Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Υπερθερμαίνω (overflow) conjugation

Greek
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
υπερθερμαίνω
υπερθερμαίνεις
υπερθερμαίνει
υπερθερμαίνουμε
υπερθερμαίνετε
υπερθερμαίνουν
Future tense
θα υπερθερμάνω
θα υπερθερμάνεις
θα υπερθερμάνει
θα υπερθερμάνουμε
θα υπερθερμάνετε
θα υπερθερμάνουν
Aorist past tense
υπερθέρμανα
υπερθέρμανες
υπερθέρμανε
υπερθερμάναμε
υπερθερμάνατε
υπερθέρμαναν
Past cont. tense
υπερθέρμαινα
υπερθέρμαινες
υπερθέρμαινε
υπερθερμαίναμε
υπερθερμαίνατε
υπερθέρμαιναν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
υπερθέρμαινε
υπερθερμαίνετε
Perfective imperative mood
υπερθέρμανε
υπερθερμάνετε

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'overflow':

None found.