Από τότε βράζεις... και σιγοβράζεις. | Since then you've stewed... and cooked and simmered over it. |
Γιατί τίποτα δε μου τη δίνει περισσότερο απ' το να κάθεσαι εκεί και να σιγοβράζεις. | Because nothing irks me more than having you sitting there simmering. |
Ενώ σιγοβράζει η πάπια... ασχολούμαι με τα λαχανικά που πήρα από τον κήπο. | While the duck simmers... take care of the garden vegetables from sommière. |
Ενώ σιγοβράζει, θα κόψουμε τις τομάτες στα τέσσερα. | While it simmers, we are going to cut the tomatoes in quarters. |
Η Εξέγερση σιγοβράζει μεταξυ του Πιλάτου και με τους εβραιους 111 00:10:40,066 -- 00:10:44,612 Αλλά τίποτα δεν επιτρέπει να διαταράξει τον ρωμαϊκό κανόνα ... | Rebellion simmers amongst pilate's jewish subjects, |
Και τότε επαναλαμβάνω ακόμα 4 φορές οσο η γέμιση σιγοβράζει σε χαμηλή φωτιά! | And then repeat the action four times, whilst the pie filling simmers on a low light! |
Στη δεύτερη βράση, η άκρη σιγοβράζει σαν συντριβάνι. | At second boil, the edge simmers like a fountain. |
- σιγοβράζουν τα "Φλογισμένα Χείλη" μας . | - She really simmers, our Hot Lips. |
Είναι ήδη 97 χρόνια από τότε μια πυρηνική αποκάλυψη σκοτώσει όλους στη Γη, αφήνοντας τον πλανήτη που σιγοβράζουν στην ακτινοβολία. | It's been 97 years since a nuclear apocalypse killed everyone on Earth, leaving the planet simmering in radiation. |
Ολες οι πιό μυστικές εφευρέσεις μου μαγειρεύονται και σιγοβράζουν εδώ. | All of my most secret inventions are cooking and simmering in here. |
Πρέπει να σιγοβράζουν. | They need to simmer. |
Τέσσερις κούπες σιγοβράζουν, μέχρι να γίνουν δύο. | Four bowls simmered down to two |
Εντάξει, εντάξει, σιγοβράστε κάτω. | - All right, all right, simmer down. |
Εντάξει, σιγοβράστε τα κάτω. | All right, simmer down. |
Μπορείτε να καίτε την κουζίνα του υγραερίου όλη μέρα φτιάχνοντας σούπα, ψήνοντας μία πάπια ή σιγοβράζοντας κρέας. | You can fire up your gas stove all day long, making soup, roasting a duck or simmering a stew |