Προσωπικά συνηθίζω να αφαιρώ τις σφαίρες μόλις με πυροβολήσουν. | As you know, my personal policy is always to remove bullets... immediately after I'm shot. |
Μοιράζεις 4στήλες από 13χαρτιά στο κρεβάτι, αφαιρείς τους άσσους. | You deal out four columns of thirteen cards on the bed, you remove the aces. |
Ανακατεύεις τα χαρτιά, τα μοιράζεις, αφαιρείς τους άσσους και ζυγίζεις την κατάσταση. | You shuffle the cards, deal them out, remove the aces, and take stock of the situation. |
Πρόσεξε όταν αφαιρείς τα κλιπ στερέωσης. Μην ανησυχείς. | Watch when you remove the mounting clips. |
Είναι πάντα οδυνηρό να αφαιρείς την κασέτα, ν'αλλάζεις το πρόγραμμα. | It's always painful to remove the cassette, to change the program. |
Καθώς αφαιρείς ένα μολύβι... το μικροκομπιούτερ καταγράφει δείχνοντας το υπόλοιπο... και όταν φτάσει στον αριθμό που εσείς ορίσατε... σας ειδοποιεί... για να λάβετε τα μέτρα σας. | As you remove the pencils from the sturdy ABS plastic container... the powerful micro-computer brain continuously updates the LED read-out... and when the number reaches your preset re-supply level... the pencil monitor alerts you to the shortage... and reminds you to take action. |
Τώρα θα ελέγχουμε τους κλασσικούς για πολιτικές αναφορές και θα τις αφαιρούμε; | Are we now to check the classics for political references and remove them? |
Από καλοσύνη τους αφαιρούμε. | As a kindness, we remove them. |
Πρώτα, αφαιρούμε το επιπλέον δέρμα... Τώρα τους πλαδαρούς ιστούς... κάτω από τα μάτια και το μέτωπο. | First, we remove the excess derma... so... now the flaccid tissues under the eyes and forehead. |
Αν συνεχίζαμε να αφαιρούμε το νερό, θα τα καταστρέφαμε όλα τους. | If we had continued to remove that water, we would have destroyed them all. |
Το εκρηκτικό θα εξουδετερωθεί καθώς θα το αφαιρούμε. | The explosive could be disarmed at the same time it is removed. |
Πρέπει να είναι απαίσιο να σου αφαιρούν το γοφό! | It must be ghastly to have a hip removed. |
"Οι Εβραίοι, ως γνωστόν, αφαιρούν όργανα και θυσιάζουν νέους στις τελετές τους." | "The Jew is known to remove organs and sacrifice teens in their religious ceremonies." |
Με αυτόν τον τρόπο αφαιρούν τον όγκο αλλά όχι τον μαστό, σωστά; | That's where they remove the tumour but not the breast, right? - Right. |
Εξάλλου όταν μπεις στην SORT, αφαιρούν όλα τα "ανθρώπινα" μέρη του σώματος σου. | - Besides, when you sign on to SORT, they remove all the human parts of your body. |
Τώρα υπάρχουν τα λέιζερ και τα αφαιρούν. | They can remove scars, plus God made plastic surgery. 100-percent fake. |
Γρήγορα απάνω, και θα αφαιρέσω το βασιλικό ένδυμα. | Up quickly, and I will remove the royal dress. |
Αφαίρεσε το χέρι σου αλλιώς θα αφαιρέσω το βραχίονά σου. | Remove your hand or I will remove your arm. |
Με την πρώτη ευκαιρία που θα βρεις, θα αφαιρέσεις κάμερες και μικρόφωνα από το σπίτι του λοχία Μπρόντι, και θα καλύψεις τα ίχνη σου. | First chance you get, you will remove the cameras and microphones from Sergeant Brody's house, and cover your tracks. |
Νομίζω ότι λίγο γυάλισμα θα αφαιρέσει τη σκουριά σε σύντομο χρονικό διάστημα. | I think a little polishing will remove that rustiness in quick time. |
Ένα χειρουργό... που θα αφαιρέσει την πατούσα σας; | A surgeon who will remove your foot? |
Πιστεύουμε ότι μέσα απο συνεχής ανάπτυξη παρασιτικής έρευνας μπορούμε να παρέχουμε στην ανθρωπότητα ένα εργαλείο που θα αφαιρέσει τους περιορισμούς τοποθετημένους στο DNA μας. | We believe that through continued development of parasitic research we can provide humanity with a tool that will remove the limitations placed on us by our DNA. |
Η Δρα. Μοντγκόμερι θα αφαιρέσει τον όγκο της Ρέιτσελ. | Dr. Montgomery will remove rachel's tumor, then stage it |
Ο χειρουργός σας θα αφαιρέσει την πάνω άκρη του μηριαίου οστού... και θα τοποθετήσει ένα τεχνητό οστό στη θέση του. | Your surgeon will remove the top end of the thighbone... and insert an artificial bone instead. |
