" Όταν η αγάπη γνέφει, ακολούθησε, | "When love beckons, follow, |
" Όταν η αγάπη γνέφει, ακολούθησε." | "When love beckons, follow." |
"Όταν η αγάπη γνέφει, ακολούθησε, | "When love beckons, follow, |
"Ναι επιτέλους, επιτέλους... ελεύθερη απ'το παρελθόν... και το μέλλον να μου γνέφει... | ♫ Yes at last, at last ♫ ♫ to be free of the past ♫ ♫ and of the future that beckons me ♫ |
Όταν το ηλιακό μας σύστημα έχει διερευνηθεί όλο οι πλανήτες από άλλα αστέρια θα γνέφουν. | When our solar system is all explored the planets of other stars will beckon. |
Ο ήλιος έχει δύσει και τα μάτια σου μου γνέφουν να σε πάω στην παραλία όπου θα κολλήσω τα χείλη μου στα δικά σου. | / It's the shank of the evening. And your eyes beckon me to the shore where I will crash on you lips. |
Οι ουρανοί μου γνέφουν να συνεχίσω να ονειρεύομαι. | The skies are beckoning me to go on dreaming. |
Οι ουρανοί μπορεί να σου γνέφουν | The heavens may beckon you |
Μου έγνεψες. | You beckoned me. |
Όταν έφτασε στην πόρτα, στράφηκε και μου έγνεψε. | When she got to the door, she turned around and beckoned me. |
Ο διάβολος τον έβαλε σε πειρασμό, αλλά ο Θεός του έγνεψε. | The devil tempted him,but God beckoned him. |
Τώρα γνέψε με τα χέρια σου. | Now beckon with your hands. |
Η σύντομη εμφάνισή της, ίσως λειτουργεί ως σινιάλο... γνέφοντας στα παιδιά της να γυρίσουν σπίτι. | Her brief appearance may be a signal, beckoning her children home for the night. |
έξω ο ουρανός περιμένει γνέφοντας, γνέφοντας, μόλις πέρα από τα κάγκελα. | Outside the sky waits, beckoning, beckoning, just beyond the bars. |