took off his clothes. |
- Γιατί πονούσε; - Δεν ξέρω, αλλά γι' αυτό την έβγαλε. | I don't know, but that's why he took off his seat belt. |
Uh, βγάλαμε 2 από τις μηχανές; | Uh, we took off 2 of the engines? |
Ή... μόλις βγάλαμε το μπλουζάκι μας. | Or... we just took off our shirt. |
Καταλαβαίνεις τώρα γιατί βγάλαμε τις μάσκες; | Now do you understand why we took off the masks? |
Μετά σου βγάλαμε τα ρούχα κι εσύ έκανες ένα κλαψούρισμα που πάντα λάτρευε ο Προπονητής. | So, we took off your clothes and you made this whimpering puppy sound that Coach always loved. |
Ήταν νύχτα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τό όνομα, όμως... Του τύπου που έβγαλαν από το αεροπλάνο. | I'll never forget that name, though... of that guy they took off the plane. |
Και οι άλλοι γυμνοί έβγαλαν κι αυτοί τα καπέλα τους. | The other naked guys took off their hats, too. |
Κανονικά θα έμενα στο σπίτι καμιά βδομάδα, όμως .... τα γεράνια πέταξαν μπουμπόυκια οι κοπέλες έβγαλαν τα κολάν και η άνοιξη ξανάρχισε να ζεσταίνει τις καρδιές μας | Anyway... ..l was supposed to stay at their place just for a few weeks but instead... Instead the geraniums bloomed, the girls took off their tights and Spring began to warm our hearts once again. |
Οι δύο αρχηγοί, ο Νικ και Σαμ Ντ' Αγκοστί- νο, δεν έβγαλαν καθόλου τις στολές τους. | Two ringleaders, Nick and Sam D'Agostino, never took off their heavy jackets. |
Εγώ το έσπασα... 'Οταν έβγαζα το πουλόβερ μου, το μπλε με τις ρίγες. | I broke it... when I was taking off my sweater my blue, striped sweater. |
Στο είπα ενώ έβγαζα την μπλούζα μου. | I did tell you that when I was taking off my blouse. |
Ήμουν στην τουαλέτα, όταν έπεσα πάνω στον Βαντενμπος, τη στιγμή που έβγαζε αυτήν την απαίσια στολή. | I was in the bathroom cabin, when I stumbled upon Vandenbosh, who was taking off this horrible suit. |
Όταν έβγαζε το παντελόνι του μου 'πε ότι δεν υπάρχει τόπος για μένα τώρα. | When he was taking off his pants he told me there is no place for me now. |
"... μετά βγάλε το κάλυμμα από τα μάτια, σε παρακαλώ, κάτσε πάνω στο πρόσωπό μου | "...next take off the blindfold, please, "and sit down on my face |
'Aφησέ την και βγάλε την περούκα. | Hey, let her go and take off your toupee. |
'Ανοιξε τα χέρια σου και βγάλε αυτό το παλιοπουκάμισο. | Hold your arms out for the tape. Oh, take off that sloppy old shirt. |
'Ελα, ησύχασε και βγάλε τα γυαλιά σου. | Come on, sit up and take off your glasses. |
" Αγάπη μου, βγάλτε αυτά τα gIasses" | "Sweetheart, take off those glasses." |
'Ομως, προς το παρόν, βγάλτε τα γυαλιά σας. | But for now, take off your glasses. |
'νθρωποι , βγάλτε ακόμα ένα πράγμα που απλά...δεν ... χρειάζεστε. | People, take off one more thing that you simply do... not... need. |
'ντε, βγάλτε περούκα σου τώρα. | Go on, take off your wig now |
Άρχισε βγάζοντας το καπέλο σου. | You can start by taking off your hat. |
Αρχισε βγάζοντας το μουστάκι σου. | Start by taking off your moustache. |
Εφτιαξε τα ίχνη του βγάζοντας τις μπότες του, και κρυφά γύρισε πίσω από εκεί που ήλθε. | He's establishing his trail, taking off his boots, And sneaking back the way he came. |
Με ρωτάς αν είμαι εντάξει βγάζοντας τα ρούχα σου; | You're asking me if I'm okay with taking off your clothes? |
'Εχω βγάλει το μακιγιάζ μου. | I have taken off my make-up. |
E, είχα βγάλει τις κυλινδροκεφαλές.. | Er, oh, I had the racing heads taken off. |
Έπρεπε να είχες βγάλει την μπλούζα. | - You should've taken off the shirt. |
Έχω βγάλει το καπέλο του AIDS και στη θέση του έβαλα το καπέλο του ενζύμου. | I've taken off the H.I.V. hat, and I'm gonna make it wear an enzyme hat. |