ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΣΚΙΝΕΡ Δε συνηθίζω να παραπονούμαι, μα σήμερα είδαμε τρεις ταινίες, δυο προβολές και διαβάζαμε περιοδικά. | It's not my nature to complain, but so far today... we've had three movies, two filmstrips... and an hour and a half of magazine time. |
Δεν έχω το δικαίωμα να παραπονούμαι? | Have I not the right to complain? |
Λυπάμαι, δεν παραπονούμαι ή τίποτα είναι ότι έχω ξοδέψει το καλύτερο μέρος μιας μέρας για να σιγουρευτώ ότι αυτό δουλεύει σωστά. | I'm sorry, I don't mean to complain or anything. It's just that I have spent the better part of a day making sure this was in working order. |
Θαρρώ πως πολύ παραπονείσαι. | Methinks you complain too much. |
Σου δίνω την εύκολη δουλεία και συ παραπονείσαι. | I give you the easy job, and what do you do? You complain. |
Ο επιστάτης των φυλακών παραπονείται ότι τον σκοτίζεις με ερωτήσεις για την καλή διαβίωση των καταδίκων. Εν ολίγοις, μου λένε ότι είσαι ενοχλητική γυναίκα. | The prison warden complains that you badger him with questions about the welfare of the convicts. |
Γιατί να παραπονούμαστε; | - What are we complaining about? |
Και γι' αυτό, δεν παραπονούμαστε. | And so we are not complaining |
Ναι, δεν παραπονούμαστε. | Yeah, can't complain. |
Δεν ξέρω γιατί παραπονείστε. | I don't see what you got to complain about. |
'Οταν είναι σε αυτή την ηλικία είναι καλά, αλλά τα μικρότερα... Οι άλλοι ένοικοι παραπονούνται για τα μικρά που κάνουν φασαρία. | Once you get to this age, it's fine, but little ones... well, other tenants tend to complain about them. |
- Μας παραπονούνται γερμανοί πατεράδες. | - German fathers are complaining. |
- Οι γείτωνες παραπονούνται για εσάς. | - The neighbors are complaining to you. |
Όλοι παραπονούνται για το ξύλο. | They all complain about the wood. |
Ακόμα παραπονούνται. | We're still getting noise complaints. |
'Οταν με πέταξαν έξω απ'την ομάδα κρίκετ σαν σκυλί... δεν παραπονέθηκα . | When those bloody English cricket players threw me out of their club like a dog... ..I never complained. |
- Ο Πέριν ήταν. Της είπε να σταματήσει αφού παραπονέθηκα. Αλλά δεν άκουγε. | He told her to back off after I complained, but she wouldn't listen. |
-Δεν παραπονέθηκα ποτέ. | -I've never complained. |
Όταν παραπονέθηκα με απέλυσαν. | When I complained, they fired me. |
Όταν παραπονέθηκα μου έσπασε και τον άλλο. | When I complained, he broke the other one. |
- Επειδή παραπονέθηκες στη σύζυγό σου. | - Because you complained to your wife. |
- Ποτέ δεν παραπονέθηκες στο παρελθόν. | - You never complained before. |
Έγιναν τόσο σημαντικές αλλαγές στη ζωή σου και δεν παραπονέθηκες ποτέ, ούτε κατάρρευσες ή ένιωσες άσχημα για τον εαυτό σου. | You've had all these major life changes happen, and you've never once complained or fallen apart or felt sorry for yourself. You just... |
Όταν παραπονέθηκες, πήρα την μορφή ενός Ραφαλιανού ποντικιού. Ναι. | Once you complained, I took the form of a Rafalian mouse. |
Αλλά σου άξιζε και όταν παραπονέθηκες γι' αυτό, το καλωσόριζες." | "but you deserved it. "and when you complained about it, You were welcoming it." |
"'Έλπίζω να ικανοποιήθηκαν,' παραπονέθηκε μια γειτόνισσα." | "'I hope they're satisfied now,' complained one unidentified neighbor. |
"Όταν το έμαθε ο αρραβωνιαστικός της, έγινε έξαλλος και παραπονέθηκε στον πρόξενο. | "Hearing about this, Lucia's betrothed was furious and complained to the Consul Pascasio, |
- Και ο Charlie ποτέ δεν παραπονέθηκε. | - And Charlie never complained. |
- Και παραπονέθηκε κάποιος; | - And someone complained? |
- Ο Velija παραπονέθηκε στον Batko; | - Velija complained to Batko? |
Τιν Σοκ, δεν παραπονεθήκαμε ποτέ έχουμε κουραστεί όμως. | Tin Sok, we've never complained. But lately it's been real hard down there. |
Αλλά αν, και όποτε, παραπονεθήκατε στα ανώτερα διευθυντικά στελέχη, φοβόσασταν από κάποιου είδους αντίποινα; | But if, or when, you complained to higher management, would you be afraid of any sort of retaliation? |
Επίσης παραπονεθήκατε αρκετές φορές ότι είχατε κολλήσει ένα είδος ευλογιάς τάνα. | You've also complained on several occasions... that you were suffering from tanapox virus. |
Εσείς παραπονεθήκατε στον ιδιοκτήτη για αυτό το αποχωρητήριο. | You complained to the landlord about this outhouse. |
Λοιπόν, σίγουρα εσείς παραπονεθήκατε στο σύνδεσμο; | Well, surely you complained to the association? |
που παραπονεθήκατε για μένα. | You complained about me. |
'λλωστε, δεν υπήρχαν αποδείξεις ότι ένας Ηγούμενος υπήρξε εκεί στο παρελθόν. Στην τελευταία συνεδρία του προσωρινού συμβουλίου, αρκετοί Τζαφά ηγέτες παραπονέθηκαν για ανώμαλη συμπεριφορά σε πολλούς πλανήτες. | In the last session of the interim council, several Jaffa leaders complained of erratic behavior on several planets. |
- Ναι. Κάποιοι στο γραφείο παραπονέθηκαν. | Some people in the office have complained... |
- Ποιοι παραπονέθηκαν; | - Who has complained? |
-Οι ένοικοι παραπονέθηκαν ήδη. | - They've already complained. |
3 άτομα στο Μισούρι παραπονέθηκαν. | Three people in Missouri complained. |
- Θέλετε να παραπονεθείτε, λοχία; | Would you like to file a complaint, Sergeant? |
- Προτείνω να παραπονεθείτε στον ίδιο. | - I suggest you complain to him personally. |
Δεν έχετε λόγο να παραπονεθείτε. | I have none to complain about. |
Όμως, αν αυτά τα βιβλία αγοραστούν από κάποιον άλλο, μπορείτε να παραπονεθείτε στους Υπουργούς. | But if these books are bought by someone else, you may complain to the Ministers. |
Όταν έρθει αυτός απ' τη Γενεύη στο στρατώνα δε θέλω να του παραπονεθείτε. | When the Geneva man comes through the barracks I don't want you to complain to him. |
'Ηδη έχω παραπονεθεί. | - I'll take care of that. - I've complained. |
'κουσα κάποιες φήμες, αλλά κανείς δεν έχει παραπονεθεί | I've heard rumours, but no one's complained officially. |
- 'Εχουν ήδη παραπονεθεί. | Several of the parents have complained about it already. |
- Δεν έχω παραπονεθεί. | - I haven't complained. |
Έχει παραπονεθεί για κάτι, όπως δύσπνοια, μούδιασμα... | Why, has he complained of any symptoms? Shortness of breath, numbness in th... |