Get a Greek Tutor
embalm
Δεν υπάρχει ανάγκη να ταριχεύουμε πτώματα.
We don't need to embalm bodies.
Είναι σαν να τις ταριχεύουν.
Pickling is like embalming, basically.
Μόνο στον Εμφύλιο χρειάστηκαν να μεταφέρουν τα πτώματα πίσω χωρίς να αποσυντίθενται, οπότε άρχισαν να τα ταριχεύουν.
It wasn't until the Civil War that they needed to transport bodies back home without them decomposing that they started embalming them.
Οι ιατροδικαστές δεν ταριχεύουν, ψάχνουν απλά τα αίτια θανάτου.
Coroner don't embalm -- just looks for the cause of death.
Mόλις τον ταρίχευσα.
l just embalmed him.
Είναι αστείο, αλλά την πρώτη φορά που ταρίχευσα ένιωσα ότι ήμουν προορισμένη γι'αυτό.
I know it sounds funny, but the first time I embalmed someone it felt like I was coming home. I just knew that this is what I was meant to do.
Εγώ ταρίχευσα μερικές νεκρές φράσεις.
I embalmed some dead phrases.
Επίσης ταρίχευσα και τον Σπάρκι 'ντερσον.
I also embalmed Sparky Anderson.
- Ποιος τον ταρίχευσε;
You're lying. William Chang was never embalmed.
-Ποιος τον ταρίχευσε;
- Who embalmed him? - Come on.
Αυτό επαληθεύεται απ' το γεγονός ότι ο Τζο ταρίχευσε την γυναίκα του μόνος του.
And it's verified that Jo embalmed his wife himself
Διότι αυτός ταρίχευσε τον Ταγματάρχη Κιντγουέλ ενώ εκείνος ήταν ακόμα ζωντανός.
Because he embalmed major Kidwell when he was still alive.
Αφού πέθανε, οι ικέτες του έκλεψαν το πτώμα απ' το νεκροτομείο... και το ταρίχευσαν με βάση κάποια έγγραφα που είχε αφήσει.
Well, after his death, Tymrak's supplicants stole his body from the morgue and embalmed it in accordance with some papers he left behind.
Είμαι σχεδόν σίγουρη ότι τον ταρίχευσαν ζωντανό.
I'm pretty sure he's been embalmed alive.
Ο λόγος που δεν μπορούσα να προσδιορίσω το αίτιο θανάτου ήταν... διότι ο Ταγματάρχης μας ήταν ζωντανός όταν τον ταρίχευσαν.
The reason I was unable to determine the cause of death was...because our major was alive when they embalmed him.
- Τον έχουν ήδη ταριχεύσει. - Ακόμα καλύτερα.
-He's already been embalmed.
-Aυτόv δεv τov έχoυv ταριχεύσει.
- This dude hasn't been embalmed yet. - What you talking about?
Ήταν σαν να τον είχαν ταριχεύσει.
He was practically embalmed.
Την έχουν ταριχεύσει;
You mean she was embalmed?