Speak any language with confidence

Take our quick quiz to start your journey to fluency today!

Get started

Περιτοιχίζω (surround) conjugation

Greek
εγω
εσυ
αυτ(ος/ή/ό)
εμείς
εσείς
αυτ(οί/ές/ά)
Present tense
περιτοιχίζω
περιτοιχίζεις
περιτοιχίζει
περιτοιχίζουμε
περιτοιχίζετε
περιτοιχίζουν
Future tense
θα περιτοιχίσω
θα περιτοιχίσεις
θα περιτοιχίσει
θα περιτοιχίσουμε
θα περιτοιχίσετε
θα περιτοιχίσουν
Aorist past tense
περιτοίχισα
περιτοίχισες
περιτοίχισε
περιτοιχίσαμε
περιτοιχίσατε
περιτοίχισαν
Past cont. tense
περιτοίχιζα
περιτοίχιζες
περιτοίχιζε
περιτοιχίζαμε
περιτοιχίζατε
περιτοίχιζαν
εσυ
εσείς
Imperfective imperative mood
περιτοίχιζε
περιτοιχίζετε
Perfective imperative mood
περιτοίχισε
περιτοιχίστε

More Greek verbs

Other Greek verbs with the meaning similar to 'surround':

None found.