Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Εντείνω (intensify) conjugation

Greek
4 examples

Conjugation of εντείνω

εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
εντείνω
I intensify
εντείνεις
you intensify
εντείνει
he/she does intensify
εντείνουμε
we intensify
εντείνετε
you all all intensify
εντείνουν
they intensify
Future tense
θα εντείνω
I will intensify
θα εντείνεις
you will intensify
θα εντείνει
he/she will intensify
θα εντείνουμε
we will intensify
θα εντείνετε
you all all will intensify
θα εντείνουν
they will intensify
Aorist past tense
ενέτεινα
I did intensify
ενέτεινες
you did intensify
ενέτεινε
he/she did intensify
ενετείναμε
we did intensify
ενετείνατε
you all all did intensify
ενέτεινα
they did intensify
Past cont. tense
έντεινόμουν
I was intensifying out
έντεινόσουν
you were intensifying out
έντεινόταν
he/she was intensifying out
έντεινόμαστε
we were intensifying out
έντεινόσαστε
you all all were intensifying out
έντεινόνταν
they were intensifying out
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
εντέισου
you intensify!
εντείνετε
you all be intensifying out!
Perfective imperative mood
να εντείνεις
you be intensifying out!
εντείνετε
you all be intensifying out!

Examples of εντείνω

Example in GreekTranslation in English
Είναι απλή λογική. Θέλω να τον αναφέρω στον 7ο Όροφο... ώστε να πάρουμε το πράσινο φως και να εντείνουμε την έρευνα.I just want to take his name up to the Seventh Floor so we can get the go-ahead to intensify the probe.
Χωρίς αμφιβολία, οι Γερμανοί θα εντείνουν τις προσπάθειες να μας εμποδίσουν.The Germans will no doubt intensify their efforts to intercept us.
Οι σημερινοί εμπορικοί αλιείς εντείνουν την κατάσταση αυτή σε μαζική κλίμακα.Today's commercial fishers intensify this situation on massive scales.
Γνωρίζοντας ότι για να χαθεί, ο Γουίλιαμ Τζάγκερ θα εντείνει τις προσπάθειές του να με ξετρυπώσει, και δεν μπορώ να επωμιστώ αυτό το κόστος, οπότε η μυστικότητα η καλύτερή μου άμυνα.Knowing it to be lost, William Jagger will intensify his efforts to seek me out, and I can't bear the cost of that, secrecy being my greatest defense.

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

εκτείνω
stretch

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'intensify':

None found.