- Πρέπει να σου φρεσκάρω τη μνήμη. | I have to refresh your memory. |
Άσε με να σου φρεσκάρω τη μνήμη! | Allow me to refresh your memory. |
Άσε με να σου φρεσκάρω τη μνήμη. | Uh, allow me to refresh your memory. |
Έχετε καλή μνήμη... αλλά με την άδειά σας, θα ήθελα να την φρεσκάρω. | I know that you have a good memory... but with your permission, I would like to refresh it a bit. |
- Θα πρέπει να μου φρεσκάρεις τη μνήμη. | You'll have to refresh my memory. |
Αδερφέ, μπορείς να του φρεσκάρεις τη μνήμη; | Brother? Can you help him refresh his memory? |
Για να φρεσκάρεις τη μνήμη σου για την ακρόαση. | To refresh your memory for the hearing. |
Γιατί δεν μου φρεσκάρεις τη μνήμη; | Why don't you refresh my memory. |
Ίσως σου φρεσκάρουμε τη μνήμη. | Okay, pop, maybe we can refresh your memory. |
Ας σου φρεσκάρουμε την μνήμη. | Well, let's refresh your memory. |
Για να δούμε αν μπορούμε να φρεσκάρουμε τη μνήμη σας. | Let's see if we can refresh your memory. |
Ε, αγόρι, ας μάθουμε... Πως μπορούμε να φρεσκάρουμε τη σκουριασμένη σου μνήμη. | Well, boy, let's see if we can do something... to refresh that rusty old memory of yours. |
Εχω εδώ την έκθεση, αν θέλετε να φρεσκάρετε τη μνήμη σας. | l have the report right here, if your memory needs refreshing. |
Θέλετε να τις δείτε για να φρεσκάρετε τη μνήμη σας; | Would you like to look at these images and see if they refresh your memory? |
Θα μπορούσατε να φρεσκάρετε τη μνήμη των ενόρκων, σας παρακαλώ; | Could you refresh the jury's memory,please? |
Μπορεί να σας βοηθήσουμε να φρεσκάρετε την μνήμη σας για το πότε του πουλήσατε το λάδι. | Maybe we can help you refresh your memory about when you sold the oil to him. |
- Κοιτα μήπως αυτά σου φρεσκάρουν τη μνήμη. | - Five gees? Man, it's not five gees! - See if this refreshes your memory! |
Ίσως αυτά να σου φρεσκάρουν τη μνήμη. | JON: Well, maybe these will refresh your memory. |
Ίσως αυτού του είδους οι αστυνομικοί να φρεσκάρουν τη μνήμη σου. | Perhaps these kind officers could refresh my memory. |