Δεν εκκενώνεις ανθρώπους. | You don't evacuate people. |
Δεσποινίς Ρόμπερτσον, κάθε άνθρωπος έχει έντερο και κάθε ένας το εκκενώνει. | Miss Robertson, every human being has bowels and every one of them evacuates those bowels. |
Εδώ, η αποστολή του Σάκλετον εκκενώνει το σκάφος τους, που αργότερα θα έρθει να καταστρέψει, αφήνοντας τους εγκαταλειφθεί εκεί. | Here, Shackleton's expedition evacuates their vessel, which would later come to ruin, leaving them stranded there. |
Και τότε εκκενώνει. | And then evacuates. |
...εκκενώνουμε την περιοχή, που σύντομα θα γίνει "θερμή ζώνη " , ανάλογα με τον άνεμο. | --evacuate this area, which soon will become the "hot zone, " depending on the prevailing winds. |
Tην εκκενώνουμε, την κάνουμε ασφαλή... και μετά στέλνουμε το εξωγήινο μένος στο πυρ το εξώτερο. | We evacuate, make it safe then burn the alien menace the hell out of there. |
Αν το Α.Π. μας δει να εκκενώνουμε νωρίτερα, είμαστε σίγουροι ότι θα σκοτώσει έναν ακόμα τυχαίο πολίτη. | If the unsub sees us evacuate early, we feel certain he'll kill another random citizen. |
Γρήγορα , γρήγορα... εκκενώνουμε | Quick, quick evacuate! |
Θα χρειαστεί όλοι να προσέχουμε τον Ήλιο καθώς εκκενώνουμε. | We'll need everyone to keep a close watch on the sun while we evacuate. |
Πώς εκκενώνετε έναν πλανήτη; | Falcon: How did you evacuate a planet? |
Στιούαρτ, μόλις εκκένωσα το νησί απ' όλο το μη αναγκαίο προσωπικό, κι είμαστε και στη μέση μιας πιθανής εξέγερσης. | We've just evacuated the island of all non-essential personnel. We're in the midst of insurrection. |
Την εκκένωσα. | I evacuated. |
"Η αστυνομία εκκένωσε την περιοχή του όρους Άσο. " | "Police have evacuated the area around Mount Aso." |
-Πρέπει να εκκένωσε το κτίριο. | -He must have evacuated the building. |
Η Ακτοφυλακή εκκένωσε 7 ανθρώπους, όλοι τους σε κρίσιμη κατάσταση, και ψάχνουν για άλλους 11 αγνοούμενους. | The Coast Guard evacuated seven people, all of them critically injured, and they're searching for 11 confirmed missing. |
Η περιπολία εκκένωσε το κτίριο. | Patrol has evacuated the building. |
Κύριε, χαίρομαι να σας πληροφορήσω, οτι όλο το προσωπικό εκκένωσε την αίθουσα του σκάφους. | Sir, I am pleased to inform you... all personnel have evacuated the ship's hangar. |
- Αυτά είναι δικά μου. Τα έφερα μαζί μου όταν εκκενώσαμε! | I brought them through with me when we evacuated! |
Όχι, εκκενώσαμε τους επισκέπτες μας χθες και το προσωπικό μας σήμερα. | No, we evacuated our guests yesterday and our staff today. |
Ασφαλίσαμε τη ζώνη έκρηξης και εκκενώσαμε τη γύρω περιοχή. | And we've evacuated the surrounding areas. |
Εξάλλου, το εκκενώσαμε. | We evacuated anyway. Come on. |
Και όλοι όσοι εκκενώσαμε... απλά είχαν χαθεί. | And everyone we evacuated... they were just gone. |
Γιατί δεν εκκενώσατε το κτήριο; | Why haven't you evacuated? |
11 άτομα πέθαναν ή αγνοούνται... ..πάνω από 200 οικογένειες εκκένωσαν τα σπίτια τους... ..οι υλικές ζημιές υπολογίζονται πάνω από $1.000.000. | Eleven persons are dead or missing over 200 families have been evacuated from their homes and the property damage is estimated in the millions. |
Έφτασαν, εκκένωσαν το κτίριο. | They arrived; they evacuated the building. |
Ή εκκένωσαν την πόλη. | Or they evacuated. |
Ίσως εκκένωσαν τον πλανήτη. | Maybe they saw it coming and evacuated the planet. |
Όλοι οι άλλοι την εκκένωσαν. | Everybody else was evacuated. |
Το Τάγμα του εκκένωνε τους πολίτες από μια πολεμική ζώνη όταν δέχτηκαν επίθεση. | His battalion was evacuating civilians from a war zone... when they came under attack. |
Νόμιζα ότι θα το εκκενώνατε. | Thought you were evacuating. |
'μεση εντολή εκκενώστε τους διαδρόμους, παρακαλώ | Immediate order... evacuate the corridors, please. |
- Επαναλαμβάνω, εκκενώστε αμέσως. | - Jim. - I repeat, evacuate now. |
- Παρακαλώ εκκενώστε. | Please evacuate. |
Άπαντες εκκενώστε τον τερματικό σταθμό αμέσως. | Everyone evacuate the terminal building immediately. |
Έβδομη μονάδα, κάτω τα γκλοπ και εκκενώστε το κτίριο αμέσως. | Seventh, tonfas down and evacuate the building immediately. |
Αν ο Νόλαν ανακαλύψει τι έκανες στην Αμάντα, θα πάρει το μεγάλο όπλο του, θα το χώσει στο στόμα σου, θα πατήσει την σκανδάλη, εκκενώνοντας τα περιεχόμενά του στο άρρωστό σου κεφάλι. | If Joshua Nolan figures out what you did to Amanda, he will take his great big gun and stuff it in your mouth and pull the trigger, evacuating the contents of your sick little head. |
Έπρεπε να έχετε εκκενώσει την περιοχή. | You're supposed to be evacuated. Why are you still here? |
Έχουμε εκκενώσει 10 τετράγωνα σε κάθε κατεύθυνση. | We've got ten blocks in each direction evacuated. |
Έχουμε εκκενώσει την κοινότητα 24 ώρες πριν. ..και είμαι βέβαιος ότι οι άνθρωποι θα είναι σε θέση να επιστρέψουν.. ..στα σπίτια τους μέχρι το πρωί, αλλά της φύσης, αυτής της πυρκαγιάς, το θεωρούμε ακόμα μια ρευστή κατάσταση. | We have evacuated the community 24 hours ago and I am confident that people will be able to return to their homes by morning, but due to the nature of this fire, we are still considering it a fluid situation. |
Έχουμε εκκενώσει το παρκινγκ. Οι γιατροί στήνουν κέντρα διαχωρισμού ασθενών. | We evacuated the side parking lot. |
Έχουν εκκενώσει ολόκληρη την πανεπιστημιούπολη. | They'd have evacuated the entire area of campus. |