Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Αναισθητοποιώ (anaesthetize) conjugation

Greek

Conjugation of αναισθητοποιώ

εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
αναισθητοποιώ
I anaesthetize
αναισθητοποιείς
you anaesthetize
αναισθητοποιεί
he/she does anaesthetize
αναισθητοποιούμε
we anaesthetize
αναισθητοποιείτε
you all anaesthetize
αναισθητοποιούν
they anaesthetize
Future tense
θα αναισθητοποιήσω
I will anaesthetize
θα αναισθητοποιήσεις
you will anaesthetize
θα αναισθητοποιήσει
he/she will anaesthetize
θα αναισθητοποιήσουμε
we will anaesthetize
θα αναισθητοποιήσετε
you all will anaesthetize
θα αναισθητοποιήσουν
they will anaesthetize
Aorist past tense
αναισθητοποίησα
I anaesthetizeed
αναισθητοποίησες
you anaesthetizeed
αναισθητοποίησε
he/she anaesthetizeed
αναισθητοποιήσαμε
we anaesthetizeed
αναισθητοποιήσατε
you all anaesthetizeed
αναισθητοποίησαν
they anaesthetizeed
Past cont. tense
αναισθητοποιούσα
I was anaesthetizeing
αναισθητοποιούσες
you were anaesthetizeing
αναισθητοποιούσε
he/she was anaesthetizeing
αναισθητοποιούσαμε
we were anaesthetizeing
αναισθητοποιούσατε
you all were anaesthetizeing
αναισθητοποιούσαν
they were anaesthetizeing
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
αναισθητοποίει
be anaesthetizeing
αναισθητοποιείτε
anaesthetize
Perfective imperative mood
αναισθητοποίησε
anaesthetize
αναισθητοποιήστε
anaesthetize

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

ευαισθητοποιώ
sensitize

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'anaesthetize':

None found.