Η κατάχρηση εξουσίας χλομιάζει στη σύγκριση. | The abuse of power pales in comparison. |
Από το αίμα της ανάθρεψε τον διάδοχό μου, που θα στηρίξει τα βασίλεια της Γαλλίας και της Αγγλίας, των οποίων οι ακτές χλομιάζουν από ζήλια όταν βλέπουν την ευτυχία το ένα του άλλου και που θα σβήσει το μίσος ανάμεσά τους. | And from her blood raise up issue to me... that the contending kingdoms of France and England, whose very shores look pale with envy of each other's happiness may cease their hatred. |
Ο Κόνραντ έλαβε μια κλήση από την Βικτόρια και χλόμιασε μόλις την άκουσε. | Conrad took a phone call from Victoria, paled at the sound of her voice. |