Cooljugator Logo Get a Greek Tutor

τουρτουρίζω

shiver

Looking for learning resources? Study with our courses! Get a full Greek course →

Conjugation of τουρτουρίζω

εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
τουρτουρίζω
I shiver
τουρτουρίζεις
you shiver
τουρτουρίζει
he/she shivers
τουρτουρίζουμε
we shiver
τουρτουρίζετε
you all shiver
τουρτουρίζουν
they shiver
Future tense
θα τουρτουρίσω
I will shiver
θα τουρτουρίσεις
you will shiver
θα τουρτουρίσει
he/she will shiver
θα τουρτουρίσουμε
we will shiver
θα τουρτουρίσετε
you all will shiver
θα τουρτουρίσουν
they will shiver
Aorist past tense
τουρτούρισα
I shivered
τουρτούρισες
you shivered
τουρτούρισε
he/she shivered
τουρτουρίσαμε
we shivered
τουρτουρίσατε
you all shivered
τουρτούρισαν
they shivered
Past cont. tense
τουρτούριζα
I was shivering
τουρτούριζες
you were shivering
τουρτούριζε
he/she was shivering
τουρτουρίζαμε
we were shivering
τουρτουρίζατε
you all were shivering
τουρτούριζαν
they were shivering
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
τουρτούριζε
be shivering
τουρτουρίζετε
shiver
Perfective imperative mood
τουρτούρισε
shiver
τουρτουρίστε
shiver

Examples of τουρτουρίζω

Μια φορά γεννήθηκα να είμαι κακός Συνήθιζα να τουρτουρίζω σαν και σένα

I once was born to be bad I used to shiver like that

Στέκεσαι γυμνή και τουρτουρίζεις.

All that remain is a cold and shivering being.

Σταμάτα να τουρτουρίζεις σαν κορίτσι, 'νταμ, δεν έχει και τόσο κρύο έξω.

stop shivering like a girl,adam, it's not even that cold out.

Συνέχισε να τουρτουρίζεις.

Just keep shivering. Keep shivering.

Θυμήθηκε γιατί ήθελε να σηκωθεί και σηκώθηκε από το κρεβάτι... πολύ απαλά... τουρτουρίζοντας έβαλε το φόρεμα και τις κάλτσες της.

She remembered why she'd wanted to wake up and got out of bed very softly shivering and pulling on her dress and her stockings.

Further details about this page

LOCATION