Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Προσωποποιώ (personify) conjugation

Greek
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
προσωποποιώ
προσωποποιείς
προσωποποιεί
προσωποποιούμε
προσωποποιείτε
προσωποποιούν
Future tense
θα προσωποποιήσω
θα προσωποποιήσεις
θα προσωποποιήσει
θα προσωποποιήσουμε
θα προσωποποιήσετε
θα προσωποποιήσουν
Aorist past tense
προσωποποίησα
προσωποποίησες
προσωποποίησε
προσωποποιήσαμε
προσωποποιήσατε
προσωποποίησα
Past cont. tense
προσωποποιούσα
προσωποποιούσες
προσωποποιούσε
προσωποποιούσαμε
προσωποποιούσατε
προσωποποιούσαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
προσωποποίσου
προσωποποιήστε
Perfective imperative mood
να προσωποποιείς
προσωποποιείτε

More Greek verbs

Related

Not found
We have none.

Similar

Not found
We have none.

Similar but longer

Not found
We have none.

Other Greek verbs with the meaning similar to 'personify':

None found.