- Μάλιστα. - Οτιδήποτε απο το φτυαρίζω... | - Anything is preferable to shoveling... |
Έκανα καλά που σε έβαλα σε εκείνο το πηγάδι, όπως τώρα είναι εξίσου σωστό να μου αναθέτεις να φτυαρίζω χιόνι εκεί μακρυά, στον αγριότοπο, όπου οι αδελφοί μου παγώνουν και λιμοκτονούν. | I was right to put you down in that well, just as now it is right that you set me to shoveling snow, far away, in the wilderness, where my brethren freeze and starve. |
Όχι, δεν θέλω να φτυαρίζω σκατούλες. | No, I don't want to shovel poo. |
Δεν θα φτυαρίζω πια χιόνι. | I don't have to shovel any more damn snow. |
Θές να φτυαρίζω χώμα; | You want me to shovel dirt? |
- Εσύ φτυαρίζεις, εντάξει; | - You're shoveling, all right. |
- Ναι, ξέρω αυτά τα υπέροχα μέρη, αυτές τις κοινότητες.. όπου δε χρειάζεται να ανησυχείς για τίποτε, να κουρεύεις το γρασίδι, να φτυαρίζεις το χιόνι ξέρεις άνθρωποι σαν εσένα, δραστήριοι και σε εγρήγορση, που είναι μόνοι τους, και έτσι επωφελούνται από συνομήλικούς τους. | Yeah, you know, there's these great places now, you know, these communities Where you don't have to worry about mowing the lawn or shoveling snow. You know, People who are like you, active and alert, but are alone. |
-Χωκ, συνέχισε να φτυαρίζεις. | -Hawk, keep shoveling. |
Έμμα, ξέρεις να φτυαρίζεις! | - Emma, you can certainly shovel! |
Έτσι ο Έντμουντ έδιωξε τους φίλους του... και τράβηξε το δρόμο προς τη δόξα. Φαντάζομαι ότι θα πας πάλι να φτυαρίζεις κοπριά, όπως πριν. | Will you go back to shovelling dung in the gutter? |
Θα φτυαρίζουμε κάρβουνο μέχρι την αιωνιότητα. | We're going to be shoveling coal on this ship till eternity |
Στη συνέχεια, το φτυαρίζουμε στους ιμάντες μεταφοράς, και πηγαίνει πάνω και έξω. | Then, we shovel it on to conveyor belts, and up and out it goes. |
Τι λες; Μια τιμή υψηλότερη από τις κορυφές που ο κος Μποχάνον μας έβαλε να φτυαρίζουμε. | A price higher than the peaks Mr. Bohannon has condemned us to shoveling. |
- Ορίστε έφυγες. - Μετά απο αυτό, θα φτυαρίζετε εντόσθια ψαριών! | - After this, you get to shovel fish guts! |
Πάντα φτυαρίζετε τη vύχτα; | You always shovel at night? |
Παιδιά, το φτυαρίζετε το κάρβουνο; | You boys know how to shovel coal? |
Συνεχίστε να φτυαρίζετε. | Keep shoveling. |
΄Οταν γεράσω γι΄ αυτό, θα με φτυαρίζουν στον τάφο μου. | When I get too old for that, they'll be shoveling dirt in my face. |
Σαν δύο εργάτες, να φτυαρίζουν χαλίκι. | Yeah, it sounded like two dudes shoveling gravel. |
Τι έχουν τώρα στα ατμόπλοια; Στο κατάστρωμα ναύτες που δεν ξέρουν πού παν τα τέσσερα και οι κάτω ξέρουν μόνο να φτυαρίζουν κάρβουνο. | You got fellas on deck don't know a ship from a mud scow and below deck, you got fellas just know how to shovel coal. |
Την περασμένη βδομάδα φτυάριζε άλογα. | Last week, he was shovelling horse... |
Ένας ηλίθιος πέρασε όλη τη μέρα χτες φτυαρίζοντας για σένα. | Some idiot spent all day yesterday shovelling for you. |
Εκτός αν προτιμάς να μείνεις εδώ, φτυαρίζοντας... | Unless you'd rather stay here, shovelling s... |