Θα διατάζεις τον Μαστόδοντα Ντάιναζορντ. | You shall command the Mastodon Dinozord. |
Δε διατάζεις εσύ, Σάμπιαν. | This is not your command, Sabian. |
Είσαι υπεράνω... διατάζεις τους υποτακτικούς σου να σηκώσουν τα βάρη της αυτοκρατορίας σου. | you're a man above it all... commanding your workers to carry the burden of your empire. |
Φιούρι, δεν είμαι πλέον δικός σου για να διατάζεις. | Fury, I am no longer yours to command. |
- Δεν διατάζεις εμένα. | You do not command me. |
"...δια του παρόντος σας διατάζουμε..." | "Do hereby command you." |
Καταραμένο πνεύμα των νεκρών, αιμοτοβαμμένε,καταστροφέα οικογενειών, δε διατάζουμε να έρθεις στον κύκλο μας. | Oh, cursed spirit of the dead, spiller of blood, destroyer of families, we command you into our circle. |
Εμείς τους διατάζουμε! | We command you! |
...δια του παρόντος σας διατάζουμε... | "Do hereby command you ..." |
Σε διατάζουμε! | You mad man! We command you! |
Θα μπορούσε να είναι κάτι ακραίο, φωνές που τον διατάζουν να σκοτώσει. | It could be as bizarre as voices commanding him to kill. |
οι ουρανοί χωρίζονται και οι Marshall διατάζουν. | The skies parted and Marshall took command! |
"Πρέπει να διατάζουν... | "must command... |
Μας ζητούν και πάλι μάλλον μας διατάζουν να εξετάσουμε την προτεινόμενη 13η Τροποποίηση. | We are once again asked, nay commanded, to consider a proposed 13th Amendment |
καλούμαστε... εμείς... μας διατάζουν | we are asked... We are... We're commanded |
Σε διέταξα να δώσεις ένα τέλος στο μπλέξιμο σου, Θορ! | I have commanded you to end your involvement, Thor ! |
Δεν σε διέταξα να μείνεις στη γέφυρα; | didn't i order you to stay on the command deck? |
Να κάνεις όπως διέταξα. | Do as I commanded. |
Όπως διέταξα την τοποθέτησή σου πίσω απ' τα τείχη της πόλης ώστε να κινηθείς ως όργανό μου. | As I commanded your placement behind city walls to move as my instrument. |
Ο Θεός διέταξε τους ευγενείς Της Αγγλίας να πολεμήσουν σ' έναν άγιο πόλεμο, να χτυπήσουν αυτόν τον υποκριτή, Εδουάρδο, που πήρε το θρόνο από τον από τον νόμιμο βασιλιά του, τον Ερρίκο. | God has commanded the nobles of England to fight his holy war, to strike down this pretender, Edward, who took the throne from his own righteous king, Henry. |
Μπορείς, λοιπόν, να φανταστείς το μένος μου όταν με διέταξε... να διακόψω τη σχέση μου με τη λαίδη Κασλμάιν... καθώς επίσης και το φλερτ... με ορισμένες ηθοποιούς του θεάτρου. | You may imagine, then, my fury when she commanded me... to end my liaison with Lady Castlemaine... and likewise to terminate my amours... with certain actresses of the playhouse. |
Ο Άρχοντας Ραλ μας διέταξε να ενώσουμε τις δυνάμεις μας μαζί σας. | Lord Rahl has commanded us to join forces with you. |
Ο αφέντης μου, ο δούκας του βορά με διέταξε να σε σκοτώσω. | My master, the Duke of the North, has commanded me to kill you. |
Οι Τριγκάρτα έκαναν ακριβώς αυτό που τους διατάξαμε! | The Trigarthas have done exactly as commanded! |