Θα το κάνουμε αμέσως, κύριε αλλά πρώτα, συμφώνως προς το διεθνές δίκαιον, θα αφαιρέσουμε την ταινία η οποία εκλάπη από τις ΗΠΑ, η οποία βρισκόταν μέσα σε μία κάμερα η οποία ανήκε εις το Ηνωμένο Βασίλειο, της Μεγάλης Βρετανίας. | We will do so directly, sir, but first, under international law... we will remove the film which was taken from the United States... which was in a camera belonging to the United Kingdom of Great Britain. |
Σήμερα θα αφαιρέσουμε το αριστερό νεφρό και θα εξαιτάσουμε τα κατώτερα έντερα | You will remove the left kidney and dissect the lower intestines. |
Σήμερα θα αφαιρέσουμε το παλιό οστό, αύριο ο Σλόαν τον ουλώδη ιστό και μετά θα εμφυτεύσουμε τον κλωβό. | Today we're taking out the old hardware. Tomorrow Sloan will remove the scar tissue. And then we'll implant the cage. |
Οι γιατροί στα επείγοντα θα αφαιρέσουν το βέλος. | E.R. Docs will remove the arrow. |
...2 άτομα θα αφαιρέσουν τις σωλήνες του συστήματος θέρμανσης. | ...a two-man demolition crew will remove all the piping from the original heating system. |
Πιο εκλεπτυσμένα καβούρια ερημίτες συλλέγουν ανεμώνες θα αφαιρέσουν αυτές τις ανεμώνες και θα τις επανατοποθέτησουν κάθε φορά που αλλάζουν καβούκι. | More sophisticated hermit crabs collect stinging anemones and will remove these anemones and reattach them whenever they change shells. |
Νομίζω ότι αφαίρεσα τις σφαίρες. | I think I removed the cartridges. |
Μπορείς να πηγαίνεις, αφαίρεσα τα τσι- μπούρια από το όμορφο ρύγχος σου. | Here you go, I removed the ticks from your nice muzzle. |
Το αφαίρεσα εντελώς. | I've removed it from the equation... this corpse. |
Ανέκτησα κάποιες πληροφορίες από τον αρχαίο δίσκο που αφαίρεσα από τον υπολογιστή τους | I retrieved some information from the ancient disk I removed from their computer. |
Το αφαίρεσα αυτό το πράγμα. | I had that thing removed. |
Τον είχε μέσα της ώσπου τον αφαίρεσες. | She carried her twin inside her until you removed it. When? |
Λέει ότι η σφαίρα που ισχυρίζεσαι ότι αφαίρεσες από το μηρό του κ. Κόουλ, είναι αντίκα. | It says the bullet you claim you removed from Cole's thigh... is, in fact, an antique. |
Πώς αφαίρεσες τη σήμανση επιτήρησης σου; | How did you remove your surveillance tagging? |
Περιείχε κάτι που αφαίρεσες. | It contained something which you removed. |
Τί έγινε μ' αυτόν; Σου εξέφρασα τις ανησυχίες μου όταν απερίσκεπτα αφαίρεσες το τσιπ του. | I told you my concerns when you recklessly chose to remove the chip from his head. |
- Τώρα, προσεκτικά αφαίρεσε την κλείδα. | - Now, carefully remove the wrench. |
Και αφού αφαίρεσε τα φύλλα μάνγκο που κάλυπταν τα μάτια της... αντίκρυσε το πρόσωπό του. | And when she removed the mango leaves covering her eyes... she saw his face. |
Κατόπιν αφαίρεσε το πουκάμισό του. | Then he removed his shirt. |
Όταν ο Γουέιν αφαίρεσε το νεόπλασμα από το μικρό εισέπραξε $25.000 | When Wayne removed the neoplasm from the Talleyrand boy, he received $25,000. |
Η Λαίδη μόλις αφαίρεσε την ταπετσαρία για ανακαίνιση. | Lady Beeder has just had a tapestry removed for renovation. |
Σήμερα το πρωί αφαιρέσαμε τη σφραγίδα από το διαμέρισμά σου. | This morning we have removed the seal from your apartment. |
Αν κοιτάξουμε στη βάση του εγκεφάλου που μόλις αφαιρέσαμε απ' το κρανίο... Μπορούμε να δούμε μόνο ένα μικρό τμήμα απ' το μέσο του εγκεφάλου. | If we look at the base of a brain which has just been removed from a skull there's very little of the midbrain that we can actually see. |
Κύριε, βρήκαμε και αφαιρέσαμε άλλη μια συσκευή σαμποταζ. | Sir, we found and removed another sabotage device. |
Η σφαίρα χώθηκε στην σπονδυλική του στήλη, αλλά την αφαιρέσαμε με επιτυχία. | The bullet lodged in his spine, but we removed it successfully. |
Αυτή είναι η σφαίρα που αφαιρέσαμε από σένα. | This is the bullet we removed from you. |