Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Σκοταδιάζω (scatter) conjugation

Greek
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
σκοταδιάζω
σκοταδιάζεις
σκοταδιάζει
σκοταδιάζουμε
σκοταδιάζετε
σκοταδιάζουν
Future tense
θα σκοταδιάσω
θα σκοταδιάσεις
θα σκοταδιάσει
θα σκοταδιάσουμε
θα σκοταδιάσετε
θα σκοταδιάσουν
Aorist past tense
σκοτάδιασα
σκοτάδιασες
σκοτάδιασε
σκοταδιάσαμε
σκοταδιάσατε
σκοτάδιασαν
Past cont. tense
σκοτάδιαζα
σκοτάδιαζες
σκοτάδιαζε
σκοταδιάζαμε
σκοταδιάζατε
σκοτάδιαζαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
σκοτάδιαζε
σκοταδιάζετε
Perfective imperative mood
σκοτάδιασε
σκοταδιάστε

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'scatter':

None found.