Η αδελφή του μπαμπά θέλει να της στέλνουμε προμήθειες στο Λονδίνο και μετά τηλεγραφούμε για να τα παραλάβει ο μπάτλερ της. | Papa's sister is always nagging him to send supplies to London, and then we cable her so her butler can be at King's Cross to meet them. |
Τους αρέσει να τηλεγραφούν από τη Νέα Υόρκη... | They love to cable. |
Του τηλεγράφησα. | I cabled him. |
Της τηλεγράφησα να γυρίσει. | I sent a cable for her to come. |
Της τηλεγράφησα να έρθει και δεν μου είπε καν να επιστρέψω. | I cable her to come and she doesn't say one word about me going over. |
Tου τηλεγράφησα ότι φτάνω σε μισή ώρα. | I cabled him I would be half an hour. |
Της τηλεγράφησα. | I cabled her. |
- Ποιο σου τηλεγράφησε, καλέ μου; | - What's the cable, darling? |
Ο Νορβέλ μου τηλεγράφησε, και κανόνισα τον κ. Μότο. | Norvel warned me by cablegram, and I arranged for Mr. Moto to be taken care of. |
Παρεμπιπτόντως, τηλεγράφησε στον Κένεντι στο Λονδίνο και πες του να πουλήσει τις βρετανικές και καναδικές μετοχές για 12 εκατομμύρια, ούτε λεπτό λιγότερο. | And by the way. cable Kennedy in London and tell him we'll sell our British and Canadian holdings for 12 million. |
Ο πρόεδρος δέχτηκε την πρότασή σας και τηλεγράφησε τις προσκλήσεις για την συνάντηση. | The president accepted your suggestion, and cabled the invitations for a meeting. |
Μάθε ποιος τηλεγράφησε στο προξενείο. | Find out who cabled the consulate. |
Ναι, τηλεγραφήσαμε εξι βδομάδες πρίν απο τις Ινδίες. | Yes, we reserved by cable. Six weeks ago from India. |
Ναι, του τηλεγραφήσαμε το πρωί κι ήρθε αμέσως. | Yes. He got the cable this morning and came straight over. |