Get a Greek Tutor
suppress
Έμαθα να καταπιέζω τα συναισθήματά μου.
l learned to suppress my emotions.
Ω, παρακαλώ, δεν κάνει τίποτα, μπορεί εσύ να τα καταφέρνεις πολύ καλά.... Να παράγεις ενέργεια και να τα καταπιέζεις όλα αυτά, αλλά...
Maybe you can generate or whatever it is for all that suppress business, but...
Μπορείς μόνο να καταπιέζεις την πραγματική σου φύση για καιρό.
You can only suppress your real nature for so long.
Πρέπει να μάθεις να τα καταπιέζεις ειδάλλως θα σε αφανίσουν.
You must learn to suppress them all. Otherwise, they will consume you.
Δεv μπoρείς vα καταπιέζεις τηv πvευματική μoυ πρόoδo, Mάικ.
Man, you can't keep suppressing my spiritual growth, Mike.
Υποψιάζομαι πως καταπιέζεις κάτι σημαντικό στη ζωή σου.
I suspect you're suppressing something important in your life.
Μάθαμε να τα καταπιέζουμε.
We suppress them.
Έχουμε εκπαιδευτεί να καταπιέζουμε αυτά τα συναισθήματα, να ντρεπόμαστε γι' αυτά.
We're trained to suppress those feelings, to be ashamed of them
Είμαστε εδώ για να εκφράζουμε τα αισθή- ματα μας, όχι να τα καταπιέζουμε.
We're here to be honest with our feelings, not suppress them.
- Οι μεγάλοι καταπιέζουν τους μικρούς.
It's the old age suppressing youth thing.
Yποσυνείδητα καταπιέζουν τις πλήρεις ικανότητές τους.
They are subconsciously suppressing their full abilities.
Ο θετός της πατέρας ήταν ένας πανίσχυρος εκατομμυριούχος, τότε καταπίεσα την ανάγκη μου να γελάσω στα μούτρα της, αλλά τώρα,
Her adopted father was a powerful billionaire, So I suppressed the urge to laugh in her face.
Γι 'αυτό το καταπίεσα.
So I suppressed it.
Το καταπίεσα αλλά..
I suppressed it to death.
ηΦρειδερίκαθυμωμένα καταπίεσε τα αισθήματα πουτηντράβηξανστονξάδελφότης.
Frederique angrily suppressed the emotions that had drawn her towards her cousin.
Ίσως να την καταπίεσε.
I mean, maybe he suppressed it.