Για να προσαρμόζουμε τη μάσκα καλύτερα. | Let's see if we can't get you a better fit on this mask. |
Είμαστε πολύ προσεκτικοί με τις πρόβες δεν προσαρμόζουμε τα νυφικά στη γραμμή σας, εσείς πρέπει να προσαρμοστείτε στη γραμμή του νυφικού. | Just be very careful about any pre-wedding weight gain. You don't alter a Vera to fit you; you alter yourself to fit Vera. |
Επάνω προσαρμόζουμε το πρόσωπό του. 'Οχι αντίγραφο. | The outside exactly like Troy's. Then we fit his face on top. Not a replica, but the real thing. |
Η Saab έκανε τους άξονες τόσο ισχυρούς, ώστε όταν πήγαιναν γι' αγώνες, - δε χρειαζόταν να προσαρμόζουν κλουβί. - Είναι αλήθεια; | Saab made the pillars so strong that when they went rallying they didn't have to fit a roll cage. |
- Τα προσαρμόζουν στις προδιαγραφές μας. | They're still fitting it to our specs. |
Εκμεταλλεύονται τις Ισλαμικές διδαχές και τις προσαρμόζουν σε άλλους σκοπούς, σε άλλες συνθήκες, πράγμα που τελικά, τους οδηγεί σε εξουσία. | They manipulate the Islamic teachings to fit different situations, different conditions, - to, ultimately, lead them to power. - Yeah. |
Ξύπνησα νωρίς και το προσάρμοσα επάνω μου. | I've been up since daybreak altering it to fit me. |
Αλλά όποιος είχε το δαχτυλίδι το προσάρμοσε. | But whoever owned the ring had it fitted. |
Και την προσάρμοσε στις ανάγκες του. | And adapted it to fit his needs. |