- Δεν θα έχω χρόνο να παρκάρω. Πρέπει να έρθεις μαζί μου. | - If you come along to park it. |
- Δεν υπάρχει χώρος να παρκάρω. | There's nowhere to park. |
- Δηλαδή, πού θα παρκάρω... | -l mean, it's hard enough to park-- |
- Είναι παράνομο να παρκάρω εδώ. | - It's against the law to park here. |
'Εχεις ωραίο αμάξι, αλλά όχι λεφτά να το παρκάρεις. | You have a beautiful car, but no money for parking. |
'Οταν γυρίσεις, να παρκάρεις με τη μούρη προς τα έξω. | When you get back, park the car heading out. |
'ντε να βρεις μέρος να παρκάρεις αυτό το πράγμα. | Find a place to park this thing. |
'ντε να βρεις να παρκάρεις εκεί! | You know the parking there's a nightmare. |
'Αρα θα παρκάρουμε στη γωνία. | We'll just park it round the corner. |
'Εχετε κάποιο μέρος να παρκάρουμε τ' αμάξι ώστε να μη φαίνεται; | You got a place we can park this car that's out of sight? |
- Ίσως δεν έπρεπε να παρκάρουμε εδώ. | Maybe we're not supposed to park here. Who cares where we park? |
- Ας παρκάρουμε κάπου. | -Let's park somewhere. |
"Όταν παρκάρετε, ανοίξτε το παράθυρο μέσα στο πάρκινγκ, | "When parking, open your window in car parks, |
"Μην παρκάρετε σ' αυτή τη μεριά του δρόμου." | "No parking on this side of the street." |
"Ποιο είναι το ασφαλέστερο μέρος να παρκάρετε το όχημά σας τη νύχτα;" | Funny "Where's the safest place to park your vehicle at night?" |
'Οχι να παίρνετε Μερσέντες να παρκάρετε μπρος στο νοσοκο- μείο, όπου περνάνε οι φτωχοί. | Don't buy a Mercedes Benz with it and park in front of Brooklyn Hospital where broke people walk by. |
'Εχω κάτι τύπους που μου παρκάρουν μπροστά απ' το σπίτι... | One, I've got some cats parking in front of the house, I can't get... |
'νθρωποι που δεν φροντίζουν τους κήπους τους... ανθρώπους που δεν παρκάρουν τα φορτηγά τους στο δικό τους τόπο... γυναίκες που φοράνε κόκκινα παπούτσια... | - People who don't take care of their gardens. People who park on their lawn and ladies who wear red shoes. |
'ρα το μεγάλο μυστήριο είναι... Ποιός συγκέντρωσε όλους αυτούς τους τόσο διαφορετικούς πολιτισμούς και τους έμαθε να παρκάρουν το αυτοκίνητό τους στο γρασίδι? | Then I guess the big mystery is who gathered all those remarkably different cultures together and taught them all how to park their cars on their lawns? |
- Όλοι παρκάρουν εδώ. | Everybody parks in the alley. It's all right. |
Ένας τύπος κατούρησε το αυτοκίνητό μου ενώ το πάρκαρα. | Some dude peed on my car while I was parking it. |
Όταν πάρκαρα το αυτοκίνητο δεν το κατάλαβα. | When I was parking, I didn't feel a thing. |
Αν δεν νομίζεις πως πάρκαρα, γιατί πήγες να μπεις με τη μούρη; | If you didn't think I was parking, why did you put it in headfirst? |
Είχα ακούσει και εγώ κάτι γρατζουvίσματα... ειδικά τηv ώρα που πάρκαρα. | No, no. I'm sure you're right. I have detected scraping noises, particularly when I was parking. |
Ω... Έτσι βρήκες ένα κινητό στο αμάξι που πάρκαρες. | So you found a phone in the car that you were parking. |
"Έχω παρκάρει στη γωνία Βαν Νταμ και 7η" Έξω από το σχολείο του Τζακ, δηλαδή. | "I'm parked at the corner of van dam and 7th." That's right by Waverly, Jack's school. |
"Εγώ δεν είπα" γάιδαρε, εσύ "Έσύ με αποκάλεσες γάιδαρο" Όταν είχες παρκάρει το αυτοκίνητό σου στο δικό μου πάρκινγκ. | You called me an ass, when you parked in my spot. |
'Eχω παρκάρει εδώ. | I'm parked over here. |
'Εvα καφέ Άουvτι έχει παρκάρει στη θέση μoυ. | There's a brown Audi parked in my parking space. |
Έχεις ένα παϊδάκι στην αριστερή τσέπη, έχεις... 57 σεντς στη δεξιά και και έσπασες έναν καθρέφτη... παρκάροντας σε θέση για ανάπηρους. | You have a pork chop bone in your left pocket; you have 57 cents in your right, and you clipped someone's side mirror while parking in a handicap spot. |
Γύρνα πίσω. Φίλε! Φίλε, σαν να θες να πάρεις κλήση είναι παρκάροντας εκεί. | Dude, dude, you are just asking for a ticket parking there. |
Είχα πολλή δουλειά παρκάροντας αμάξια. | I was busy parking cars. |