Τα παιδιά του, αν έχει, δεν τον διαδέχονται. | The children, if, not succeed. |
Σήμερα, η ζωή, η ζωή μας, είναι ένας κρίκος στην αλυσίδα αμέτρητων έμβιων όντων που διαδέχονται το ένα το άλλο στη Γη για περίπου 4 δις χρόνια. | Today, life, our life, is just a link in a chain of innumerable living beings that have succeeded one another on Earth over nearly 4 billion years. |
Η Αυτού Μεγαλειότης του ελπίζει πάρα πολύ ότι ο σύζυγός μου θα διαδεχθεί τον Sir John French. | His Majesty very much hopes that my husband will succeed Sir John French. |
Μέχρι στιγμής δεν έχει γίνει ακόμη σαφές... ποιος θα διαδεχθεί τον βασιλιά. | So far it's not yet clear who will succeed the king. |
- Εγώ δεν τον διαδέχθηκα, κλπ. | - "My husband didn't succeed him, etc." |
Και εγώ τον διαδέχθηκα. | And I succeed him. |
Απεσύρθη σήμερα και εγώ, ο γιός του, τον διαδέχθηκα. | He retired today and I, his son, succeed him. |
Ποιος διαδέχθηκε τον Ναπολέοντα; | Who did succeed Napoleon? |
Κι όταν πέθανε, τον διαδέχθηκε ο γυιός του Εδουάρδος... αλλά δεν βασίλεψε πολύ. Και μάλιστα ήταν βαρετός. | And when he died, he was succeeded by his son Edward, but it didn't last very long. |
Κι αυτόν τον διαδέχθηκε η Βασίλισσα Μαίρη τής Σκωτίας | In fact, it was rather boring. And he was succeeded by Mary, Queen of Scots. |
Η ετεροθαλής αδελφή της, Eλίζαμπεθ, την διαδέχθηκε το 1558. | Her half-sister, Elizabeth, succeeded her in 1558. |