Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Αισθητοποιώ (touch off) conjugation

Greek
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
αισθητοποιώ
αισθητοποιείς
αισθητοποιεί
αισθητοποιούμε
αισθητοποιείτε
αισθητοποιούν
Future tense
θα αισθητοποιήσω
θα αισθητοποιήσεις
θα αισθητοποιήσει
θα αισθητοποιήσουμε
θα αισθητοποιήσετε
θα αισθητοποιήσουν
Aorist past tense
αισθητοποίησα
αισθητοποίησες
αισθητοποίησε
αισθητοποιήσαμε
αισθητοποιήσατε
αισθητοποίησαν
Past cont. tense
αισθητοποιούσα
αισθητοποιούσες
αισθητοποιούσε
αισθητοποιούσαμε
αισθητοποιούσατε
αισθητοποιούσαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
αισθητοποίει
αισθητοποιείτε
Perfective imperative mood
αισθητοποίησε
αισθητοποιήστε

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

αναισθητοποιώ
anaesthetize
ευαισθητοποιώ
sensitize

Other Greek verbs with the meaning similar to 'touch off':

None found.