Εσύ έχεις να κάνεις με συγχωνεύεις πολλών δις. | And some regional trucking company account is nothing compared... - to a multi-billion-dollar merger. |
Αλλά η infogami πασχίζει να βρει χρήστες και τελικά ο Swartz την συγχωνεύει με ένα άλλο έργο της Y Combinator που είχε ανάγκη από βοήθεια. | But infogami struggles to find users, and Swartz eventually merges his company with another Y Combinator project in need of help. |
Το ΦΙΜΑ έχει αρχίσει να φτιάχνεται σε τεράστιες εκτάσεις σε κάθε περιφέρεια της χώρας... και το Κογκρέσο έχει εισάγει νόμους, όπως την πράξη για τα Εθνικά Επείγοντα Κέντρα... η οποία συγχωνεύει την τοπική αυτοδιοίκηση με την αστυνομία κάτω από ομοσπονδιακό έλεγχο... | FEMA is now building giant camps in every region of the country and the Congress which merges local governments and the police under federal control. |
Θέλω να συγχωνεύουμε το "Oceanside Wellness" και το "Pacific Wellcare". | I want to merge Oceanside Wellness and Pacific Wellcare. |
Κατεδαφίσουμε τους τοίχους μας και να συγχωνεύουμε τα μυαλά μας. | Knock down our walls and we merge in our heads. |
Πρώτη, συγχωνεύουμε αυτήν με την Ανωμαλία του Φίλιπ. Θα κάνει τη μεγάλη ασταθή, την κλείνει και το σχέδιο πέτυχε. | One, we merge this with Philip's anomaly, it makes the big one unstable, it closes and the plan's worked. |
Είναι παράδοση της σύναξης μας... μετά τα 22α γενέθλια τους, οι δίδυ- μοι να συγχωνεύουν τη δύναμη τους. | In our coven's tradition after their 22nd birthday, - the twins merge their strength. |
Είναι παράδοση της σύναξης μας... οι δίδυμοι να συγχωνεύουν τη δύναμη τους. | In our coven's tradition, the twins merge their strength. |
Παράδοση της οικογένειας μας είναι... μετά τα 22α γενέθλια, τα δίδυμα να συγχωνεύουν τη δύναμη τους. | In our coven's tradition, after their 22nd birthday, the twins merge their strength. |
Βασικά, συγχώνευσα τη Συνθήκη μας με τη Συνθήκη της Ρωσίας και της Κίνας. | Oh, uh... actually, I merged our treaty with Russia and China's treaty. |
Όταν συγχώνευσες τα υποκαταστήματα ποιον έβαλες υπεύθυνο; | When you merged those branches, who did you put in charge? |
"Ο Γουόλτερ Μπεντέιβιντ, ο οποίος πούλησε και συγχώνευσε την εταιρεία ερευνών του με τη φαρμακευτική Μπράιτλινγκ". | "Walter Bendavid, who sold and merged his research firm with bright-ling pharmaceutical..." |
- Αν είναι σωστή η υπόθεσή μου, αυτό που συγχώνευσε τις συχνότητες ανάμεσα στα σύμπαντα αποσταθεροποίησε το αεροσκάφος. | My hypothesis was correct. Whatever merged the frequencies of the two universes, destabilized the aircraft. |
Όταν ο Μπέλι κι εγώ συγχωνεύσαμε ένα μικροσκοπικό κομμάτι των συμπάντων... το ποσό της ενέργειας, ήταν τεράστιο. | When Belly and I merged just a tiny portion of the universes, the energy required was tremendous. |
Και συγχωνεύοντας ο ένας με τον άλλο, ο καθένας τους γίνεται ένα. | And merging with the other, where each becomes both. |
Υπάρχει τρόπος να αποσταθεροποιήσουμε την Ανωμαλία, συγχωνεύοντας και τις 2. | There's a way to destabilise the anomaly, by merging the prototype with this one. |